Η πραγματική συντήρηση
του Γιάννη Κωνσταντίνου*
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ φροντίζει να επιβεβαιώνει το συντηρητικό της χαρακτήρα όσο περισσότερο μπορεί. Ξεκίνησε με την εκχώρηση του βαθέως κράτους σε καραμανλικούς (κι ακόμη δεξιότερους) συμμάχους της, στη συνέχεια νομιμοποίησε το ρόλο της εκκλησίας στο σχεδιασμό και την άσκηση κοινωνικής πολιτικής και ολοκλήρωσε την εικόνα με την επιλογή της ένστολης εμφάνισης του Υπουργού Εθνικής `Αμυνας και την εκχώρηση σε στρατό κι αστυνομία της διαχείρισης του προσφυγικού. Ο κατάλογος δεν έχει τέλος κι αγγίζει τομείς ακόμη και παραδοσιακής αριστερής ρητορείας, όπως ο πολιτισμός και η παιδεία. Η πιο συντηρητική όμως εκδοχή της αποτυπώνεται στην πρότασή της για το ασφαλιστικό με την εμμονή της στη διατήρηση των υφιστάμενων συνταξιοδοτικών παροχών σε βάρος των νεότερων γενεών. Δεν έχει σημασία σε ποιο βαθμό θα το πετύχει. Σημασία έχει η νομιμοποίηση της αντίληψης για το επιθυμητό της εξάρτησης των νέων ανθρώπων από το συνταξιοδοτικό εισόδημα γονέων και παππούδων τόσο στο επίπεδο της καθημερινής διαβίωσης όσο και στο πεδίο της αγοράς. Δεν κόβουμε συντάξεις, λένε τα κυβερνητικά στελέχη (πολλά εκ των οποίων απολαμβάνουν παχυλές παροχές σπάταλων ΔΕΚΟ ή χρεοκοπημένων ευγενών ταμείων), γιατί με αυτές ζουν δυο και τρεις οικογένειες, γιατί με αυτές κινείται η αγορά. Τα ελάχιστα μαρξιστικά κολλυβογράμματα που έμαθαν στα κρυφά από την κοινωνία σχολειά των κομματικών τους οργανώσεων, θα αρκούσαν για να αναλογιστούν ότι η οικονομική ισχύς των γερόντων στη βάση συνεπάγεται την ιδεολογική κυριαρχία της γερουσίας στο επικοδόμημα. Στο πλαίσιο αυτό η ένταξη στη συζήτηση νέων εννοιών, όπως η αειφορία του κοινωνικοασφαλιστικού συστήματος ή, και κυρίως, η διαγενεακή αλληλεγγύη δεν έχει καμία τύχη. Ο κυβερνητικός συντηρητισμός όχι μόνο αποκλείει κάθε προοπτική μεταφοράς πόρων σε αποθεματικά υπέρ της νέας γενιάς, αλλά συσκοτίζει τις αιτίες και συγκαλύπτει τους υπαίτιους της κατάρρευσης των ασφαλιστικών ταμείων. Η ορθή επιλογή της μείωσης των υφιστάμενων συντάξεων μπορεί να δικαιολογηθεί εύκολα με την κατάδειξη ότι αυτές όχι μόνο δεν αντιστοιχούν στις καταβληθείσες εισφορές, αλλά και ότι το μεγαλύτερο ποσοστό τους εξασφαλίστηκε με την κυνική υπεξαίρεση των εισφορών όσων ασφαλίστηκαν μετά την 1.1.1993 (στο άθλημα αυτό πρωταθλητές είναι οι απέχοντες επί τετράμηνο δικηγόροι, οι οποίοι το 2007 αύξησαν σε μια νύχτα κατά 77% την επικουρική σύνταξη των παλιών ασφαλισμένων). Πλην, όμως, μια τέτοια ειλικρίνεια εξοστρακίζεται από το δημόσιο διάλογο και πάλι προς χάρη των πιο συντηρητικών πελατών του ΣΥΡΙΖΑ, δηλαδή των κοινωνικών ομάδων που ανήγαγαν σε ύψιστο δικαίωμα τη διαβίωσή τους με τη χρήση πάγιας εντολής πληρωμής από το δημόσιο ταμείο.
*Ο κ. Κωνσταντίνου είναι δικηγόρος και Μέλος της ΜΕΣΥΑ στο Ποτάμι