, Τρίτη
19 Μαρτίου 2024

Τι ισχύει για την παράλληλη ασφάλιση

Στη δημοσιότητα δόθηκε το νέο πλαίσιο που αφορά σε όσους έχουν πολλαπλή απασχόληση. Το βασικότερο σημείο είναι ότι καταργείται η υποχρέωση ασφάλισης σε έναν μόνο φορέα, όταν ένας εργαζόμενος ασκεί πολλαπλή επαγγελματική δραστηριότητα. Με τον νέο νόμο, υποχρεώνεται να καταβάλει πολλαπλές εισφορές.
Διαβάστε αναλυτικά:
Α. Υποχρέωση πολλαπλής καταβολής ασφαλιστικών εισφορών στον ΕΦΚΑ από 1/1/2017
Οι ασφαλισμένοι, ανεξαρτήτως εάν υπήχθησαν στην κοινωνική ασφάλιση πριν ή μετά την 1/1/1993, δηλαδή παλαιοί και νέοι ασφαλισμένοι, εφόσον ασκούν πολλαπλή επαγγελματική δραστηριότητα για την οποία είχαν υποχρέωση ασφάλισης σε περισσότερους του ενός από τους ενταχθέντες στον ΕΦΚΑ φορείς κύριας ασφάλισης ή το Δημόσιο, από 1/1/2017 οφείλουν να καταβάλουν τις προβλεπόμενες από τα άρθρα 38, 39 και 40 του ν.4387/2016 ασφαλιστικές εισφορές για την κύρια ασφάλισή τους, για κάθε επαγγελματική δραστηριότητα που ασκούν.
Όπως δε ρητά προβλέπεται στην παρ. 7 του εν λόγω άρθρου, καταργείται από 1/1/2017 το άρθρο 39 του ν.2084/1992, όπως ισχύει, για υποχρεωτική ασφάλιση των από 1/1/1993 και μετά ασφαλισμένων σε έναν μόνο φορέα κύριας ασφάλισης ή το Δημόσιο. Συνεπώς από 1/1/2017 οι ασφαλισμένοι (πριν και μετά την 1/1/1993) που ασκούν πολλαπλή επαγγελματική δραστηριότητα υπάγονται σε έναν φορέα ασφάλισης, εν προκειμένω τον ΕΦΚΑ, έχουν όμως υποχρέωση καταβολής πολλαπλών εισφορών.
Για τους παλαιούς ασφαλισμένους που μέχρι 31/12/2016 υπάγονταν υποχρεωτικά στην ασφάλιση φορέα κύριας ασφάλισης ή το Δημόσιο ως μισθωτοί και στην ασφάλιση του ΕΤΑΑ – ΤΣΜΕΔΕ λόγω ιδιότητας, δηλαδή λόγω εγγραφής στο ΤΕΕ χωρίς να ασκείται επαγγελματική δραστηριότητα, στις περιπτώσεις αυτές θεωρείται ότι οι ασφαλισμένοι έχουν υποχρέωση καταβολής μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς ως μισθωτοί βάσει του άρθρου 38 του ν.4387/2016 και μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς ως αυτοαπασχολούμενοι βάσει του άρθρου 39 του ανωτέρω νόμου, δεδομένου ότι οι καταστατικές διατάξεις του πρώην ΕΤΑΑ – ΤΣΜΕΔΕ περί υποχρεωτικής υπαγωγής στην ασφάλιση λόγω ιδιότητας εξακολουθούν να ισχύουν.
Β. Ανώτατο και κατώτατο όριο αποδοχών / εισοδήματος
Από τις διατάξεις των άρθρων 38, 39 και 40 του ν.4387/2016 προβλέπεται κατώτατο και ανώτατο όριο ασφαλιστέων αποδοχών / εισοδήματος επί του οποίου υπολογίζονται οι μηνιαίες ασφαλιστικές εισφορές.
