, Τρίτη
19 Μαρτίου 2024

«Πώς με πουλούσαν τα κυκλώματα για να ζητιανεύω στα φανάρια» 

Βρεθήκαμε σε ένα πάρκο. Φαίνεται καταβεβλημένος. Είναι πάνω από 30 χρόνων, αλλά τα σημάδια έχουν αποτυπωθεί. Στο βλέμμα του, διερευνητικό. Στη φωνή του, βαριά. Στο ύφος του, ανήσυχο. Έγινε άντρας πριν την ώρα του. Στα τέλη της δεκαετίας του ’80. Όταν λίγο πριν συμπληρώσει τα τέσσερα χρόνια του περπατούσε μόνος στα σκοτεινά δρομάκια της Ομόνοιας και άλλων περιοχών της Αττικής. Ήταν παιδί των φαναριών. Από τα εκατοντάδες που πουλήθηκαν σε κυκλώματα για να ζητιανεύουν στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη.

ΡΕΠΟΡΤΑΖ: ΚΩΣΤΑΣ ΚΑΝΤΟΥΡΗΣ

Δείχνει επιτέλους κάπως ικανοποιημένος. Είναι ο πρώτος που αναγνωρίστηκε ως θύμα εμπορίας ανθρώπων, βάσει του αντίστοιχου νόμου του 2014. Χάρη στις προσπάθειες των υπευθύνων του κέντρου υποστήριξης νέων της οργάνωσης «Άρσις», η εισαγγελία Θεσσαλονίκης και συγκεκριμένα η εισαγγελέας Πρωτοδικών Κυριακή Κλιάμπα, με διάταξή της τον αναγνωρίζει ως θύμα ανθρώπινης εκμετάλλευσης, χωρίς να έχει προηγηθεί ποινική διαδικασία για την υπόθεσή του, δηλαδή να διωχθούν οι εκμεταλλευτές του. Ο νόμος υπάρχει από το 2014, όμως ήταν η πρώτη φορά που εφαρμόστηκε. Τα περισσότερα θύματα φοβούνται. «Ανοίγει ο δρόμος και για άλλα θύματα», λένε οι υπεύθυνοι της «Άρσις» ικανοποιημένοι για το μεγάλο βήμα που έγινε. Πλέον ο νεαρός που αναγνωρίστηκε ως θύμα trafficking θα έχει πρόσβαση σε υπηρεσίες στήριξής του, θα πάρει άδεια παραμονής στην Ελλάδα και θα έχει τη δυνατότητα να ενταχθεί κανονικά στο κοινωνικό σύνολο. Χωρίς προβλήματα.

Ο ίδιος είναι ενταγμένος ήδη εδώ και χρόνια. Άλλωστε ζει στην Ελλάδα από τα πρώτα χρόνια στη ζωή του. Μάλιστα δεν γνώριζε μέχρι πριν λίγα χρόνια, ότι τον είχαν φέρει από την Αλβανία. Πίστευε ότι ήταν Έλληνας. Θυμάται μόνον τη μητέρα του να είναι μαζί του και μετά να χάνονται, αφού τη συλλαμβάνουν, θυμάται ένα φορτηγό, τα περιπολικά και να περπατάει μόνος στην Ομόνοια. Κλαίγοντας. Μετά να βρίσκει μία οικογένεια ρομά και να πέφτει πάλι, μόνος του, στα δίχτυα εκμεταλλευτών.

 

«Έτσι έφτασα στα φανάρια» 

«Μας έβαζαν όλους να ζητιανεύουμε. Τους βρήκα μόνος μου. Δεν ήμουν ούτε 4 χρόνων. Είδα μια οικογένεια στην Ομόνοια, τους ακολούθησα. Ανεβήκαμε σε ένα λεωφορείο. Κατέβηκα μία στάση αργότερα. Τους έχασα. Βρήκα κάποιους άλλους στη Δυτική Αττική. Η γυναίκα με πήρε μέσα, μ’ έκανε μπάνιο. Από την επομένη ζητιάνευα μαζί τους», περιέγραψε στην Karfitsa.

