«Ενώ σκεφτόμαστε τι είναι ικανός ο άνθρωπος να κάνει για την επιτυχία και τη διασφάλιση κύρους, ταυτόχρονα μας τρομάζει».
Μετά από έναν επιτυχημένο κύκλο παραστάσεων στο Rabbithole στην Αθήνα, η ομάδα «Νοσταλγία» έρχεται στη Θεσσαλονίκη και το θέατρο Metropolitan με την «Τούνδρα», το πρωτότυπο έργο του Γιώργου Σίμωνα, σε σκηνοθεσία Γιώργου Τζαβάρα.
Η υπόθεση είναι συναρπαστική και ταυτόχρονα ενδιαφέρουσα. Ένα εγκαταλειμμένο γραφείο στον τελευταίο όροφο ενός ουρανοξύστη, το οποίο ανήκει σε μεγάλη κτηματομεσιτική εταιρεία, είναι το σκηνικό όπου εκτυλίσσεται η υπόθεση του έργου, με πρωταγωνιστές τρεις υπαλλήλους της εταιρείας και τον εργοδότη τους, τον Μπομπ. Τα τρία πρόσωπα και ο Μπομπ, σε μια αποκαλυπτική παρουσία/απουσία ανάμεσά τους, περνούν την τελευταία τους νύχτα στο άδειο πλέον δωμάτιο, σε έναν τόπο και χρόνο ακαθόριστο μα ταυτόχρονα οικείο, περιμένοντας την επόμενη μέρα.
Ο «Μπομπ» ή αλλιώς Γιώργος Σίμωνας μίλησε στην «Κ» για την παράσταση αναφέροντας τον χαρακτήρα που υποδύεται, την συνεργασία του με τα άλλα μέλη της «Τούνδρας» αλλά και πόσο εύκολο ήταν να «μπει» στα «παπούτσια» του ηθοποιού αλλά και του συγγραφέα ταυτόχρονα.
Συνέντευξη στoν Βαγγέλη Δούρβα
• Ποιος είναι ο Μπομπ; Τι τον συνδέει και τι τον κάνει διαφορετικό από τους υπόλοιπους χαρακτήρες;
Ο Μπομπ είναι το τέταρτο πρόσωπο της σατυρικής αυτής ιστορίας. Είναι το αφεντικό των τριών υπαλλήλων που συμμετέχουν ενεργά, το οποίο βρίσκεται νεκρό, μάλλον, στο γραφείο του όπου και διαδραματίζεται η ιστορία. Όταν εμπνεύστηκα τη βασική πλοκή του έργου, ο Μπομπ ήταν «εκεί» από την αρχή: τρία πρόσωπα που συνομιλούν την τελευταία νύχτα, πριν η εταιρεία που εργάζονται μετακομίσει, με το αφεντικό τους νεκρό στο «πάτωμα». Διαφορετικό τον κάνει η παρουσία/απουσία του και φυσικά η ταμπέλα του «αφεντικού». Μου είχε φανεί (ακόμη μου φαίνεται) αρκετά σπαρταριστό να βλέπουμε έναν, κατά τα άλλα φυσιολογικό διάλογο, με το ένα πρόσωπο, το σημαίνον, να είναι νεκρό και με μία έννοια να κινεί ακόμη τα νήματα, όχι όπως το φανταζόμαστε όμως. Η «Τούνδρα» είναι ένα σχόλιο στη νουάρ σχολή σεναρίων.