Για τους εμμίσθους ασφαλισμένους: προβλέπεται ανώτατο όριο ασφαλιστέων αποδοχών ίσο με το 10πλάσιο του εκάστοτε προβλεπόμενου κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών (σήμερα το ανώτατο όριο διαμορφώνεται σε €5.860,80) το οποίο εφαρμόζεται και επί πολλαπλής μισθωτής απασχόλησης ή έμμισθης εντολής όσον αφορά στην εισφορά ασφαλισμένου.
Προβλέπεται κατώτατο όριο ασφαλιστέων αποδοχών για τους μισθωτούς με πλήρη απασχόληση ίσο με το ποσό που αντιστοιχεί στον κατώτατο βασικό μισθό άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών (σήμερα το κατώτατο όριο διαμορφώνεται σε €586,08). Σε περίπτωση που υπάρχει πλήρης απασχόληση μισθωτού έως 25 ετών, το κατώτατο όριο ασφαλιστέων αποδοχών διαμορφώνεται σε €510,95.
Για τους ελεύθερους επαγγελματίες και αυτοαπασχολούμενους: Για ασφαλισμένους που προέρχονται από τον πρώην ΟΑΕΕ και το πρώην ΕΤΑΑ, προβλέπεται κατώτατο όριο μηνιαίου εισοδήματος ίσο με τον εκάστοτε προβλεπόμενο κατώτατο βασικό μισθό άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών (σήμερα το κατώτατο όριο διαμορφώνεται σε €586,08).
Για συγκεκριμένες κατηγορίες ασφαλισμένων (ασφαλισμένοι κάτω 5ετίας προερχόμενοι από το ΕΤΑΑ και αποφοίτους σχολών ανώτατης εκπαίδευσης που είναι εγγεγραμμένοι σε επιστημονικούς συλλόγους ή επιμελητήρια που έχουν τη μορφή ΝΠΔΔ προερχόμενους από τον ΟΑΕΕ), το κατώτατο όριο διαμορφώνεται στο 70% του ανωτέρω ποσού (δηλαδή στα €410,26) για τα πρώτα 5 έτη ασφάλισης. Ως ανώτατο όριο καθορίζεται αυτό των εμμίσθων ασφαλισμένων του άρθρου 38 του ν.4387/2016 (δηλαδή το ποσό των €5.860,80).
Σε περιπτώσεις ελευθέρων επαγγελματιών και αυτοαπασχολούμενων που απασχολούνται παράλληλα ως μισθωτοί με καθεστώς μερικής απασχόλησης, το ως άνω κατώτατο όριο μηνιαίου εισοδήματος διαμορφώνεται αφού αφαιρεθούν οι αποδοχές της μερικής απασχόλησης.
Για τα πρόσωπα που υπάγονται στην ασφάλιση του ΕΦΚΑ βάσει των σχετικών διατάξεων του ΟΓΑ, προβλέπεται κατώτατο όριο μηνιαίου εισοδήματος ίσο με το 70% του εκάστοτε προβλεπόμενου κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών (σήμερα το κατώτατο όριο διαμορφώνεται σε €410,26). Ως ανώτατο όριο καθορίζεται αυτό των εμμίσθων ασφαλισμένων του άρθρου 38 του ν.4387/2016 (δηλαδή το ποσό των €5.860,80).
Γ. Καθορισμός μηνιαίας βάσης υπολογισμού ασφαλιστικών εισφορών
Με τις αριθ. οικ.61502/3399/30-12-2016 και οικ.61501/3398/30.12.2016 Υπουργικές Αποφάσεις (ΦΕΚ 4330, Β’), ρυθμίστηκαν, μεταξύ άλλων, ζητήματα που αφορούν στο καθορισμό της μηνιαίας βάσης υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών σε περίπτωση άσκησης πολλαπλής επαγγελματικής δραστηριότητας (μισθωτή απασχόληση, ελεύθερο επάγγελμα, αυτοαπασχόληση, αγροτική δραστηριότητα).
