Μετά τα όσα δεινά ζήσαμε λόγω του κορονοϊού ο Φάνης Μουρατίδης εξηγεί ότι η παράσταση «Ο κουρέας της Σεβίλλης» είναι αυτή που πρέπει να δούμε.
Της Φιλίππα Βλαστού
«Η πίεση που έχουμε υποστεί είναι πολύ μεγάλη ιδίως με τον εγκλεισμό. Ο κόσμος έχει ανάγκη να ξεσκάσει, να αποσυμπιεστεί, να χαλαρώσει και να ξεχαστεί. Η παράσταση αυτή λοιπόν είναι γενναιόδωρη. Πέρα από το ψυχαγωγικό κομμάτι ο θεατής μπορεί να βρει ένα δεύτερο κομμάτι και αυτό είναι πώς σχολιάζει ο Μπομαρσέ με έναν έξυπνο, χαριτωμένο, παιχνιδιάρικο τρόπο τα πράγματα που συμβαίνουν στο παιχνίδι της εξουσίας και τις ταξικές διακυμάνσεις τα οποία δεν τα βλέπει σε ένα πρώτο επίπεδο ο θεατής. Πρέπει να σκεφτεί και να κάνει έναν απολογισμό του τι είδε και να αντιληφθεί ότι μέσα από μια εύθυμη παράσταση μπορείς να προβληματιστείς με πράγματα που συμβαίνουν στην κοινωνία και στις ζωές μας και έχουμε μάθει να ζούμε με αυτά χωρίς να μας κακοφαίνονται», εξηγεί ο ηθοποιός που πρωταγωνιστεί στην παράσταση.

Η ιεραρχία πριν το «ναι»
Πριν πει το «ναι» σε μια παράσταση ο Φ. Μουρατίδης βάζει κάποια πράγματα σε μια κλίμακα ιεραρχίας. «Το βασικό μου κριτήριο είναι οι συνεργάτες, δηλαδή οι άνθρωποι που θα συνεργαστώ, δεύτερο το έργο και τρίτο τα χρήματα», σημειώνει. Για αυτό όπως υπογραμμίζει σε προσωπικό επίπεδο το πρώτο πράγμα που τον κινητοποιήσει σε σχέση με τον «Κουρέα της Σεβίλλης» είναι οι άνθρωποι που το στελεχώνουν. «Ένα έργο είναι μια καλή ευκαιρία να συναντηθούν ξανά δυο καλοί φίλοι, όπως έγινε με εμένα και τον Βασίλη Χαραλαμπόπουλου». Προσθέτει δε ότι για εκείνον είναι πολύ σημαντικό το γεγονός ότι η παράσταση θα έρθει στη Θεσσαλονίκη, καθώς είναι η πόλη του. «Στη Θεσσαλονίκη είναι αγαπημένα μου πρόσωπα, οικογένεια, φίλοι. Είναι μια στιγμή που την περιμένω με ανυπομονησία», τονίζει.
Για τον Φ. Μουρατίδη ο ηθοποιός δεν χωρίζεται με βάση την ταμπέλα του θεατρικού και του τηλεοπτικού. «Οι ταμπέλες μπορεί να υπάρχουν γιατί για κάποιους είναι μια αναγκαιότητα που την χρειάζονται απλά και μόνο για να καλύπτουν ανασφάλειες», λέει και προσθέτει ότι «το μόνο που ξέρω είναι ότι υπάρχουν δυο κατηγορίες καλλιτεχνών. Αυτοί που αγαπούν την δουλειά τους και αυτοί που χρησιμοποιούν την δουλειά τους. Αυτοί που αγαπούν δεν έχουν είδος, όπου και αν βρεθούν θα κάνουν την δουλειά τους όσο καλύτερα μπορούν, καθώς είναι μια δουλειά που ‘’παντρεύεσαι’’ το άγνωστο και το απρόσμενο. Είναι μια δουλειά που σχετίζεται άμεσα με την αλληλεπίδραση με τον κόσμο και με την έμπνευση. Με τον χρόνο που θα διαθέσεις, αλλά και σε τι στιγμή σε βρίσκουν κάποιες ευκαιρίες. Πολλά παίζουν ρόλο…».
Μπορεί ένας ηθοποιός ακόμη και αν είναι γνωστός στο ευρύ κοινό να ζει αποκλειστικά και μόνο από την τέχνη του; «Θα πρέπει να κάνει θέατρο, τηλεόραση, ραδιόφωνο. Με λίγα λόγια πρέπει να κάνει πενήντα πράγματα για να βγάλει έναν μισθό που θα τον βοηθήσει να συντηρεί τον εαυτό του σε ένα αξιοπρεπές βιοτικό επίπεδο», εξηγεί και συμπληρώνει ότι «ακόμη και ένας διάσημος ηθοποιός δεν έχει λύσει τα οικονομικά του προβλήματα. Μέχρι το 2006 όντως υπήρξε μια καλή περίοδος για κάποιους συναδέλφους που έτυχε να είναι σε τρομερή ροή και σε συνεχή ζήτηση και αξιοποίησαν τους κανόνες ‘’προσφοράς και ζήτησης’’, αλλά αυτά είναι μια ελάχιστη μερίδα που ανήκουν στις εξαιρέσεις και δεν μπορούν να θεωρηθούν κανόνας».
*«Ο κουρέας της Σεβίλλης», στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης, από 26 Απριλίου
ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΤΥΠΗ KARFITSA