Ο πρωθυπουργός αναμένεται να ρίξει εκ νέου το βάρος στην προώθηση του οικονομικού προγράμματος για το 2026
Τα δημοσκοπικά ευρήματα των μετρήσεων που διενεργήθηκαν μετά τις εξαγγελίες του Κυριάκου Μητσοτάκη από το βήμα της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης και, κυρίως, τα ποιοτικά χαρακτηριστικά τους βρίσκονται στο μικροσκόπιο του κυβερνητικού επιτελείου. Βάσει αυτών γίνεται η αποτίμηση τόσο του αντίκτυπου των μέτρων επί της ουσίας όσο και της επικοινωνιακής τακτικής που ακολουθήθηκε προκειμένου να σχεδιαστούν τα επόμενα βήματα στη στρατηγική του Μεγάρου Μαξίμου.
Σε κάθε περίπτωση, η στρατηγική αυτή θα αναπτυχθεί το επόμενο διάστημα, καθώς η προσεχής εβδομάδα είναι ορόσημο για τα μείζονα διεθνή ζητήματα, στα οποία η Αθήνα θέλει να είναι παρούσα.
Άμα τη επιστροφή του από τη Νέα Υόρκη, όπου θα δώσει το στίγμα των ελληνικών θέσεων στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ και θα έχει μπαράζ επαφών -με το τετ α τετ του Έλληνα πρωθυπουργού με τον Τούρκο πρόεδρο Ταγίπ Ερντογάν να ξεχωρίζει το μεσημέρι της Τρίτης, σύμφωνα με τις έως τώρα πληροφορίες- ο Κυριάκος Μητσοτάκης αναμένεται να ρίξει εκ νέου το βάρος στην προώθηση του οικονομικού προγράμματος της κυβέρνησης για το 2026, με τις φοροελαφρύνσεις και τις στοχευμένες παρεμβάσεις για νέους και οικογένειες να βρίσκονται στην πρώτη γραμμή.
Τρία σημαντικά στοιχεία από τις μετρήσεις
Από τα έως τώρα ευρήματα των δημοσκοπήσεων είναι σαφή τρία συμπεράσματα. Πρώτον, ότι η Νέα Δημοκρατία εξακολουθεί να διατηρεί την πρωτοκαθεδρία, χωρίς να απειλείται καθ’ οιονδήποτε τρόπο από την αξιωματική αντιπολίτευση, όπως αντίστοιχα και η καταλληλότητα του Κυριάκου Μητσοτάκη από τον Νίκο Ανδρουλάκη.
Δεύτερον, τα μέτρα της ΔΕΘ έχουν ήδη αφήσει «αποτύπωμα» στα δημοσκοπικά ποσοστά της ΝΔ, που παρουσιάζει ελαφρά ανάκαμψη, όμως δεν έχουν προκαλέσει θετικό «σοκ», αν και η κυβέρνηση ήταν προετοιμασμένη για μια επιφυλακτική υποδοχή από τους πολίτες, καθώς επρόκειτο όχι για οριζόντιες παροχές αλλά για παρεμβάσεις με μεταρρυθμιστικό πρόσημο, όπως λένε κυβερνητικά στελέχη, που αφορούν την ίδια τη φορολογική κλίμακα και ρίχνουν το βάρος σε συγκεκριμένες κατηγορίες.
Τρίτον, ότι η κρίση αξιοπιστίας διακατέχει το σύνολο του πολιτικού συστήματος, διατηρώντας καθηλωμένα τα ποσοστά όλων των κομμάτων, χωρίς να καταγράφεται δυναμική, με αποτέλεσμα να παραμένει εξαιρετικά υψηλή η «γκρίζα ζώνη» στην οποία κατατάσσεται ένας στους πέντε ψηφοφόρους.
Αυτά τα στοιχεία των μετρήσεων θα αποτελέσουν τον «οδηγό» για τις επόμενες κινήσεις του Μεγάρου Μαξίμου.
Έχοντας «κλείσει» τις εκκρεμότητες στο εσωτερικό της Κοινοβουλευτικής του Ομάδας, που συνεδρίασε για την εκλογή του Μάξιμου Χαρακόπουλου στη θέση του γραμματέα και έχοντας στείλει σαφή μηνύματα στους βουλευτές της ΝΔ, εξηγώντας την πολιτική τεκμηρίωση των οικονομικών παρεμβάσεων, που ανακοινώθηκαν και το ιδεολογικό στίγμα των αποφάσεων αυτών, ο Κυριάκος Μητσοτάκης καταρτίζει και το δικό του πρόγραμμα περιοδειών, καθώς είναι σαφές ότι το κυβερνητικό επιτελείο θέλει να διατηρήσει στην πρώτη γραμμή το πακέτο της ΔΕΘ, έως τον Ιανουάριο, οπότε και θα εφαρμοστεί στην πράξη.
Στην κυβέρνηση εκτιμούν ότι τότε θα γίνει και η ουσιαστική αποτίμηση από τους πολίτες, καθώς, όπως επισημαίνουν, έως τώρα μιλάμε για θεωρητικές παρεμβάσεις που πολλοί, όπως προκύπτει από τις απαντήσεις των ερωτηθέντων, δεν γνωρίζουν καν ότι τους αφορούν.
Συγκρατημένη αισιοδοξία
Ο πρωθυπουργός πρόταξε, μιλώντας στους βουλευτές του, ως άξονες της κυβερνητικής πολιτικής τη στροφή στη μεσαία τάξη, τη διαρκή μείωση φόρων για μόνιμη αύξηση εισοδημάτων, το δόγμα «νομιμότητα παντού» και το χτίσιμο μιας ισχυρής Ελλάδας, με αποτελεσματική εξωτερική πολιτική, προτεραιότητα στο Μεταναστευτικό, την ασφάλεια των συνόρων και την αναβάθμιση της άμυνας, καλώντας σε διαρκή επικοινωνία με τους πολίτες.
Στο Μέγαρο Μαξίμου εμφανίζονται συγκρατημένα αισιόδοξοι και υπογραμμίζουν ότι ήδη από τον Νοέμβριο, οπότε θα επιστραφεί το πρώτο ενοίκιο στους ενοικιαστές και θα αρχίσει η καταβολή των 250 ευρώ στους χαμηλοσυνταξιούχους, οι εξαγγελίες του προηγούμενου διαστήματος θα πάρουν σάρκα και οστά. Τον Δεκέμβριο, σημειώνουν, με την ψήφιση του προϋπολογισμού θα παραμείνουν στον δημόσιο διάλογο και πλέον στα τέλη Ιανουαρίου οι πολίτες θα δουν στις αποδοχές τους τα οφέλη.