Ειδικότερα διακρίνονται οι εξής περιπτώσεις :
α) σε περίπτωση μισθωτής απασχόλησης (πλήρης απασχόληση) και άσκησης ελεύθερου επαγγέλματος ή αυτοαπασχόλησης για τις οποίες προκύπτει υποχρέωση ασφάλισης στον ΕΦΚΑ βάσει των σχετικών διατάξεων του πρώην ΟΑΕΕ και του πρώην ΕΤΑΑ αντίστοιχα, μηνιαία βάση υπολογισμού των πάσης φύσεως ασφαλιστικών εισφορών αποτελεί το άθροισμα του εισοδήματος από την παροχή των μισθωτών υπηρεσιών και του καθαρού φορολογητέου αποτελέσματος από την άσκηση της επαγγελματικής δραστηριότητας, με την επιφύλαξη των ειδικότερων ρυθμίσεων του άρθρου 38 του ν.4387/2016.
Για την εξεύρεση της βάσης υπολογισμού στις περιπτώσεις αυτές λαμβάνεται καταρχάς υπόψη το μηνιαίο εισόδημα από την μισθωτή εργασία και σε αυτό προστίθεται το εισόδημα των άλλων δραστηριοτήτων κατά φθίνουσα τάξη μεγέθους.
Ως ανώτατο όριο μηνιαίου εισοδήματος λαμβάνεται το ποσό των €5.860,80 ενώ το κατώτατο όριο μηνιαίου εισοδήματος διαμορφώνεται σε €586,08 (ακόμη και εάν πρόκειται για μισθωτό κάτω των 25 ετών ή για ελεύθερο επαγγελματία ή αυτοαπασχολούμενο κάτω 5ετίας). Εάν πρόκειται για μισθωτή εργασία σε καθεστώς μερικής απασχόλησης, το κατώτατο όριο διαμορφώνεται αφού αφαιρεθούν οι αποδοχές μερικής απασχόλησης.
β) σε περίπτωση άσκησης περισσότερων της μίας επαγγελματικής δραστηριότητας, για τις οποίες θα προέκυπτε υποχρέωση ασφάλισης στον πρώην ΟΑΕΕ και το πρώην ΕΤΑΑ, ακόμη και εάν προκύπτει υποχρέωση ασφάλισης λόγω ιδιότητας (υποχρέωση ασφάλισης στον ΕΦΚΑ λόγω εγγραφής στο ΤΕΕ χωρίς άσκηση επαγγελματικής δραστηριότητας), μηνιαία βάση υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών αποτελεί το άθροισμα του καθαρού φορολογητέου αποτελέσματος από έκαστη δραστηριότητα.
Για την εξεύρεση της βάσης υπολογισμού στις περιπτώσεις αυτές λαμβάνεται καταρχάς υπόψη το μηνιαίο εισόδημα από την βασική πηγή βιοπορισμού, δηλαδή το υψηλότερο εισόδημα, και σε αυτό προστίθεται το εισόδημα των λοιπών δραστηριοτήτων κατά φθίνουσα τάξη μεγέθους. Ως ανώτατο όριο μηνιαίου εισοδήματος λαμβάνεται το ποσό των €5.860,80 ενώ το κατώτατο όριο μηνιαίου εισοδήματος διαμορφώνεται σε €586,08, (ακόμη και εάν πρόκειται για ασφαλισμένο που και για τις δύο δραστηριότητες θεωρείται ότι είναι ασφαλισμένος κάτω 5ετίας).
γ) σε περίπτωση μισθωτής απασχόλησης (πλήρης απασχόληση) ή άσκησης ελεύθερου επαγγέλματος (ασφάλιση βάσει των διατάξεων του πρώην ΟΑΕΕ) ή αυτοαπασχόλησης (ασφάλιση βάσει των διατάξεων του πρώην ΕΤΑΑ) και αγροτικής δραστηριότητας για την οποία προκύπτει υποχρέωση ασφάλισης στον ΕΦΚΑ βάσει των σχετικών διατάξεων του ΟΓΑ, ως βάση υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών αποτελεί το άθροισμα του εισοδήματος από την παροχή των μισθωτών υπηρεσιών και του καθαρού φορολογητέου αποτελέσματος από έκαστη δραστηριότητα.
