«Αλιεύματα χωρίς κτηνιατρικούς ελέγχους!» (ΦΩΤΟ+VIDEO)
Του Λευτέρη Ζαβλιάρη / Φωτορεπορτάζ Σοφία Δρακοπούλου
Έχει περάσει μία ώρα μετά τα μεσάνυχτα και ενώ η Θεσσαλονίκη κοιμάται, σε μια παραθαλάσσια της γωνιά τη Νέα Μηχανιώνα, εργαζόμενοι και έμποροι στην ομώνυμη ιχθυόσκαλα βρίσκονται σε ώρα εργασιακής αιχμής. Στο «χρηματιστήριο του ψαριού», δηλαδή η δημοπράτηση όπως συνηθίζουν να την αποκαλούν οι άνθρωποι του ιχθυεμπορίου, ξεκινά στις δύο τα ξημερώματα και ολοκληρώνεται περίπου με την ανατολή του ηλίου. Στη δεύτερη μεγαλύτερη ιχθυόσκαλα της χώρας, λίγα χιλιόμετρα έξω από τη Θεσσαλονίκη μπορεί ο ενδιαφερόμενος λιανέμπορος να βρει και να αγοράσει τα πάντα που έχουν να κάνουν με προϊόντα αλιείας. Άλλωστε τα κάτι λιγότερα από 2 εκ. κιβώτια αλιευμάτων που πωλούνται κάθε χρόνο τα ξημερώματα είναι ενδεικτικό της κίνησης που καταγράφεται καθημερινά στην ιχθυόσκαλα.
Όμως οι τόνοι αλιευμάτων που διατίθενται καθημερινά προς πώληση, περνούν από πλημμελή ή και καθόλου έλεγχο. Τα αλιεύματα ως προϊόντα που προορίζονται για κατανάλωση σύμφωνα με τη νομοθεσία θα πρέπει να ελέγχονται από αρμόδιους κτηνιάτρους πριν καταλήξουν στο πιάτο μας. Κι όμως για λόγους που ουσιαστικά δεν έχουν αποσαφηνιστεί, οι έλεγχοι είναι μηδαμινοί, εάν εξαιρέσει κανείς αυτούς του λιμενικού, που έχουν να κάνουν κυρίως με το μέγεθος των αλιευμάτων. Και όλα αυτά συμβαίνουν την ώρα που η ιχθυόσκαλα της Μηχανιώνας εξυπηρετεί επαγγελματίες από ολόκληρη τη Μακεδονία αλλά και τη Θεσσαλία, ενώ δεν είναι λίγες οι φορές που τροφοδοτεί και τη μεγαλύτερη ιχθυόσκαλα του Κερατσινίου με αλιεύματα σε περιόδους ελλείψεων ή μεγάλης ζήτησης.
Οι εγκαταστάσεις
Η Ιχθυόσκαλα Θεσσαλονίκης με έδρα της τη Νέα Μηχανιώνα, ξεκίνησε τη λειτουργία της τον Ιούνιο του 1995, όταν και μεταφέρθηκε από το λιμάνι της Θεσσαλονίκης στο οποίο λειτουργούσε από το 1968. Η μεταφορά κρίθηκε αναγκαία λόγω της παλαιότητας των εγκαταστάσεων , του μικρού διαθέσιμου χώρου σε σχέση με τα διακινούμενα αλιεύματα και του γεγονότος ότι στην Ν. Μηχανιώνα βρίσκεται ένας από τους μεγαλύτερους αλιευτικούς στόλους της Ελλάδας. Η ιχθυόσκαλα καταλαμβάνει έκταση 23.000τ.μ. και αποτελείται από συγκρότημα επτά κτιρίων συνολικής κάλυψης 6.557τ.μ. Μεταξύ άλλων περιλαμβάνονται η αίθουσα δημοπρασίας, οι ψυκτικοί θάλαμοι για τη συντήρηση των αλιευμάτων, το παγοποιητικό σύστημα και η αποθήκη ιχθυοκιβωτίων. Την ίδια ώρα πραγματοποιούνται έργα βελτίωσης που προβλέπουν ανέγερση κτιρίου που επεκτείνει ουσιαστικά κατά 700 τ.μ. το χώρο των δημοπρασιών, εξωραϊσμό του υπάρχοντος κτιρίου δημοπρασιών (κατασκευή ψυκτικού θαλάμου και γραφείων 256 τ.μ.), βελτίωση των υπόλοιπων εγκαταστάσεων της Ιχθυόσκαλας και ανακατασκευή του δαπέδου στην μπροστινή πλευρά του συγκροτήματος.
Χωρίς ελέγχους
Μπορεί η κείμενη νομοθεσία να υπαγορεύει τη διενέργεια κτηνιατρικών ελέγχων σε αλιεύματα όμως όπως μας ενημέρωσε ο γραμματέας του σωματείου ιχθυεμπόρων Θεσσαλονίκης, αυτό δεν γίνεται στην πράξη. «Υπάρχει έλλειψη κτηνιατρικής επίβλεψης. Δεν υπάρχουν τα κονδύλια να έρθουν άνθρωποι εδώ να επιβλέψουν και να δουν τη διαδικασία. Κωλύονται οι υπηρεσίες παρότι προσφερθήκαμε εμείς ως επιχειρηματίες να το καλύψουμε και ο οργανισμός προσπάθησε αλλά είναι μία πληγή που έχει μείνει ανοικτή και σοβαρή εδώ και πολλά χρόνια», αναφέρει χαρακτηριστικά στην Karfitsa ο κ. Γεωργιάδης λίγο πριν εισέλθουν στην αίθουσα των δημοπρασιών οι λιανέμποροι και ξεκινήσει το «παζάρι». Το συγκεκριμένο πρόβλημα είναι γνωστό εδώ και αρκετά χρόνια στις αρχές, ωστόσο η δικαιολογία «της μη πληρωμής των επιδομάτων νυχτερινής εργασίας» διαιωνίζει την κατάσταση σύμφωνα με τον ίδιο.
