Η διαμάχη μεταξύ των Ελλήνων σεισμολόγων, όπως αυτή καταγράφεται στο σχετικό αρχείο, δεν αποτελεί μια απλή επιστημονική αντιπαράθεση. Αντίθετα, έχει λάβει χαρακτηριστικά προσωπικής σύγκρουσης, όπου οι επιστημονικές διαφωνίες μετατρέπονται σε πεδίο δημοσίων αντιπαραθέσεων, δηλώσεων και έμμεσων προσβολών. Το ερώτημα που προκύπτει είναι: ποιον εξυπηρετεί αυτός ο «πόλεμος»;
Από τη μία πλευρά, θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι τέτοιες συγκρούσεις αναδεικνύουν τις διαφορετικές επιστημονικές προσεγγίσεις και συμβάλλουν στην προώθηση της έρευνας. Όμως, στην πραγματικότητα, αυτή η διένεξη μοιάζει να δημιουργεί περισσότερη σύγχυση παρά γνώση. Οι πολίτες βομβαρδίζονται με αντικρουόμενες προβλέψεις και ερμηνείες, με αποτέλεσμα να επικρατεί ανησυχία και ανασφάλεια. Η εμπιστοσύνη του κοινού στους ειδικούς κλονίζεται και οι επιστήμονες που θα έπρεπε να λειτουργούν ως πυλώνες αξιοπιστίας καταλήγουν να γίνονται μέρος ενός επικοινωνιακού «σεισμικού ριάλιτι».
Είναι επίσης φανερό ότι αυτή η κατάσταση εξυπηρετεί, σε κάποιο βαθμό, προσωπικές φιλοδοξίες και ανταγωνισμούς. Οι συνεχείς αναρτήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, οι δηλώσεις στα μέσα ενημέρωσης και η επιμονή στη δημόσια διαπόμπευση των συναδέλφων δείχνουν ότι δεν πρόκειται απλώς για μια επιστημονική διαφωνία, αλλά για μια μάχη επιρροής. Σε ένα τέτοιο πλαίσιο, η επιστημονική εγκυρότητα τίθεται υπό αμφισβήτηση, καθώς οι πολίτες δεν γνωρίζουν ποιον να εμπιστευτούν.
Αντί να επιδίδονται σε δημόσιες αντιπαραθέσεις, οι σεισμολόγοι οφείλουν να συνεργαστούν για να διαμορφώσουν έναν ενιαίο και τεκμηριωμένο λόγο που θα ενημερώνει υπεύθυνα το κοινό. Η Ελλάδα είναι σεισμογενής χώρα και οι πολίτες έχουν ανάγκη από αξιόπιστη πληροφόρηση, όχι από επιστημονικές έριδες που προκαλούν πανικό και ανασφάλεια. Γιατί στο απευκταίο σενάριο ενός μεγάλου σεισμού, ουδείς θα ασχολείται με τους τσακωμούς επιστημόνων πάνω σε ερείπια.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΤΥΠΗ KARFITSA