1. Για την εξεύρεση της βάσης υπολογισμού στις περιπτώσεις μισθωτής απασχόλησης και αγροτικής δραστηριότητας, λαμβάνεται καταρχάς υπόψη το μηνιαίο εισόδημα από την μισθωτή εργασία και σε αυτό προστίθεται το εισόδημα από την αγροτική δραστηριότητα. Ως ανώτατο όριο μηνιαίου εισοδήματος λαμβάνεται το ποσό των €5.860,80 ενώ το κατώτατο όριο μηνιαίου εισοδήματος διαμορφώνεται σε €410,26 (κατώτατο όριο εισοδήματος βάσει του άρθρου 40 του ν.4387/2016).
2) Εάν ασκείται συγχρόνως και ελεύθερο επάγγελμα ή αυτοαπασχόληση, λαμβάνεται καταρχάς υπόψη το μηνιαίο εισόδημα από την μισθωτή εργασία και σε αυτό προστίθεται το εισόδημα των άλλων δραστηριοτήτων κατά φθίνουσα τάξη μεγέθους. Ως ανώτατο όριο μηνιαίου εισοδήματος λαμβάνεται το ποσό των €5.860,80 ενώ το κατώτατο όριο μηνιαίου εισοδήματος διαμορφώνεται σε €586,08 (ακόμη και εάν πρόκειται για μισθωτό κάτω των 25 ετών ή για ελεύθερο επαγγελματία ή αυτοαπασχολούμενο κάτω 5ετίας).
3) Για την εξεύρεση της βάσης υπολογισμού στις περιπτώσεις άσκησης αγροτικής δραστηριότητας και ελεύθερου επαγγέλματος ή/και αυτοαπασχόλησης, λαμβάνεται το μηνιαίο εισόδημα από την βασική πηγή βιοπορισμού, δηλαδή το υψηλότερο εισόδημα, και σε αυτό προστίθεται το εισόδημα των λοιπών δραστηριοτήτων κατά φθίνουσα τάξη μεγέθους. Ως ανώτατο όριο μηνιαίου εισοδήματος λαμβάνεται το ποσό των €5.860,80 ενώ το κατώτατο όριο μηνιαίου εισοδήματος διαμορφώνεται σε €586,08 (ανεξάρτητα εάν πρόκειται για ασφαλισμένο άνω ή κάτω 5ετίας).
Εισφορές μελών Διοικητικού Συμβουλίου Α.Ε.
Από τις ρυθμίσεις του άρθρου 38 παρ. 3δ του ν.4387/2016 προβλέπεται ότι τα πρόσωπα που διορίζονται ως μέλη Διοικητικού Συμβουλίου Α.Ε. και λαμβάνουν αμοιβή, καταβάλλουν εισφορά ως μισθωτοί, η οποία υπολογίζεται επί της αμοιβής κατ’ αποκοπή. Από τις ρυθμίσεις του άρθρου 39 παρ. 7β του ν.4387/2016 προβλέπεται ότι τα μέλη του Δ.Σ. των Α.Ε. με αντικείμενο επιχειρήσεως επαγγελματική, βιοτεχνική ή εμπορική δραστηριότητα σε όλη την Επικράτεια, εφόσον αυτά είναι μέτοχοι κατά ποσοστό 3% τουλάχιστον, καταβάλλουν ασφαλιστικές εισφορές ελεύθερου επαγγελματία, ως ασφαλισμένοι του πρώην ΟΑΕΕ.
Στην περίπτωση που ένας ασφαλισμένος είναι μέτοχος κατά ποσοστό άνω του 3% σε Α.Ε. με επαγγελματική, βιοτεχνική ή εμπορική δραστηριότητα, και μετέχει στην ανωτέρω ή σε άλλη Α.Ε, ως μέλος του Δ.Σ. και λαμβάνει και αμοιβή, καταβάλλει εισφορά επί της αμοιβής που λαμβάνει βάσει του άρθρου 38 του ν.4387/2016, ενώ καταβάλλει εισφορά επί των μερισμάτων που εισπράττει ως εταίρος βάσει του άρθρου 39 του ν.4387/2016, εφαρμοζομένων σε κάθε περίπτωση των προβλεπόμενων στο άρθρο 36 παρ. 1 του ν.4387/2016.
