, Πέμπτη
28 Μαρτίου 2024

search icon search icon

Α. Παπαμιμίκος: Με θετικό πρόσημο οι αλλαγές στον Ποινικό Κώδικα

Ως θετικές βλέπει τις αλλαγές στον Ποινικό Κώδικα ο ιδρυτής και συνιδιοκτήτης της δικηγορικής εταιρείας Rhetor Law Firm και πρώην πρόεδρος της ΟΝΝΕΔ, Ανδρέας Παπαμιμίκος.
Σε συνέντευξή του σε σάιτ της Θεσσαλονίκης ο κ. Παπαμιμίκος σημειώνει σχετικά με τη μεταρρύθμιση που επέρχεται στο Ποινικό Δίκαιο της χώρας: «Αν πρέπει σε πρώτο χρόνο να τοποθετηθώ εφ’ όλης της ύλης, η άποψη μου είναι ότι η μεταρρύθμιση έχει θετικό πρόσημο. Η επιτροπή η οποία ξεκίνησε το έργο της υπό τον αείμνηστο Ιωάννη Μανωλεδάκη, απαρτιζόμενη από καταξιωμένα μέλη του νομικού κόσμου, κατέβαλε σημαντική και χρονοβόρα προσπάθεια προκειμένου το ποινικό μας δίκαιο να προσαρμοστεί στις ανάγκες και τους προβληματισμούς της εποχής μας.
Σαφώς υπάρχουν διατάξεις που έχουν προκαλέσει αντιδράσεις και μεγάλη συζήτηση, ενώ το κακό όταν συζητάμε για σχέδια, είναι ότι κρίνουμε κάτι του οποίου την τελική μορφή δεν θα ξέρουμε μέχρι να ψηφιστεί από την Ολομέλεια της Βουλής».
Σε σχέση με τις αλλαγές που θεωρεί σημαντικότερες αναφέρει: «Πολύ συνοπτικά, εκτιμώ ότι κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση: α) η κατάργηση του νόμου 1608/1950 για τους καταχραστές του δημόσιου χρήματος, καθώς η τιμωρία ενός περιουσιακού εγκλήματος με την ίδια ποινή που τιμωρείται η ανθρωποκτονία με πρόθεση είναι εμφανώς δυσανάλογη
β) Η κατάργηση των πταισμάτων και η τιμώρηση των συγκεκριμένων παραβάσεων μόνο σε διοικητικό επίπεδο, καθώς η πράξη έδειξε ότι η ποινικοποίηση των συγκεκριμένων συμπεριφορών δε λειτούργησε αποτρεπτικά
γ) η κατάργηση του θεσμού της μετατροπής της ποινής σε χρήμα, ο οποίος ευνοεί τους οικονομικά ευκατάστατους και η ανάδειξη του θεσμού της κοινωφελούς εργασίας σε βασικό τρόπο εναλλακτικής έκτισης της ποινής , η οποία με τη δημιουργία σωστών υποδομών θα έχει και μεγαλύτερη ανταπόδοση στο κοινωνικό σύνολο
δ) η κατάργηση των μονομελών εφετείων, καθώς μπορεί να βοήθησαν στην επιτάχυνση της απονομής της δικαιοσύνης, πλην όμως αυτή μπορεί να επιτευχθεί αφενός με ένα καλύτερο «φιλτράρισμα» των υποθέσεων κατά το στάδιο της προδικασίας, αφετέρου η παροχή δυνατότητας σε έναν μόνο άνθρωπο, ακόμα και με τα εχέγγυα του δικαστικού λειτουργού, να κρίνει για την ελευθερία ενός άλλου ανθρώπου, ενέχει μεγάλο περιθώριο σφάλματος το οποίο και αν ακόμα στη συνέχεια ενδεχομένως θεραπευτεί σε δεύτερο βαθμό, θα τον έχει στιγματίσει για όλη του τη ζωή».
Για το επενδυτικό κλίμα στην Ελλάδα και τη δυνατότητα προσέλκυσης νέων επενδύσεων, δήλωσε: «Η Ελλάδα θα μπορούσε να έχει πολύ μεγαλύτερους ρυθμούς ανάπτυξης αν ήταν λίγο πιο «φιλική» προς τον οποιονδήποτε τρίτο που επιθυμεί να επενδύσει τα χρήματα του στην ελληνική αγορά. Μεγάλο εμπόδιο για την προσέλκυση και την υλοποίηση νέων επενδύσεων αποτελεί η αργή απονομή της δικαιοσύνης, ακόμα και σήμερα. Ο κάθε ένας μπορεί να καταθέσει μια προσφυγή, η οποία μπορεί να παγώσει μια επένδυση για μια δεκαετία σχεδόν. Ο κάθε ένας επίσης μπορεί να υποβάλλει ανώνυμα μια καταγγελία, η οποία βάσει του νόμου πρέπει απευθείας να αρχειοθετείται. Στην πράξη όμως αυτό δεν υλοποιείται κατά κανόνα και μπορεί επίσης να σηκώσει εμπόδια για μια επένδυση μέχρι ο ποινικός μηχανισμός να αποφανθεί».
