«Ένα ταξίδι είναι η ζωή», η στήλη της ψυχοθεραπεύτριας Νέλης Βυζαντιάδου εμπνευσμένη από το ομώνυμο βιβλίο της.
- Χρειαζόμαστε μια ολόκληρη ζωή για να γνωρίσουμε τα κομμάτια μας. Πώς μπορώ να σας μιλήσω μέσα σε λίγα λεπτά για τα υπόλοιπα κομμάτια σας και για αυτά που απολαμβάνουν;
- Μιλήσατε όμως με βεβαιότητα για το κομμάτι μου που απολαμβάνει την αλλαγή.
- Μιλώ με βεβαιότητα για τα κομμάτια που μου δείχνετε εσείς η ίδια και επομένως μου επιτρέπετε να δω και να μπορώ να μιλώ για αυτά.
(απόσπασμα από το βιβλίο μου ‘Ένα ταξίδι είναι η ζωή’)
Αν σου ζητούσα να γράψεις αυτή τη στιγμή τους ρόλους που έχεις στη ζωή σου, ποιους θα σκεφτόσουν; Κι αν σου ζητούσα να βάλεις ένα πρόσημο δίπλα από κάθε ρόλο που να περιγράφει το πώς βιώνεις αυτό το ρόλο και πόσο ευχαριστημένος/η είσαι από αυτόν, τι πρόσημο θα έβαζες; Θετικό, αρνητικό ή και τα δύο; Αλήθεια πώς αντιλαμβάνεσαι ένα ρόλο; Πώς θα εξηγούσες αυτήν την έννοια σε ένα μικρό παιδί; Τι θα του έλεγες για να καταλάβει τι είναι ένας ρόλος;
Η έννοια του ρόλου οφείλει την προέλευση και ύπαρξή της στο θέατρο και θα μπορούσε να περιγραφεί ως μια συμπεριφορά που εκδηλώνεται σε ένα συγκεκριμένο πλαίσιο και σε μια δεδομένη χρονική στιγμή. Ο ρόλος έχει κεντρική θέση στη θεωρία του ψυχοδράματος και είναι, σύμφωνα με τον Jacob Levy Moreno, ο τρόπος με τον οποίο αντιδρούμε σε άλλους ανθρώπους ή σε καταστάσεις και που βασίζεται σε μεγάλο βαθμό σε προηγούμενες εμπειρίες μας και σε πολιτισμικούς παράγοντες της κοινωνίας, μέσα στην οποία ζούμε. Με άλλα λόγια κάθε ρόλος είναι ένας συγκερασμός ιδιωτικών και συλλογικών στοιχείων.
Ας φανταστούμε λοιπόν το ρόλο σαν ένα κοστούμι, που φοράμε και το οποίο το έχουμε διδαχθεί από έναν ή περισσότερους σημαντικούς άλλους στη ζωή μας με πρώτους τους γονείς μας. Φορώντας αυτό το κοστούμι καταφέρνουμε να νιώθουμε, να σκεφτόμαστε και να συμπεριφερόμαστε με συγκεκριμένο τρόπο. Οι ρόλοι, που έχουμε στη ζωή μας, είναι πολλοί. Από αυτούς άλλοι είναι ενεργοί και άλλοι ανενεργοί ή ξεχασμένοι. Το σημαντικό όμως είναι πως εάν έχουμε υιοθετήσει ένα ρόλο στη ζωή μας, μπορεί να ενεργοποιηθεί ξανά ακόμα κι αν έχουν μεσολαβήσει χρόνια από τότε που είχε απενεργοποιηθεί. Ο πρώτος ρόλος που έχουμε όλοι ανεξαιρέτως είναι ο ρόλος του παιδιού. Δίπλα από κάθε ρόλο συνηθίζουμε να βάζουμε επιθετικούς προσδιορισμούς που περιγράφουν ουσιαστικά το πώς υποστηρίζουμε αυτόν το ρόλο. Για παράδειγμα είμαι ένα καλό παιδί, ένα υπάκουο παιδί, ένα δύσκολο παιδί και πάει λέγοντας. Κάθε ρόλος υπάρχει σε σχέση με έναν άλλο ρόλο. Με άλλα λόγια είμαι το παιδί των γονιών μου.
Οι ρόλοι, που έχουμε στη ζωή μας, είναι κάτι, που έχουμε μάθει και που μπορούμε άνετα να ξεμάθουμε για να μάθουμε κάτι καινούργιο. Οι ρόλοι μπορούν κάλλιστα να αναθεωρηθούν και να αναπροσδιοριστούν σε περίπτωση, που δεν εξυπηρετούν τα συμφέροντά μας. Οι ρόλοι μπορούν να χαθούν, να μειωθούν, να απωθηθούν ή ακόμα και να αφαιρεθούν. Αυτό, που δεν πρέπει να ξεχνάμε, είναι ότι οι ρόλοι μας βρίσκονται σχεδόν πάντα σε σχέση με μια εξωτερική συνθήκη.
Ο Dalmiro Bustos ανέπτυξε τη θεωρία ρόλων του Moreno υποστηρίζοντας ότι υπάρχουν τρεις κύριες υποομάδες ρόλων: στην πρώτη ομάδα ανήκουν εκείνοι οι ρόλοι, που εμφανίζονται αρχικά και σχετίζονται κυρίως με ζητήματα εξάρτησης και παθητικότητας. Οι ρόλοι αυτοί μαθαίνονται, συνήθως, στο πλαίσιο σχέσης με τη μητέρα.