«Μέκκα» του γαύρου
Όπως είναι λογικό, η μεγαλύτερη ζήτηση παρατηρείται στα λεγόμενα «λαϊκά» αλιεύματα, δηλαδή το γαύρο και τη σαρδέλα. Η Θεσσαλονίκη έχει την πολυτέλεια να διαθέτει πληθώρα φρέσκου γαύρου και σαρδέλας, αφού η ιχθυόσκαλα της βρίσκεται κοντά στις «βάσεις» των γρι-γρι των καϊκιών δηλαδή που αλιεύουν τα ψάρια του αφρού, στα οποία συγκαταλέγονται και τα δύο είδη. «Ο χώρος εξυπηρετεί εδώ πέρα από τη Δυτική Μακεδονία, την Ανατολική Μακεδονία έως και τον κάμπο της Θεσσαλίας. Συγκεντρώνονται τα λεγόμενα παραγωγικά και τα εμπορικά ψάρια και πωλούνται σε αυτόν το χώρο», αναφέρει ο κ. Γεωργιάδης. Μάλιστα, δεν είναι λίγες οι φορές που η ιχθυόσκαλα της Νέας Μηχανιώνας έχει προμηθεύσει τη μεγαλύτερη ιχθυόσκαλα της χώρας, αυτή του Κερατσινίου με αλιεύματα «του αφρού». «Περιοχές όπως η Ιερισσός, τα Νέα Ρόδα, τα Νέα Μουδανιά και άλλα σημεία κυρίως στη Χαλκιδική είναι αυτές που φέρνουν τα ψάρια στην ιχθυόσκαλα», αναφέρει χαρακτηριστικά εργαζόμενος μίας εκ των 40 επιχειρήσεων που εδρεύουν στις εγκαταστάσεις της Νέας Μηχανιώνας. Όπως όλοι παραδέχονται όμως, η αλιεία έχει γίνει ένα ακριβό επάγγελμα, γεγονός που έχει οδηγήσει στην αύξηση της τιμής των εγχώριων αλιευμάτων και την στροφή σε αλιεύματα εισαγωγής. Τα καΐκια όπως λένε οι άνθρωποι της ιχθυόσκαλας ναι μεν φέρνουν αλιεύματα, αλλά για να γίνει αυτό είναι απαραίτητα πολλά έξοδα. «Ακριβό πετρέλαιο, ΙΚΑ , ΟΑΕΕ, ΝΑΤ, προμήθειες, λάδια, σύρματα. Τα καΐκια έχουν δυσθεώρητα έξοδα, με τα δίχτυα, τα σχοινιά που είναι πανάκριβα», επισημαίνουν οι ιχθυέμποροι.
Οι δημοπρασίες
Τα αλιεύματα που διακινούνται σε μεγαλύτερη κλίμακα είναι οι κουτσομούρες, οι τσιπούρες, τα λαβράκια, οι σαρδέλες, οι μπακαλιάροι, οι γάμπαρες και οι γαύροι. Όταν το ρολόι δείξει 2 τα ξημερώματα, τότε οι υπεύθυνοι ασφαλείας ενημερώνουν τους λιανεμπόρους ότι μπορούν να εισέλθουν στο χώρο των δημοπρασιών για να διαπραγματευτούν την τιμή των αλιευμάτων που θα πουλήσουν το πρωί στο ιχθυοπωλείο τους. «Στην αρχή γίνεται η παραλαβή», εξηγεί ο κ. Γεωργιάδης. «Αρχικά έρχονται τα λεγόμενα παραγωγικά αλιεύματα είτε μέσω των καϊκιών, είτε μέσω των φορτηγών, ξεφορτώνονται και εναποτίθενται για δημοπράτηση». Στη γλώσσα της αλιείας παραγωγικά αλιεύματα είναι αυτά που έρχονται κατευθείαν από τα καΐκια και τις μηχανότρατες, δηλαδή τους παραγωγούς. Στη συνέχεια έρχονται και τα λεγόμενα εμπορικά αλιεύματα. Πρόκειται για είδη εισαγωγής από ολόκληρο τον κόσμο. «Οι παραλαβές συνεχίζονται μέχρι το πρωί ανάλογα με το πώς θα πάει η κίνηση», τονίζει ο κ. Γεωργιάδης. Αφού όλα ταξινομηθούν και ελεγχθούν γίνονται οι δημοπρασίες. «Υπάρχουν άτυπες συμφωνίες ψαράδων και εταιρειών που εδρεύουν στην ιχθυόσκαλα. Ο αντιπρόσωπος του παραγωγού στην ουσία μετατρέπει τα ψάρια σε χρήματα. Στη δημοπρασία καθορίζεται η τιμή. Αυτό συμβαίνει στα παραγωγικά ψάρια. Στα εμπορικά ο καθένας πουλάει όσο θέλει», μας εξηγεί ο Σωτήρης Γεωργιάδης.