Επισημαίνεται ότι τα ανωτέρω πρόσωπα δεν καταβάλλουν εισφορές υπέρ συνεισπραττομένων κλάδων ως μισθωτοί σύμφωνα με την αριθ. Φ.80000/οικ.61689/2215/30.12.2016 (ΑΔΑ : 7Χ78465Θ1Ω-1Λ3).
Σε ότι αφορά την καταβολή εισφορών για την επικουρική ασφάλιση και την εφάπαξ παροχή των ανωτέρω προσώπων δεν καταβάλλονται εισφορές εάν δεν υφίσταται υποχρεωτική υπαγωγή στην ασφάλιση των κλάδων αυτών, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην ισχύουσα νομοθεσία.
Ρυθμίσεις παρ. 2 του άρθρου 36 του ν.4387/2016
Στις ρυθμίσεις της παρ. 2, όπως προαναφέρθηκε, εμπίπτουν τα πρόσωπα που ασκούν πολλαπλή επαγγελματική δραστηριότητα (μισθωτή εργασία και αυτοαπασχόληση), για τις οποίες όμως μέχρι 31/12/2016 προέκυπτε υποχρέωση υπαγωγής σε έναν μόνο φορέα κύριας ασφάλισης. Στην περίπτωση αυτή, ο ασφαλισμένος καταβάλλει :
α) εισφορά βάσει του άρθρου 38 του ν.4387/2016 για το εισόδημα που προέρχεται από την παροχή εξαρτημένης εργασίας
β) εισφορά βάσει του άρθρου 39 του ν.4387/2016 για τυχόν υπάρχον εισόδημα που προέρχεται από την άσκηση ελευθέρου επαγγέλματος, για το οποίο εκδίδονται δελτία παροχής υπηρεσιών, τιμολόγια ή αποδείξεις επαγγελματικής δαπάνης.
Στην περίπτωση αυτή δεν εφαρμόζεται η παρ. 3 του άρθρου 39 του ν.4387/2016 περί κατωτάτου ορίου μηνιαίου εισοδήματος. Σε κάθε περίπτωση όμως, σύμφωνα με την παρ. 12 του άρθρου 2 της αριθ. οικ.61502/3399/30-12-2016 Υπουργικής Απόφασης, το άθροισμα του εισοδήματος από την εξαρτημένη εργασία και το ελεύθερο επάγγελμα δεν μπορεί να υπολείπεται του κατωτάτου ορίου εισοδήματος, δηλαδή του ποσού των €586,08 ή (€410,26 για τους ασφαλισμένους κάτω 5ετίας), και να μην υπερβαίνει το ανώτατο όριο μηνιαίου εισοδήματος, δηλαδή το ποσό των €5.860,80.
Σημειώνουμε ότι στην περίπτωση που ασκούνται διαφορετικές επαγγελματικές δραστηριότητες για το σύνολο των οποίων προέκυπτε μέχρι 31/12/2016 υποχρεωτική ασφάλιση στον πρώην ΟΑΕΕ, καταβάλλεται μία μηνιαία εισφορά υπολογιζόμενη στο άθροισμα του μηνιαίου εισοδήματος από κάθε επαγγελματική δραστηριότητα.
Εφαρμογή των ρυθμίσεων της παρ. 1 του άρθρου 36 του ν.4387/2016 από 1/2017
Όπως προκύπτει από τα ανωτέρω, βάση υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών από 1/1/2017 αποτελούν οι μηνιαίες αποδοχές σε περίπτωση μισθωτής απασχόλησης και το μηνιαίο εισόδημα από την άσκηση επαγγελματικής δραστηριότητας σε περίπτωση άσκησης ελεύθερου επαγγέλματος ή αυτοαπασχόλησης ή αγροτικής δραστηριότητας. Συνεπώς για τον καθορισμό της βάσης υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών θα πρέπει να προσδιοριστεί το ύψος του εισοδήματος που προέρχεται από κάθε αναληφθείσα επαγγελματική δραστηριότητα.
