Οι αναλογικές εκλογές ολοκληρώθηκαν. Αν βασικό ζητούμενο, δε, ήταν να εμποδίσουν τη ΝΔ να συγκροτήσει αμέσως κοινοβουλευτική πλειοψηφία αυτοδύναμη, το «πέτυχαν».
Απέτυχαν όμως παταγωδώς να οδηγήσουν σε αυτό που κάποιοι ονόμαζαν «προοδευτική πλειοψηφία». Όπως δε είπε ο Τσίπρας, αφού αναγνώρισε ως λάθος του την εισαγωγή της ολοσχερούς -πλην καθόλου απλής- αναλογικής, θα περάσουν δεκαετίες μέχρι, έστω, να ξανασυζητηθεί η εκ νέου εισαγωγή ενός τέτοιου συστήματος.
Ωστόσο δεν πέρασαν οι πολιτικές συνέπειες αυτής της θεσμικής πρωτοβουλίας, έστω και αν μετάνιωσε ο εμπνευστής της. Θα ακολουθούν χρόνια τη χώρα. Ασφαλώς και μετά την ανάδειξη του κοινοβουλίου που θα γίνει με τελείως διαφορετικής λογικής εκλογικό σύστημα στις 25 Ιουνίου. Γιατί αυτό;
Γιατί ένα εκλογικό σύστημα, πριν καθορίσει την κατανομή των εδρών, καθορίζει -μέσα από την ανάδειξη των βασικών εκλογικών διακυβευμάτων και ζητούμενων- την ίδια την κατανομή των ψήφων, διαμορφώνοντας αντίστοιχο πολιτικό κλίμα και προσδιορίζοντας την ψυχολογία των εκλογέων.
Σε όλα τα χρόνια της Μεταπολίτευσης λοιπόν, πλην της περιόδου 1989-90 και των εκλογών του Μαΐου του 2023, όλες οι εκλογικές αναμετρήσεις διεξήχθησαν με εκλογικό σύστημα πλειοψηφικής λογικής, με την έννοια πως ο μηχανισμός κατανομής των εδρών ως βασικό εκλογικό διακύβευμα αναδείκνυε το αν θα προκύψει αυτοδύναμη μονοκομματική κυβέρνηση και ποιου κόμματος αυτή θα ήταν.
Με ένα τέτοιο εκλογικό σύστημα λοιπόν, συμβατό προς την πολιτική κουλτούρα της Μεταπολίτευσης… Και χωρίς την «εναλλακτική» λογική της αναλογικής… Θα ήταν αδύνατο και αδιανόητο δύο κόμματα από το πουθενά, αντισυστημικά, τελείως αντίθετα σε πολλά επίπονα διαμορφωμένα consensus (πχ, πως η χώρα είναι κράτος κοσμικό και δυτικόφιλο), δημοσκοπικά δε έως προχθές μη ανιχνεύσιμα, δηλαδή η Νίκη και η Πλεύση Ελευθερίας, να πλησιάσουν τόσο στο όριο το 3%. Αφού η κοινωνία θα ψήφιζε με τη λογική ποιο μεγάλο κόμμα θα διασφαλίσει τις 50 -ή με τον «εκλογικό νόμο Μητσοτάκη» έως 50- πλειοψηφικές έδρες, άρα η λαϊκή ψήφος θα είχε πολύ πιο «δικομματικό προσανατολισμό». Τα δύο, δηλαδή, μεγάλα κόμματα, αντί να συναθροίσουν όπως προ ημερών συνέβη 61%, ίσως έφταναν το 70%: Πχ, 43%-44% η ΝΔ, γύρω στο 27% ο ΣΥΡΙΖΑ. Χωρίς δε τα ποσοστά της 21ης Μαΐου για Νίκη και Ζωή, που μόνο με την αναλογική θα μπορούσαν να έχουν επιτευχθεί, θα ήταν αδιανόητη η -σήμερα λογικά επικείμενη και σχεδόν αναπόφευκτη- είσοδος στο κοινοβούλιο των δυο μικρών, αντισυστημικών κομμάτων, με την αντιδυτική και αντικοσμική κουλτούρα…
Αυτό λοιπόν σημαίνει, όμως, πως οι επιπτώσεις της ολοσχερούς αναλογικής δεν θα έχουν τελειώσει με τη διεξαγωγή εκλογών στις 25 Ιουνίου με ένα διαφορετικό, πλειοψηφικής λογικής και δυναμικής, εκλογικό σύστημα. Οι συνέπειες του καιροσκοπισμού -ή της ιδεοληψίας- του Τσίπρα και του μεγαλυτέρου μέρους του ΣΥΡΙΖΑ που αυτός εξέφρασε θα ακολουθούν τη χώρα για πολύ ακόμα. Αφού το σύστημα αυτό θα έχει κληροδοτήσει και στη νέα Βουλή ισχυρές δόσεις σκοταδισμού, φανατισμού και αντιπραγματισμού. Οπότε ο κ. Τσίπρας θα μάθει πως μετά την απομάκρυνση από τις κάλπες ουδέν λάθος αναγνωρίζεται.
Και μπορεί ο εξ Αθαμανίου Άρτης πολιτικός να θλίβεται για τις επιπτώσεις στο κόμμα του τού θεσμικού παραλογισμού που αφρόνως εισήγαγε, ωστόσο ούτε για τη χώρα θα έχει θετική επίπτωση ο αντιδυτικός και αδιάλλακτος λόγος στη Βουλή των δύο κομματικών μορφωμάτων που ευνοήθηκαν από αυτόν: τόσο της Ζωής (αν ο αυταρχισμός και η «συντροφολαγνία» που επιδεικνύει δεν κάνουν τελικά την κοινωνία να εγκαταλείψει τη δημοσκοπικά καταγραφόμενη «ζωοφιλία» της) όσο και του Νατσιού (αν η λόγω στήριξης από τον Κασιδιάρη άνοδος των «Σπαρτιατών» δεν αλλάξουν την τελευταία στιγμή τα δεδομένα…).
Μόνη ελπίδα, ίσως, να ευεργετηθούμε ως χώρα από την πανουργία της Ιστορίας, την αμετροέπεια της Ζωής ή/και -για να μιλήσουμε με όρους πιο οικείους και στη Νίκη- την υπέρ του τόπου παρέμβαση του «φιλέλληνος Θεού»… Οπότε ουδείς θα τολμήσει να επαναφέρει τον ισχυρισμό του Σταντάλ: «Μόνη δικαιολογία του Θεού είναι πως δεν υπάρχει»…
ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΤΗΣ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑΣ POLITICAL