Όταν η νοσταλγία δεν πληρώνει νοίκι και το Big Mac καταπίνει τον espresso με τρούφα
ΓΡΑΦΕΙ Ο ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΔΡΑΓΩΓΙΑΣ
Αχ, το Ολύμπιον. Το κέντρο της Αριστοτέλους, το «στέκι των στεκιών», το πάλαι ποτέ καμάρι της εστιατορικής αυτογνωσίας της πόλης, ετοιμάζεται –λένε οι κακές γλώσσες ή απλώς τα deals– να παραδώσει τα κλειδιά του στο μεγάλο «Μ». Όχι του Μοναστηρακίου – του άλλου: του McDonald’s.
Και ξαφνικά, η πόλη συγκλονίζεται. Τα social media πλημμυρίζουν από αναρτήσεις του τύπου «αν είναι δυνατόν!», «καταστρέφουν την ψυχή της πόλης» και «πού θα πίνουμε πλέον το τσάι μας με συνοδεία ελαφρού electro στα υπόγεια του Lavalbone;». Οι ίδιοι άνθρωποι, που εδώ και χρόνια περνούσαν απ’ έξω και μονολογούσαν «είναι λίγο ακριβό, μωρέ, πάμε καλύτερα για σουβλάκι στα 3,80;», έχουν μετατραπεί σε αρχαιολόγους του γευστικού πολιτισμού.
Κι όμως. Η αλήθεια είναι πιο πικρή κι από καμένο espresso χωρίς ζάχαρη. Το κέντρο της Θεσσαλονίκης έχει νεκρώσει. Και δεν φταίει ούτε ο καπιταλισμός, ούτε η Παγκόσμια Τάξη των Πραγμάτων, ούτε καν ο καιρός. Φταίει ότι δεν έχουμε μία. Ότι η γενιά του «πάμε πλατεία» έγινε γενιά του «παραγγείλτε απ’ το app», ότι τα τοπόσημα έγιναν hashtags και τα τραπέζια με φόντο το Θερμαϊκό, σκηνικά για insta stories 7 δευτερολέπτων.
Το Ολύμπιον δεν κλείνει για να γίνει McDonald’s. Κλείνει γιατί κανείς δεν μπορούσε να πληρώσει τον φραπέ στα 5 ευρώ και τη γαριδομακαρονάδα-ποίημα στα 18. Κλείνει γιατί οι Θεσσαλονικείς θέλουν αυθεντικότητα, αλλά στην τιμή των 2,90 και με delivery. Γιατί οι επιχειρηματίες, πνιγμένοι σε ένα πέλαγος φόρων, ΦΠΑ, δημοτικών τελών και τιμών χονδρικής που μοιάζουν με ανέκδοτο, απλώς δεν μπορούν πια να στηρίξουν μαγαζιά με ψυχή, δίσκους βινυλίου και σερβιτόρους με μούσια που θυμίζουν λογοτεχνικό φεστιβάλ.
Οπότε ας σταματήσουμε τα κλάματα. Δεν θρηνούμε το Ολύμπιον – θρηνούμε το φάντασμα της πόλης που δεν αντέχουμε πια να συντηρήσουμε. Και τα McDonald’s; Αυτοί ήρθαν για να μείνουν. Έχουν ρεύμα, έχουν μοντέλο, έχουν και drive-thru. Οι νέες γενιές τους αγαπάνε γιατί δεν απαιτούν «κουβέντα με τον ιδιοκτήτη», «κουλτούρα», «πατάτες τρούφας» και άλλα γραφικά. Θέλουν cheeseburger στα 2 ευρώ και Wi-Fi που πιάνει χωρίς να χρειάζεται να ρωτήσεις τον μπάρμαν τον Παναγιώτη τον hipster.
Οπότε, ναι, μπορεί αύριο το πρωί το μεγάλο «Μ» να κρέμεται στη θέση της παλιάς επιγραφής. Μπορεί να γίνουμε λίγο Βρυξέλλες, λίγο Μόναχο, λίγο Μιλάνο – χωρίς τις υποδομές, φυσικά. Αλλά το πιο σημαντικό; Μπορεί να μην ξαναδούμε ποτέ τα τραπέζια του Ολύμπιον γεμάτα – γιατί αλήθεια, πότε ήταν τελευταία φορά που τα είδες γεμάτα;
Η Θεσσαλονίκη αλλάζει. Όχι επειδή το θέλει. Αλλά επειδή δεν μπορεί αλλιώς.
Και το Ολύμπιον; Ίσως σε μια επόμενη ζωή. Ίσως, αν κάποτε ανοίξει ένα concept μαγαζί που θα λέγεται «Ολύμπιον Reimagined – με Burger και Screenings». Μέχρι τότε, κλάψτε με μέτρο. Τα κροκοδείλια δάκρυα κάνουν λεκέδες στις χαρτοπετσέτες του Big Mac.