• Πώς είναι η συνεργασία σας με τις ηθοποιούς και τον σκηνοθέτη Γιώργο Τζαβάρα;
Εκτός από τη Ματίνα (Περγιουδάκη) με την οποία είχαμε ξανασυνεργαστεί στο «Αβυσσαλέο κτήνος» του Τζακ Λόντον, οι άλλοι συντελεστές ήταν καινούριοι στην ομάδα. Ο Γιώργος Τζαβάρας ήταν ένα σημαντικό πρόσωπο στην εξίσωση έργο-σκηνοθεσία-παράσταση. Ήταν νομίζω ο κατάλληλος σκηνοθέτης για να λύσει το αίνιγμα της «Τούνδρας». Το είδε με τα δικά του μάτια, τα οποία επεξεργάστηκαν με έναν ιδιαίτερο τρόπο το κείμενο, παιχνιδιάρικα αλλά ταυτόχρονα με ένα μυστήριο. Έφερε την παράσταση πιο κοντά στο κοινό, με τη βοήθεια βέβαια της δραματουργικής επεξεργασίας με την οποία ασχολήθηκε επισταμένως η Αναστασία (Στυλιανίδη). Εκτός αυτού, είναι ένας υπέροχος συνεργάτης και άνθρωπος. Το ίδιο ακριβώς θα πω και για τις δύο ηθοποιούς που συνεργάστηκα. Η Ματίνα και η Αναστασία είναι πάρα πολύ έμπειρες συνεργάτιδες, θέτουν πραγματικά ερωτήματα και έχουν μια αδιαμφισβήτητη αντίληψη για το σύγχρονο σκηνικό θέαμα: έτσι κι αλλιώς το πλούσιο βιογραφικό τους με τις πάμπολλες συνεργασίες δίπλα σε μεγάλα ονόματα το μαρτυρά. Σε αυτή την παραγωγή η ομάδα ήταν πολύ δυνατή και παράλληλα εμπνευσμένη. Σε αυτό οφείλεται και η ξέφρενη πορεία της παράστασης στην Αθήνα, σε μια χρονιά ιδιαίτερα δύσκολη για το θέατρο.
• Τι στοιχεία έχει ο Μπομπ που μπορούν να χαρακτηρίσουν τον σύγχρονο άνθρωπο σήμερα;
Ο Μπομπ συνδυάζει στοιχεία ιλαρά. Τραγικά και κωμικά ταυτόχρονα. Μην ξεχνάμε πως είναι ένα πρόσωπο βωβό, μαθαίνουμε την ιστορία του μέσα από τους άλλους. Αλλά και πάλι ο χαρακτήρας του δεν θα είχε καμία σημασία αν δεν βλέπαμε τα αποτελέσματα της τριβής μαζί του στα άλλα πρόσωπα. Έτσι, ενώ αυτά που ακούμε και βλέπουμε είναι τουλάχιστον αστεία (και παραβατικά) καταλήγουν τραγικά και νοσηρά. Αυτό είναι και ένα μοντέλο του σύγχρονου ανθρώπου, αυτού που κυνηγά με νύχια και δόντια την επιβίωση, την ανέλιξη. Ενώ σκεφτόμαστε τι είναι ικανός ο άνθρωπος να κάνει για την επιτυχία και τη διασφάλιση κύρους, ταυτόχρονα μας τρομάζει – ίσως στο τέλος να αισθανόμαστε και μια μικρή λύπη. Αυτά είναι και τα συναισθήματα που μοιράστηκαν οι θεατές κατά τη διάρκεια της σεζόν.

• Πόσο δύσκολο ήταν να «μπείτε» ταυτόχρονα στα «παπούτσια» του ηθοποιού αλλά και του συγγραφέα;
Ίσως να είχε έναν βαθμό δυσκολίας τον καιρό που κάναμε πρόβες. Αλλά θα εξηγηθώ: όταν έγραφα το έργο, δεν σκεφτόμουν τον ρόλο που θα υποδυθώ. Σίγουρα είχα απεκδυθεί και τον ρόλο του σκηνοθέτη που είναι και η κύρια εργασία μου στο θέατρο. Όταν όμως ξεκίνησαν οι πρόβες ήμουν σαφής πως δεν θέλω να πάρω καμία θέση πάνω στη σκηνοθετική και δραματουργική κατεύθυνση. Το άφησα στα χέρια της ομάδας, πέρα από κάποιες διευκρινίσεις. Κάποιες στιγμές όμως, όπως είναι λογικό, επανερχόταν μια «άποψη» καθώς άκουγα τις κατευθύνσεις και τα μονοπάτια που το οδηγούσαμε. Παρέμεινα όμως πιστός σε αυτό που είχα θέσει στον εαυτό μου και ευτυχώς. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη απόλαυση από το να δίνεις τη δυνατότητα και την πιθανότητα στους συνεργάτες σου να «παίξετε» μαζί. Να δημιουργήσουν και αυτοί όπως δημιούργησες και εσύ. Αυτή είναι η αξία στο παιχνίδι, η ισότητα. Μέσα από αυτή μαθαίνεις, γίνεσαι καλύτερος και φυσικά προκύπτουν πράγματα που ούτε είχες φανταστεί.