Σε μια συμφωνία που αλλάζει τα δεδομένα της μεταπολεμικής οικονομίας στην Ουκρανία, Ουάσινγκτον και Κίεβο υπέγραψαν χθες στην αμερικανική πρωτεύουσα μια νέα, διευρυμένη συμφωνία οικονομικής συνεργασίας, η οποία προβλέπει μεταξύ άλλων τη δημιουργία επενδυτικού ταμείου ανοικοδόμησης αλλά και προνομιακή πρόσβαση των ΗΠΑ στους ουκρανικούς φυσικούς πόρους. Ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι εμφανίστηκε ικανοποιημένος, δηλώνοντας στο καθημερινό του μήνυμα πως πρόκειται για μια «ισότιμη και δίκαιη» συμφωνία, η οποία «δημιουργεί ευκαιρίες για σημαντικές επενδύσεις» και «ανοίγει τον δρόμο για τον εκσυγχρονισμό των βιομηχανιών της χώρας».
Από το χρέος στην κοινή επένδυση
Ειδική αναφορά έκανε ο Ζελένσκι στην αποφυγή αρχικού χρέους προς τις ΗΠΑ, όπως αρχικά φέρεται να είχε ζητήσει ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ. Αντίθετα, η συμφωνία προβλέπει τη δημιουργία ταμείου που θα αποφέρει κέρδη στην Ουκρανία, ενώ οι Ηνωμένες Πολιτείες θα αποκτήσουν πρόσβαση –και όχι κυριότητα– στα ουκρανικά ορυκτά.
Το σχήμα θυμίζει προηγούμενα αμερικανικά μοντέλα συνεργασίας σε μεταπολεμικές ζώνες (π.χ. Ιράκ, Κόσοβο), αλλά με εμφανώς μεγαλύτερη έμφαση στη δημιουργία απόδοσης για τον ξένο επενδυτή. Η πλευρά Ζελένσκι αποφεύγει να μιλήσει για στρατηγικές εξαρτήσεις, προτάσσοντας τον χαρακτήρα της «εταιρικής επένδυσης».
Νέα σελίδα για τα ουκρανικά κοιτάσματα
Η Ουκρανία διαθέτει από τα μεγαλύτερα κοιτάσματα σπάνιων γαιών και βιομηχανικών μετάλλων στην Ευρώπη, όπως τιτάνιο, λίθιο, χαλκό και νικέλιο. Η πολεμική σύρραξη ανέστειλε πολλά προγράμματα εξόρυξης, ωστόσο τα κοιτάσματα παραμένουν περιζήτητα, τόσο για αμυντικές όσο και για τεχνολογικές χρήσεις.
Η νέα συμφωνία, όπως επισημαίνουν διπλωματικές πηγές, θεμελιώνει έναν μηχανισμό μακροχρόνιας δέσμευσης των ΗΠΑ στην Ουκρανία μέσω οικονομικής παρουσίας. Από τη μία δημιουργείται μια σταθερή βάση επενδυτικής δραστηριότητας· από την άλλη, η Ουκρανία εξασφαλίζει συνεχή ροή πόρων για την ανοικοδόμηση της υποδομής της.
Στρατηγική συνεργασία ή σιωπηρή εξάρτηση;
Παρά την επίσημη ρητορική περί «ισοτιμίας», αναλυτές επισημαίνουν ότι η συμφωνία ενδέχεται να παγιώσει ένα μοντέλο οικονομικής εξάρτησης, στο οποίο η Ουκρανία θα αναλάβει ρόλο προμηθευτή πρώτων υλών και πεδίου για εξωτερικές επενδύσεις, χωρίς ρυθμιστικό έλεγχο. Η απουσία αρχικού χρέους μετριάζει τις εντυπώσεις, αλλά η πρόσβαση σε πόρους στρατηγικής σημασίας λειτουργεί από μόνη της ως εργαλείο επιρροής.
Την ίδια στιγμή, η Ουάσινγκτον διατηρεί ανοιχτή τη διπλωματική γραμμή για τον τερματισμό της σύρραξης με τη Ρωσία, αποφεύγοντας την άμεση εμπλοκή σε σχέδια ασφάλειας. Η νέα οικονομική συμφωνία επιτρέπει στις ΗΠΑ να μετέχουν ενεργά στη μεταπολεμική Ουκρανία, χωρίς στρατιωτικό κόστος.
Η Ουκρανία ανάμεσα σε δύο ρόλους
Με τη συμφωνία αυτή, η Ουκρανία επιχειρεί να ισορροπήσει ανάμεσα στον ρόλο της ενεργειακής και μεταλλευτικής πηγής για τη Δύση και εκείνον του κυρίαρχου κράτους που επιθυμεί την πλήρη ανασυγκρότηση με δικούς του όρους. Η στρατηγική αυτή προσδίδει ευκαιρίες αλλά και κινδύνους απώλειας αυτονομίας, ιδιαίτερα αν επεκταθεί σε πεδία πέραν της οικονομίας – όπως η άμυνα ή η νομοθετική εναρμόνιση.
Η συμφωνία χαιρετίστηκε επισήμως και από Αμερικανούς αξιωματούχους ως «πλαίσιο win-win». Ωστόσο, σε έναν πόλεμο που συνεχίζεται επί τρία έτη και με αβέβαιη κατάληξη, το πραγματικό τίμημα της ανοικοδόμησης ίσως αποκαλυφθεί στα επόμενα κεφάλαια.