Στη δεύτερη ομάδα ρόλων ανήκουν ρόλοι, που σχετίζονται με ενεργητικότητα, εργασία, αυτοπεποίθηση, ικανότητα επίτευξης στόχων και άσκηση εξουσίας. Προϋποθέτουν μια επικράτηση της αυτονομίας και της δραστηριότητας και μαθαίνονται, συνήθως, στο πλαίσιο σχέσης με τον πατέρα.
Τέλος η τρίτη ομάδα ρόλων περιλαμβάνει ρόλους γύρω από το παιχνίδι, τον ανταγωνισμό, το συναγωνισμό και το μοίρασμα και μαθαίνονται στο πλαίσιο της σχέσης με ένα ή περισσότερα αδέλφια. Οι ρόλοι αυτοί είναι εξίσου απαραίτητοι καθώς μαθαίνουν στο άτομο έννοιες, όπως επιβολή ορίων, αίσθηση κατοχής και υπεράσπιση του εαυτού από επιθετική συμπεριφορά άλλων.
Η ανάπτυξη όλων των παραπάνω ρόλων και η επέκταση του ρεπερτορίου των ρόλων, που διαθέτουμε, μας παρέχει τη δυνατότητα προσωπικής ολοκλήρωσης και αυτοπραγμάτωσης. Όλοι μας έχουμε βιώσει εμπόδια και δυσκολίες στην προσωπική μας εξέλιξη εξ αιτίας υπερβολής, αποτυχίας ή απουσίας ρόλων στη ζωή μας. Για παράδειγμα συναντάμε δυσκολίες εάν είμαστε υπερβολικά καλοί, δειλοί ή αν δεν διεκδικούμε αυτά, που μας ανήκουν.
Η Sue Daniel, από την άλλη, αναφέρει ότι κάθε ρόλος αποτελείται από σκέψεις, συναισθήματα και συμπεριφορές και κάνει λόγο για αυθεντικούς και μη αυθεντικούς ρόλους. Ένας ρόλος, σύμφωνα με την ίδια, χαρακτηρίζεται ως αυθεντικός όταν τα συναισθήματα, οι σκέψεις και συμπεριφορές είναι σε αρμονία ενώ γίνεται λόγος για μη αυθεντικό ρόλο όταν δεν παρατηρείται αρμονία μεταξύ των τριών μεταβλητών. Για παράδειγμα ένα άτομο ενδέχεται να σκέφτεται και να νιώθει με Χ τρόπο αλλά να συμπεριφέρεται με έναν άλλο τρόπο, που δεν υποστηρίζει τις σκέψεις και τα συναισθήματά του ή μπορεί να συμπεριφέρεται και να νιώθει με έναν τρόπο, που αντιτίθεται στο σύστημα αξιών και αντιλήψεων του.
Ο Gregory Bateson τέλος διακρίνει τους ρόλους σε συμπληρωματικούς και συμμετρικούς. Συμπληρωματικοί είναι οι ρόλοι, που χαρακτηρίζονται από διαφορά στη μεταξύ τους σχέση (π.χ. γονιός και παιδί, δάσκαλος και μαθητής) ενώ συμμετρικοί είναι οι ρόλοι, που είναι παρόμοιοι μεταξύ τους (π.χ. γονιός και γονιός, εραστής και εραστής).
Οι ρόλοι από μόνοι τους δεν μας δημιουργούν προβλήματα. Προβλήματα μας δημιουργούν οι προσδοκίες των άλλων σχετικά με τους ρόλους μας. Αν λοιπόν περιμένουν οι γονείς σου να είσαι πάντα το «καλό παιδί», αυτό σου δημιουργεί ενοχές σε περίπτωση που επιχειρήσεις να κάνεις κάτι που θέλεις αλλά που διαφοροποιείται από τις επιθυμίες τους και επομένως πυροδοτεί το φόβο ότι δεν είσαι άλλο πια το «καλό παιδί» τους. Προβλήματα όμως δημιουργούν και οι προσδοκίες που έχουμε εμείς οι ίδιοι από το ρόλο που υπηρετούμε. Μεγαλώνοντας προσθέτουμε καινούργιους ρόλους στο ρεπερτόριο μας με τους οποίους άλλοτε τα καταφέρνουμε καλύτερα και άλλοτε δυσκολευόμαστε. Όσο πιο πολλούς ρόλους μοιραζόμαστε σε μια σχέση, τόσο πιο εύθραυστη γίνεται η σχέση γιατί ελλοχεύει ο κίνδυνος της σύγκρουσης των διαφορετικών ρόλων μεταξύ τους.
Κλείνοντας να τονίσω ότι υπάρχουν τρεις μεγάλες ομάδες ρόλων που δεν είναι άλλες από τις εξής: 1) οι ρόλοι με τους οποίους τα πας πολύ καλά και δεν θέλεις να αλλάξεις, 2) οι ρόλοι με τους οποίους τα πας αρκετά καλά αλλά θα ήθελες να βελτιώσεις και 3) οι ρόλοι με τους οποίους δεν τα πας καλά είτε γιατί είναι υπερβολικά αναπτυγμένοι (π.χ. είσαι πολύ υποχωρητικός ή ανεκτικός) είτε γιατί είναι ανύπαρκτοι (π.χ. δεν είσαι διεκδικητικός ή δυναμικός).
Τροφή για σκέψη: τι γίνεται με τους δικούς σου ρόλους; Αναγνωρίζεις κάποιους που σου δημιουργούν δυσκολίες; Υπάρχουν ρόλοι που συγκρούονται με άλλους; Μήπως υπάρχουν ρόλοι που θα ήθελες να επαναφέρεις σε ισχύ;
Υ.Γ. Στο επόμενο άρθρο θα μιλήσουμε για αυτούς που φθονούν την αλλαγή σου.