Τα σχετικά στοιχεία πρόκειται να αντληθούν από τα αρχεία της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων (ΓΓΔΕ). Από τη σχετική αντιστοίχιση των ασφαλιστέων στον ΕΦΚΑ δραστηριοτήτων προς την κωδικοποίηση των εισοδημάτων που τηρεί η ΓΓΔΕ προέκυψαν τρεις βασικές πηγές προέλευσης εισοδήματος:
Πηγή Α : Εισοδήματα από Επιχειρηματική Δραστηριότητα
Πηγή Β : Εισοδήματα από Αγροτική Δραστηριότητα
Πηγή Γ : Εισοδήματα από Μισθωτές Υπηρεσίες στα οποία περιλαμβάνονται εισοδήματα από μισθωτές υπηρεσίες και από αμοιβές μελών Δ.Σ.
Με βάση τον ανωτέρω καθορισμό των πηγών εισοδήματος, και σύμφωνα με τα περιλαμβανόμενα στην παράγραφο Ι της παρούσας εγκυκλίου, για την πρώτη εφαρμογή των ρυθμίσεων της παρ. 1 του άρθρου 36 του ν.4387/2016, η βάση υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών σε περίπτωση υποχρέωσης καταβολής πολλαπλών ασφαλιστικών εισφορών καθορίζεται ως εξής:
1. Άσκηση μίας μισθωτής απασχόλησης και μίας μη μισθωτής απασχόλησης (ελεύθερο επάγγελμα ή αυτοαπασχόληση ή αγροτική δραστηριότητα)
α) Εάν το εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες (Πηγή Γ) υπερβαίνει το ανώτατο όριο μηνιαίου εισοδήματος (€5.860,80), οι ασφαλιστικές εισφορές υπολογίζονται επί του ανωτάτου ορίου σύμφωνα με το άρθρο 38 του ν.4387/2016, και δεν εξετάζονται τα εισοδήματα που προκύπτουν από τις άλλες δύο πηγές εισοδημάτων (Πηγή Α και Β).
β) Εάν το εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες (Πηγή Γ) δεν υπερβαίνει το ανώτατο όριο, τότε εξετάζεται το εισόδημα από την άσκηση ελεύθερου επαγγέλματος ή αυτοαπασχόλησης ή αγροτικής δραστηριότητας (Πηγή Α και Β). Σε ασφαλιστικές εισφορές υπόκειται το σύνολο του εισοδήματος από την Πηγή Α ή Β, ή μέρος αυτού και μέχρι τη συμπλήρωση του ανωτάτου ορίου μηνιαίου εισοδήματος.
γ) Εάν το άθροισμα του εισοδήματος από μισθωτές υπηρεσίες (Πηγή Γ) και από την άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας ή αγροτικής δραστηριότητας (Πηγή Α και Β) δεν υπερβαίνει το ανώτατο όριο μηνιαίου εισοδήματος (€5.860,80) και δεν υπολείπεται του κατωτάτου ορίου μηνιαίου εισοδήματος (€586,08 σε περίπτωση άσκησης ελεύθερου επαγγέλματος ή αυτοαπασχόλησης ή €410,26 σε περίπτωση αγροτικής δραστηριότητας), τότε το σύνολο του εισοδήματος από μισθωτές υπηρεσίες (Πηγή Γ) υπόκειται σε ασφαλιστική εισφορά σύμφωνα με το άρθρο 38 του ν.4387/2016, καθώς και το σύνολο του εισοδήματος από επιχειρηματική δραστηριότητα ή αγροτική δραστηριότητα (Πηγή Α ή Β) υπόκειται σε ασφαλιστική εισφορά σύμφωνα με το άρθρο 39 ή 40 του ν.4387/2016.
