Αιφνιδιαστική δήλωση για τη λήξη των αμερικανικών επιχειρήσεων στην Υεμένη έκανε ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ, ανακοινώνοντας πως οι αντάρτες Χούθι «συνθηκολόγησαν» και πως οι βομβαρδισμοί των ΗΠΑ τερματίζονται άμεσα.
Μιλώντας από το Οβάλ Γραφείο ενώπιον του πρωθυπουργού του Καναδά, Μαρκ Κάρνεϊ, ο Αμερικανός πρόεδρος ανέφερε χαρακτηριστικά: «Οι Χούθι ανακοίνωσαν ότι δεν θέλουν πλέον να πολεμούν. Και θα το τιμήσουμε αυτό».
Ανταλλαγή: Ναυσιπλοΐα έναντι παύσης πυρών
Η απόφαση βασίστηκε –κατά τον ίδιο– σε ρητή δέσμευση των ανταρτών να σταματήσουν τις επιθέσεις κατά πλοίων στη Μέση Ανατολή. «Οι Χούθι είπαν, παρακαλούμε μη μας βομβαρδίζετε και εμείς δεν θα επιτεθούμε στα πλοία σας», δήλωσε χαρακτηριστικά, σε ένα πρωτοφανές ύφος άτυπης διπλωματίας, περισσότερο επικοινωνιακής δήλωσης παρά επίσημης συμφωνίας.
Επιφυλάξεις για τη «συνθηκολόγηση»
Η ανακοίνωση του Τραμπ προκάλεσε έκπληξη στα διεθνή επιτελεία, καθώς δεν είχε προηγηθεί κάποιο επίσημο ανακοινωθέν από το Πεντάγωνο ή από οργανισμούς όπως ο ΟΗΕ. Ο όρος «συνθηκολόγηση» χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά δημόσια και με τόνο πανηγυρικό, χωρίς όμως να έχει επιβεβαιωθεί από την πλευρά των Χούθι ή των υποστηρικτών τους (κυρίως του Ιράν).
Η εξέλιξη αυτή, αν επιβεβαιωθεί στην πράξη, θα σημάνει σημαντική αποκλιμάκωση στην Ερυθρά Θάλασσα, όπου οι επιθέσεις Χούθι είχαν προκαλέσει σοβαρές διαταραχές στη ναυσιπλοΐα και είχαν οδηγήσει τις ΗΠΑ, τη Βρετανία και συμμάχους σε σειρά αεροπορικών και ναυτικών επιχειρήσεων.
Προεκλογική παύση ή νέα στρατηγική;
Πολλοί διεθνείς αναλυτές δεν αποκλείουν το ενδεχόμενο η ανακοίνωση Τραμπ να αποτελεί προεκλογικό ελιγμό. Εν μέσω της επανεκκίνησης της προεκλογικής του εκστρατείας, η εικόνα του «ειρηνοποιού προέδρου» μπορεί να εξυπηρετεί το πολιτικό του αφήγημα, τη στιγμή που οι ΗΠΑ εμπλέκονται στρατιωτικά σε πολλαπλά μέτωπα.
Αν όμως η παύση των βομβαρδισμών συνοδευτεί από πραγματική αποκλιμάκωση των Χούθι, τότε ίσως για πρώτη φορά μετά από χρόνια, να δημιουργούνται προϋποθέσεις σταθερότητας στη ναυτική πύλη της Αραβικής Χερσονήσου.
Το μόνο βέβαιο είναι πως, για ακόμη μία φορά, ο Ντόναλντ Τραμπ επιλέγει να κάνει διπλωματία μπροστά στις κάμερες — με όρους που δύσκολα προσαρμόζονται στα πρωτόκολλα της διεθνούς πολιτικής, αλλά εξίσου δύσκολα αγνοούνται.