Σε πλήρη εφαρμογή μπαίνουν και στην Ελλάδα οι νέοι δημοσιονομικοί κανόνες της Ε.Ε., με την κυβέρνηση να προχωρά σε νομοθέτηση του “κανόνα καθαρών δαπανών” που αντικαθιστά πλέον την έννοια του πρωτογενούς πλεονάσματος ως βασικό κριτήριο δημοσιονομικής πειθαρχίας. Με την πρωτοβουλία του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, ορίζονται ετήσια όρια αύξησης κρατικών δαπανών για κάθε υπουργείο και το σύνολο του κρατικού προϋπολογισμού, ενώ θεσπίζονται αυτόματοι μηχανισμοί διόρθωσης σε περίπτωση υπέρβασης.
Πρακτικά, κάθε εξαγγελία παροχής ή οικονομικό μέτρο στήριξης θα πρέπει πλέον να περνά τεστ βιωσιμότητας. Αν δεν χωρά εντός των ορίων που προβλέπει ο πολυετής δημοσιονομικός σχεδιασμός, δεν θα μπορεί να υλοποιηθεί — εκτός κι αν αντισταθμιστεί με ισοδύναμες περικοπές ή νέους φόρους.
Προδιαγεγραμμένο πλαίσιο και όχι «λευκή επιταγή»
Η κατάργηση της ασυδοσίας στην παροχολογία είναι μια από τις πιο ριζικές αλλαγές που έχει φέρει ποτέ η ευρωπαϊκή δημοσιονομική πολιτική. Δεν πρόκειται απλώς για περιορισμό ελλειμμάτων, όπως επί Μάαστριχτ ή κατά τη μνημονιακή περίοδο. Στο εξής, η Ελλάδα (όπως και όλες οι χώρες της Ε.Ε.) θα δεσμεύεται εκ προοιμίου σε ετήσια πλαφόν δαπανών, ανεξαρτήτως αν πετυχαίνει ή όχι υψηλά πλεονάσματα.
Για την τετραετία 2025–2028, το ποσοστό αύξησης δαπανών στην Ελλάδα έχει καθοριστεί σε:
-
3,7% το 2025
-
3,6% το 2026
-
3,1% το 2027
-
3% το 2028
Σε απόλυτα μεγέθη, αυτά μεταφράζονται σε 3–4 δισ. ευρώ ετησίως, τα οποία πρέπει να καλύψουν όλες τις ανάγκες του κράτους: από τις αυξήσεις μισθών και συντάξεων έως την άμυνα, την πρόνοια και τις νέες κυβερνητικές δεσμεύσεις.
Ο σχεδιασμός πλέον είναι τετραετής, με επέκταση του Μεσοπρόθεσμου Δημοσιονομικού Πλαισίου (ΜΔΠ), έτσι ώστε να υπάρχει προβλεψιμότητα και διαφάνεια. Με την έγκριση των στόχων από το Συμβούλιο της Ε.Ε., οι δεσμεύσεις καθίστανται νομικά υποχρεωτικές.
Κυρώσεις, αντίμετρα και νέες ισορροπίες
Εάν υπάρξει απόκλιση από τους στόχους, ο ευρωπαϊκός κανονισμός προβλέπει κυρώσεις και υποχρεωτικά αντίμετρα, δηλαδή περικοπές δαπανών ή αυξήσεις φόρων αυτόματα και αμέσως. Το πολιτικό σύστημα καλείται πλέον να συμβαδίσει με τη λογική των θεσμικών αυτοματισμών και να απορρίψει λογικές παλαιού τύπου.
Αυτή η νέα ισορροπία, ωστόσο, δεν σημαίνει λιτότητα. Αντιθέτως, δημιουργείται χώρος για στοχευμένες και μόνιμες παρεμβάσεις, αρκεί να εντάσσονται εντός του πλαισίου.
Για το 2026, ο δημοσιονομικός χώρος υπολογίζεται ήδη σε 1,5 δισ. ευρώ, που μπορεί να αυξηθεί αν συνεχιστεί η καλή πορεία της οικονομίας. Το ποσό αυτό σχεδιάζεται να διατεθεί για:
-
μειώσεις φορολογικών συντελεστών
-
φοροελαφρύνσεις για ιδιοκτήτες ακινήτων
-
μείωση τεκμηρίων διαβίωσης
-
μείωση ασφαλιστικών εισφορών
Το κονδύλι αυτό προκύπτει από τον συνδυασμό αύξησης του περιθωρίου δαπανών κατά 3,6%, καλύτερης απόδοσης στην πάταξη της φοροδιαφυγής και ρήτρας διαφυγής για τις αμυντικές δαπάνες.
Παροχές με προϋπόθεση τη μείωση χρέους
Ιδιαίτερη σημασία αποκτά ο δεσμευτικός στόχος για μείωση του χρέους κατά 1% του ΑΕΠ ετησίως, ιδίως για χώρες με υψηλό χρέος όπως η Ελλάδα. Η βασική προτεραιότητα πλέον είναι η αποπληρωμή του χρέους, και όχι η διανομή υπερπλεονασμάτων.
Ενδεικτικά, το πρωτογενές πλεόνασμα του 2024 έφτασε τα 11,4 δισ. ευρώ, αλλά μόνο 1,1 δισ. διατέθηκε για παροχές — τα υπόλοιπα διοχετεύθηκαν στον πρόωρο μηχανισμό αποπληρωμής δανείων του πρώτου μνημονίου, με ορίζοντα αποπληρωμής τη δεκαετία νωρίτερα (2031 αντί 2041).
Η πρόωρη εξόφληση αυτών των υποχρεώσεων δημιουργεί ετήσια κέρδη από τόκους που μπορεί να φτάσουν και το 1 δισ. ευρώ, τα οποία μπορούν να επιστραφούν σε στοχευμένες και μόνιμες παροχές, επενδύσεις σε υγεία, παιδεία, κοινωνικές υπηρεσίες και ευάλωτα νοικοκυριά.
Το νέο πλαίσιο: περιορισμός ή θωράκιση;
Οι νέοι κανόνες δεν περιορίζουν απλώς την υπερβολή — θωρακίζουν τη χώρα απέναντι στην επιστροφή του λαϊκισμού, στην κατάρρευση της εμπιστοσύνης και σε παροχές χωρίς αντίκρισμα. Επιπλέον, αποκαθιστούν τη διεθνή αξιοπιστία της Ελλάδας και παρέχουν ένα σταθερό πλαίσιο επενδυτικής ασφάλειας.
Για τους πολίτες, η αλλαγή σημαίνει λιγότερες αλλά σταθερές παροχές, με μακροχρόνιο αποτύπωμα. Οι γενναίες κοινωνικές πολιτικές δεν θα είναι προϊόν προεκλογικών εξαγγελιών αλλά καρπός της σοβαρής δημοσιονομικής διαχείρισης.