δ) Εάν το άθροισμα του εισοδήματος από μισθωτές υπηρεσίες (Πηγή Γ) και από την άσκηση επιχειρηματικής ή αγροτικής δραστηριότητας (Πηγή Α ή Β) υπολείπεται του κατωτάτου ορίου μηνιαίου εισοδήματος (€586,08 σε περίπτωση άσκησης ελεύθερου επαγγέλματος ή αυτοαπασχόλησης ή €410,26 σε περίπτωση αγροτικής δραστηριότητας), τότε το σύνολο του εισοδήματος από μισθωτές υπηρεσίες (Πηγή Γ) υπόκειται σε ασφαλιστική εισφορά σύμφωνα με το άρθρο 38 του ν.4387/2016, ενώ το ποσό του εισοδήματος που υπολείπεται μέχρι τη συμπλήρωση του κατωτάτου ορίου (€586,08 ή €410,26) υπόκειται σε ασφαλιστική εισφορά σύμφωνα με το άρθρο 39 του ν.4387/2016 ή σύμφωνα με το άρθρο 40 του ν.4387/2016.
2. Άσκηση μίας μισθωτής απασχόλησης και πολλαπλών μη μισθωτών απασχολήσεων (ελεύθερο επάγγελμα ή αυτοαπασχόληση ή αγροτική δραστηριότητα)
Εάν ασκείται ταυτόχρονα ελεύθερο επάγγελμα και αυτοαπασχόληση, κατά την πρώτη εφαρμογή της ρύθμισης, δεν είναι δυνατός ο διαχωρισμός των εισοδημάτων που προκύπτουν από κάθε δραστηριότητα. Δεδομένου όμως ότι μπορεί το ύψος του ασφαλίστρου να διαφοροποιείται μεταξύ των δραστηριοτήτων (ασφαλισμένοι κάτω 5ετίας για την αυτοαπασχόληση) ή να έχει εφαρμογή η ρύθμιση του άρθρου 98 του ν.4387/2016 για τους αυτοαπασχολούμενους, το εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα (Πηγή Α) θεωρείται ότι κατά 50% προέρχεται από την άσκηση ελεύθερου επαγγέλματος και κατά 50% από την αυτοαπασχόληση.
3. Άσκηση πολλαπλών μη μισθωτών απασχολήσεων (ελεύθερο επάγγελμα ή αυτοαπασχόληση ή αγροτική δραστηριότητα) Διακρίνονται οι εξής περιπτώσεις : α) άσκηση ελευθέρου επαγγέλματος και αυτοαπασχόλησης, οπότε το εισόδημα που υπόκειται σε ασφαλιστικές εισφορές προέρχεται εξ’ ολοκλήρου από επιχειρηματική δραστηριότητα (Πηγή Α) και θεωρείται ότι κατά 50% προέρχεται από την άσκηση ελεύθερου επαγγέλματος και κατά 50% από την αυτοαπασχόληση.
Σε κάθε υποσύνολο του εισοδήματος εφαρμόζονται τα ποσοστά ασφαλίστρου που προβλέπονται κατά περίπτωση από το άρθρο 39 του ν.4387/2016 και οι ρυθμίσεις του άρθρου 98 του ν.4387/2016. Ως κατώτατο όριο μηνιαίου εισοδήματος θεωρείται το ποσό των €586,08, και εφαρμόζονται τα προβλεπόμενα κατά περίπτωση ποσοστά ασφαλίστρου άνω και κάτω 5ετίας.
β) άσκηση ελευθέρου επαγγέλματος ή αυτοαπασχόλησης και αγροτικής δραστηριότητας, οπότε το εισόδημα που υπόκειται σε ασφαλιστικές εισφορές προέρχεται από επιχειρηματική δραστηριότητα (Πηγή Α) και από αγροτική δραστηριότητα (Πηγή Β).
Ως προς τον καθορισμό του εισοδήματος που υπόκειται σε ασφαλιστικές εισφορές, το εισόδημα από κάθε πηγή κατατάσσεται κατά φθίνουσα τάξη μεγέθους (από το μεγαλύτερο προς το μικρότερο). Σε κάθε υποσύνολο του εισοδήματος εφαρμόζονται τα ποσοστά ασφαλίστρου που προβλέπονται κατά περίπτωση από το άρθρο 39 και 40 του ν.4387/2016, καθώς και οι ρυθμίσεις του άρθρου 98 του ν.4387/2016 εάν υπάρχει αυτοαπασχόληση.

 

Ακολουθήστε τη Karfitsa στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις από τη Θεσσαλονίκη, την Ελλάδα και τον κόσμο.