Ο Αντώνης Μποσκοΐτης επισκέπτεται ξανά τη Θεσσαλονίκη και το Θέατρο Αμαλία, μετά την επιτυχημένη παράσταση «Με λένε Εύα» και μια βραδιά-αφιέρωμα στην Κατερίνα Γώγου. Αυτή τη φορά θα προβληθεί το ντοκιμαντέρ του «Οδύσσειες σωμάτων – Μπαλάντα για τον Νίκο Κούνδουρο», στην παρουσίαση του βιβλίου της Άννας Βοργία, Νίκος Κούνδουρος « …με αυτά πορεύτηκα», στις 20 Απριλίου. Ο Αντ. Μποσκοΐτης σε συνέντευξη του στην Karfitsa μιλάει για το ντοκιμαντέρ, για το κοινό «σημείο» που έχουν οι μεγάλες προσωπικότητες που έχει «ερευνήσει» και για την επιθυμία του να «βουτήξει» στη ζωή του Ντίνου Χριστιανόπουλου.
Πείτε μας πως προέκυψε το ντοκιμαντέρ για τον Ν. Κούνδουρο;
Θα έλεγα ότι ήταν το αποτέλεσμα μιας στενής σχέσης και φιλίας που είχαμε με τον Νίκο Κούνδουρο για σχεδόν μία δεκαετία μέχρι την έναρξη των γυρισμάτων, κάτι που συνεχίστηκε και μέχρι το θάνατο του το 2017. Την αρχική πρόταση μού έκανε ο Γιάννης Σολδάτος, συγγραφέας της κουνδουρικής βιογραφίας, με κατευθείαν ανάθεση από την τότε διεύθυνση του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου.
Πόσο διήρκησε η έρευνα και τι είναι αυτό που θέλατε να μείνει στον θεατή;
Όχι ακριβώς έρευνα, αν υποτεθεί πως πολλά – πολλά χρόνια πίσω, το πρώτο πράγμα που διδαχτήκαμε στη σχολή κινηματογράφου ήταν ο «Δράκος» του Κούνδουρου. Στην ταινία αυτή, πέραν της φιλμογραφίας του Κούνδουρου, παρουσιάζεται ο άνθρωπος Κούνδουρος, ο Κρητικός, το ανυπότακτο πνεύμα, ο ασυμβίβαστος, ο χιουμορίστας και αυτά ακριβώς τα στοιχεία ήταν που ήθελα να μείνουν στον θεατή.
Πρόσφατα πραγματοποιήσατε μια βραδιά αφιερωμένη στην Κατερίνα Γώγου με προβολή του ντοκιμαντέρ «Κατερίνα Γώγου – Για την αποκατάσταση του μαύρου», στο θέατρο Αμαλία. Τώρα για τον Ν. Κούνδουρο. Αναλύετε προσωπικότητες που έχουν αφήσει το αποτύπωμα τους. Έχουν κάτι κοινό; Τι εντυπωσιάζει συνήθως το κοινό;
Το κοινό τους είναι αυτό που λέμε «ροκ προσωπικότητες». Θα μπορούσε στο ντοκιμαντέρ για τη Γώγου να έχει συμμετάσχει και ο Κούνδουρος, αφού ήθελε την ηθοποιό και ποιήτρια για ένα ρολάκι στο «1922» του και τη γνώριζε καλά. Να πω την αλήθεια, αν αυτό ρωτάτε, δεν μ’ ενδιαφέρει τι εντυπωσιάζει το κοινό. Εγώ την ιστορία καταγράφω μέσα από τα δικά μου μάτια και τη δική μου αισθητική. Τόσα χρόνια, πάντως, που τα ντοκιμαντέρ αυτά προβάλλονται με την πρώτη ευκαιρία, σε Ελλάδα και εξωτερικό, συνειδητοποιώ πως σαν ντοκιμαντέρ, ταινίες τεκμηρίωσης δηλαδή, πέτυχαν το σκοπό τους.
Ποια προσωπικότητα της Θεσσαλονίκης σας ελκύει το ενδιαφέρον για να την ερευνήσετε;
Σίγουρα ο Ντίνος Χριστιανόπουλος, τον οποίο είχα την τύχη να γνωρίσω το 2013, να πάω στο σπίτι του και να μου δώσει μία μαραθώνια συνέντευξη. Το να «ερευνήσεις» την προσωπικότητα του Χριστιανόπουλου, είναι κάτι που δε σταματά, άπαξ και εκτιμάς το σημαντικότατο έργο του και συχνά ανατρέχεις σ’ αυτό μέσα στην καθημερινότητα σου. Και, εντάξει, σε περίπτωση που αποφάσιζα να του κάνω ένα ντοκιμαντέρ, εκεί θα μιλάγαμε για άλλου είδους έρευνα, στην οποία θα χρειάζονταν και άλλοι άνθρωποι από τον κύκλο του και όχι μόνο.
Πόσο δύσκολο είναι στην Ελλάδα του σήμερα γυρίσει κάποιος ένα ντοκιμαντέρ;
Σ’ αυτό δεν έχω καλή απάντηση. Έχω φίλους ντοκιμαντερίστες που κάνουν ντοκιμαντέρ με ελάχιστα μέσα και τους βγαίνει μία χαρά, εκ των ενόντων- που λέμε, αλλά μην ξεχνάτε πως εγώ είμαι μιας άλλης γενιάς, όχι και τόσο νέος πια, που «καλόμαθα». Θέλω να πω ότι ταινία – «μαζευόμαστε όλοι και την κάνουμε», το έκανα μία φορά μόνο με τη Γώγου. Σ’ όλα τ’ άλλα ντοκιμαντέρ μου, οι συνεργάτες μου πληρώθηκαν κανονικότατα, υπήρχε δηλαδή μηχανισμός χρηματοδότησης από πίσω. Υπό αυτή την έννοια, ελλείψει παραγωγής κλπ., δεν είναι εύκολο κατ’ εμέ να γυρίσει κάποιος ένα ντοκιμαντέρ, τουλάχιστον όπως εγώ θα το ονειρευόμουν.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΤΥΠΗ KARFITSA