Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) ετοιμάζεται να ανακοινώσει μία ακόμη μείωση επιτοκίων στη συνεδρίαση του Ιουνίου, ωστόσο εντείνονται οι φωνές εντός του Διοικητικού Συμβουλίου που ζητούν παύση από τον Ιούλιο και μετά, καθώς η οικονομία της ευρωζώνης εμφανίζει σημάδια ανθεκτικότητας και ο πληθωρισμός επανέρχεται στο προσκήνιο ως μεσοπρόθεσμη απειλή.
Η νομισματική πολιτική της ΕΚΤ έχει ήδη γίνει αισθητά πιο επεκτατική τους τελευταίους 12 μήνες, με επτά μειώσεις επιτοκίων στις οκτώ τελευταίες συνεδριάσεις. Ο πληθωρισμός των τιμών καταναλωτή έχει σε μεγάλο βαθμό συγκρατηθεί, ωστόσο η ανάπτυξη παραμένει ασθενής, επιβαρυμένη από τις επιπτώσεις του παγκόσμιου εμπορικού πολέμου, την πολιτική αβεβαιότητα στις ΗΠΑ και τις διαρθρωτικές αδυναμίες της ευρωζώνης.
Βραχυπρόθεσμες ανάσες, μακροπρόθεσμοι κίνδυνοι
Το ενδεχόμενο ο πληθωρισμός να υποχωρήσει κάτω από τον στόχο του 2% στα τέλη του 2025 είναι πλέον ορατό, σύμφωνα με οικονομολόγους. Ωστόσο, η συζήτηση στην ΕΚΤ έχει ήδη μετατοπιστεί στην πορεία μετά τον Ιούνιο.
Η Ιζαμπέλ Σνάμπελ, μέλος του Εκτελεστικού Συμβουλίου και υποστηρικτής της αυστηρής πολιτικής, προειδοποίησε ότι οι δασμοί και το αυξανόμενο κόστος στις εφοδιαστικές αλυσίδες ενδέχεται να προκαλέσουν πληθωριστικές πιέσεις μεσοπρόθεσμα. Την ίδια στιγμή, ο Κλάας Κνοτ τόνισε ότι ενώ το σοκ ζήτησης είναι αποπληθωριστικό, το σοκ προσφοράς θα μπορούσε να αντιστρέψει αυτήν την τάση, οδηγώντας σε αύξηση των τιμών τα επόμενα έτη.
Οι προσδοκίες της αγοράς και το πρόβλημα επικοινωνίας
Οι αναλυτές εκτιμούν ότι η επόμενη μείωση τον Ιούνιο θεωρείται δεδομένη, αλλά οι επόμενες αποφάσεις θα καθοριστούν από την εξέλιξη της ενεργειακής τιμής, τις επιπτώσεις των εμπορικών κυρώσεων και τη δυναμική των μισθών.
Η Societe Generale εκτιμά ότι η ΕΚΤ δεν θα βιαστεί με νέα μείωση τον Ιούλιο, καθώς χρειάζεται να συγκεντρώσει επιπλέον στοιχεία και να αξιολογήσει τον αντίκτυπο των πρόσφατων μέτρων. Η ίδια τράπεζα σημειώνει ότι η νομισματική πολιτική λειτουργεί με καθυστέρηση 12 έως 18 μηνών, και συνεπώς η ΕΚΤ οφείλει να βλέπει πέρα από τις βραχυπρόθεσμες διακυμάνσεις.
Οι διπλωματικές τοποθετήσεις και το στρατόπεδο της «παύσης»
Αρκετά μέλη του Δ.Σ., όπως ο Γάλλος Βιλερουά ντε Γκαλό, ο Φινλανδός Όλι Ρεν και ο Βέλγος Πιερ Βουντς, στέλνουν ήπια μηνύματα που ενισχύουν την πρόβλεψη για μείωση τον Ιούνιο. Ωστόσο, από ανεπίσημες τοποθετήσεις διαφαίνεται και ένα στρατόπεδο επιφυλακτικών, που ζητά παύση στη νομισματική χαλάρωση μέχρι να αποσαφηνιστούν οι μεσοπρόθεσμοι κίνδυνοι.
Η προσωρινή εμπορική συμφωνία ΗΠΑ–Κίνας, αν και απορρόφησε εν μέρει τις γεωπολιτικές πιέσεις, δεν αρκεί για να καθησυχάσει την ΕΚΤ. Αντίθετα, οι προσδοκίες για τον πληθωρισμό αυξάνονται ξανά, ειδικά με φόντο τις δημοσιονομικές επεκτάσεις, την αποπαγκοσμιοποίηση και τις τάσεις γήρανσης του εργατικού δυναμικού.
Προοπτικές: μία ακόμη μείωση φέτος και… βλέπουμε
Οι περισσότεροι αναλυτές βλέπουν μία τελευταία μείωση επιτοκίων προς τα τέλη του έτους, στο 1,75%, υπό την προϋπόθεση ότι ο πληθωρισμός θα παραμείνει υποτονικός και η ανάπτυξη δεν θα επανεκκινήσει με ρυθμό που να αιφνιδιάζει την ΕΚΤ.
Όπως σημειώνει η TS Lombard, «η τάση της ΕΚΤ προς χαλάρωση παραμένει ζωντανή, αλλά η πολιτική πλέον δεν χαράσσεται με το βλέμμα στο σήμερα, αλλά στο 2026».
Η επόμενη συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου τον Ιούνιο, αναμένεται να φέρει μεν μείωση, αλλά τα βλέμματα στρέφονται στον Ιούλιο. Εκεί θα φανεί αν η ΕΚΤ θα συνεχίσει να “τρέχει” ή αν θα πατήσει φρένο – προτού η υπερπροσπάθεια καταλήξει σε υπερδιόρθωση.