Διευκρίνισε ακόμα: «Δεν υπονοώ επουδενί ότι ο κάθε ένας από εμάς δεν πρέπει να δικαιούται πρόσβαση στη δικαιοσύνη. Κάτι τέτοιο είναι διαμετρικά αντίθετο στα πιστεύω μου. Πρέπει όμως το φιλτράρισμα αυτών των προσφυγών/καταγγελιών να γίνεται και γρήγορα και δίκαια. Ούτε θεωρώ ότι ευθύνονται οι δικαστικοί λειτουργοί για την καθυστέρηση στην απονομή του έργου τους, οι οποίοι χρεώνονται «μέχρι το λαιμό» δικογραφίες και πιέζονται πλέον να αποδίδουν νούμερα. Αυτή δεν είναι ουσιαστική δικαιοσύνη. Ο δικαστής πρέπει να μπορεί να αφοσιωθεί στο πνευματικό του έργο απερίσπαστος. Για τον λόγο αυτό πρέπει να υποστηριχθεί από μεγαλύτερο αριθμό δικαστικών υπαλλήλων, να του δοθούν περισσότερα και σύγχρονα τεχνολογικά μέσα, προκειμένου να περιοριστεί η δικαστηριακή γραφειοκρατία, να δαπανηθούν σαφώς περισσότερα χρήματα από τον κρατικό προϋπολογισμό για τη δικαιοσύνη, η οποία σαφώς υποχρηματοδοτείται σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο και να προωθηθούν ακόμα περισσότερο εναλλακτικοί τρόποι επίλυσης διαφορών όπως η διαιτησία και η διαμεσολάβηση».
Σε σχέση με τους κινδύνους για τους Έλληνες επιχειρηματίες που παράγουν προϊόντα με τη χρήση των λέξεων Μακεδονία, Μακεδονικός κ.λ.π. ανέφερε: «Η συμφωνία των Πρεσπών δεν έχει θίξει την αρχή της χρονικής προτεραιότητας που ισχύει στο δίκαιο των σημάτων. Οι επιχειρηματίες της γειτονικής χώρας δε δύνανται να εμποδίσουν τη χρήση σήματος στην ελληνική επικράτεια εφ’όσον: α) Δεν κυκλοφορούν το δικό τους παρεμφερές προϊόν στην ελληνική αγορά, β) Ακόμα κι εάν κυκλοφορούν το δικό τους παρεμφερές προϊόν στην ελληνική αγορά έχουν θεμελιώσει δικαίωμα μεταγενέστερα από τον Έλληνα δικαιούχο του ελληνικού/κοινοτικού σήματος. Από τη στιγμή όμως που η γειτονική χώρα ενδεχομένως ενταχθεί στην Ε.Ε. ο εκεί επιχειρηματίας –όπως ακριβώς δύναται και ο Έλληνας- θα δύναται να κατοχυρώσει το σήμα του σε ολόκληρη την Ε.Ε. συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας, και ως εκ τούτου το σήμα του θα χαίρει προστασίας και στην Ελλάδα, ακόμα κι εάν κυκλοφορεί το προϊόν μόνο στο εσωτερικό της χώρας του. Ως εκ τούτου θα δύναται να απαγορεύει τη χρήση οποιουδήποτε παρεμφερούς σήματος –και άρα και την κυκλοφορία του προϊόντος στο οποίο αυτό αντιστοιχεί- στην Ελλάδα. Γι’ αυτό είναι πολύ σημαντικό οι Έλληνες επιχειρηματίες να προχωρήσουν άμεσα στις κατοχυρώσεις των σημάτων τους, ούτως ώστε να κατοχυρώσουν χρονικά το δικαίωμά τους στην Ελλάδα και την Ε.Ε. και να μην μπορέσει έτσι ποτέ κανείς να τους απαγορεύσει τη χρήση του σήματός τους και την κυκλοφορία των προϊόντων τους στην Ελλάδα και την Ε.Ε.».

Ακολουθήστε τη Karfitsa στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις από τη Θεσσαλονίκη, την Ελλάδα και τον κόσμο.