Ο Ντόναλντ Τραμπ φαίνεται αποφασισμένος να τηρήσει μέχρι κεραίας τις υποσχέσεις του προς τη Wall Street. Σύμφωνα με αποκάλυψη του Politico, η νέα ηγεσία των εποπτικών αρχών των ΗΠΑ –κατόπιν προεδρικού διορισμού– βρίσκεται κοντά στην παρουσίαση πρότασης για τη μείωση των απαιτήσεων κεφαλαιακής επάρκειας των μεγάλων τραπεζών, δηλαδή του ελάχιστου αποθέματος που διατηρούν για την απορρόφηση ζημιών.
Η πρόταση διαμορφώνεται από κοινού με τη Fed, την Εποπτική Αρχή Νομισματικών Θεμάτων και την FDIC, ενώ αναμένεται να κατατεθεί μέσα στο καλοκαίρι. Ο υπουργός Οικονομικών Σκοτ Μπέσεντ, που συντονίζει το project, δήλωσε ότι η αλλαγή του πλαισίου αποτελεί «ύψιστη προτεραιότητα».
Από το «κραχ» του 2023 στο νέο καθεστώς
Η πρωτοβουλία αυτή έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την πολιτική του Τζο Μπάιντεν, ο οποίος –μετά την κατάρρευση της Silicon Valley Bank το 2023– είχε προτείνει αυστηροποίηση των ρυθμίσεων. Αντίθετα, η σημερινή κυβέρνηση θεωρεί ότι η αλλαγή των κανόνων θα ενισχύσει την οικονομική δραστηριότητα και ειδικά τη ρευστότητα στην αγορά κρατικών ομολόγων, η οποία παρουσιάζει αστάθεια λόγω του εμπορικού πολέμου και των ελλειμμάτων.
Στο επίκεντρο βρίσκεται ο συμπληρωματικός δείκτης μόχλευσης, που απαιτεί από τις τράπεζες να διατηρούν ελάχιστο κεφάλαιο αναλογικά με το συνολικό ενεργητικό τους. Οι Ρεπουμπλικάνοι και ο τραπεζικός κλάδος ζητούν αλλαγή του κανόνα ή εξαίρεση των κρατικών τίτλων, όπως ίσχυσε προσωρινά στην πανδημία. Ο στόχος είναι οι τράπεζες να αγοράζουν περισσότερα ομόλογα και να συμβάλουν στη μείωση των επιτοκίων.
Αντιδράσεις και ερωτήματα σταθερότητας
Η πρόθεση αυτή έχει προκαλέσει έντονες αντιδράσεις από προοδευτικούς κύκλους και watchdogs. Ο Φίλιπ Μπέιζιλ της Better Markets προειδοποιεί ότι πρόκειται για επικίνδυνη αποδυνάμωση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, ενώ άλλοι χαρακτηρίζουν την πρόταση «δώρο στους μεγάλους τραπεζίτες».
Το ερώτημα παραμένει: πρόκειται για ρύθμιση υπέρ της ανάπτυξης ή για επιστροφή στο προ κρίσης τοπίο απορρύθμισης; Οι επόμενοι μήνες θα δείξουν αν το νέο καθεστώς θα ενισχύσει πράγματι την οικονομία ή θα φέρει νέους κινδύνους στο σύστημα που ακόμη μετρά πληγές από το 2008.