Κατάφερε και ξέφυγε, χωρίς να γνωρίζει όμως πως κάποιοι τον αναζητούν. «Αν δεν βγάζεις τόσα λεφτά τη μέρα τη μέρα τρως ξύλο», αποκαλύπτει. «Εκεί δεν ζητιάνευαν μόνον. Έβαζαν τα παιδιά να κλέβουν, να πουλάν ναρκωτικά. Την κοπάνησα γρήγορα», είπε. Τον βρήκε όμως άλλη οικογένεια που έκανε ακριβώς το ίδιο. Τον έβαλε να ζητιανεύει. Μέχρι που κατάφερε και ξέφυγε φτάνοντας σε φοιτητές που είχαν καταλήψεις στα Πανεπιστήμια. «Εκείνοι με πρόσεχαν. Μου έδιναν να φάω. Και όταν ήρθαν κάποιοι που είπαν πως είναι γονείς μου, τους είπα ότι είναι το κύκλωμα και τους έδιωξαν», ανέφερε.

Τον πούλησαν γύρω στις τρεις φορές. Βασανίστηκε, όμως δεν θέλει να θυμάται. Πρώτα οι γονείς του και μετά οι άλλοι. Τον έψαξαν να τον ξαναβάλουν στα φανάρια. «Μου έβαλαν πιστόλι εδώ, στο κεφάλι. Είναι μαφία. Τι νομίζεις πως είναι η ζητιανιά; Ξέρουν πού είσαι ανά πάσα στιγμή. Σαν να σε έχουν βάλει τσιπάκι». Τον χτύπησαν, αλλά θέλει να δείχνει ότι το ξεπέρασε. Τον βασάνισαν, όμως δεν μιλάει γι’ αυτό. Έχει σημάδια, αποφεύγει να αναφερθεί σε αυτό. Θυμάται όταν ήταν σε ένα διαμέρισμα.  «Μ’ έβαζαν σε ένα φανάρι, ακριβώς δίπλα στο αστυνομικό τμήμα. Κανείς δεν είχε ευαισθητοποιηθεί. Είχα αποφασίσει να φύγω. Έβαλα τον άντρα να μου φέρει να φάω. Ήξερα ότι το γυράδικο είναι αρκετά μακριά. Πήγα στο σπίτι πήρα ένα παντελόνι και εξαφανίστηκα», περιέγραψε.

Μέχρι και πριν λίγες ημέρες ήταν κυνηγημένος. Τα κυκλώματα τον αναζητούσαν ακόμη και όταν τον βρήκε η αστυνομία. «Τους είδα, ήρθαν έξω από ένα ίδρυμα. Μ’ έψαχναν. Αναγκάστηκα να φύγω. Δεν ήξερα ότι ήμουν σε άλλη πόλη. Έψαχνα στάσεις που δεν ήξερα, μ’ έβλεπαν περίεργα». Βρήκε την οικογένειά του με τη βοήθεια της «Άρσις», πριν χρόνια. Όμως κατάλαβε ότι δεν χωρούσε. Του είπαν πως η μητέρα του είχε πεθάνει, ενώ ο πατέρας του δεν δέχθηκε πως είναι παιδί του. Επέστρεψε στην αβεβαιότητα, που έκλεισε τώρα, με την εισαγγελική απόφαση.

Πίσω στο πάρκο είναι σκεπτικός, ενώ μιλάει για πολλά απ’ όσα πέρασε. Η ζωή του είναι βιβλίο. Θρίλερ. Βγάζει τα χέρια από την τσέπη του μπουφάν του. Αισθάνεται λίγο καλύτερα. «Ίσως τώρα με την απόφαση να είμαι καλύτερα. Για να δούμε».

 

 

Ακολουθήστε τη Karfitsa στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις από τη Θεσσαλονίκη, την Ελλάδα και τον κόσμο.