Διαστάσεις άγριας πολιτικής κόντρας μεταξύ κυβέρνησης και αντιπολίτευσης λαμβάνει η υπόθεση της τροπολογίας για το κόμμα Κασιδιάρη, με τον πρωθυπουργό να φέρνει προ των ευθυνών του όλο τον ΣΥΡΙΖΑ. «Αυτοί που δεν θα ψηφίσουν την τροπολογία είναι οι ίδιοι που κλείνουν το μάτι στη Χρυσή Αυγή», είπε χαρακτηριστικά ο Κυριάκος Μητσοτάκης κατά την ομιλία του σε κατοίκους στην κεντρική πλατεία του Ευόσμου.
Του Κώστα Τσιτούνα
«Στη Βουλή θα αναλάβουν όλες και όλοι την ευθύνη τους… Είναι οι ίδιοι οι οποίοι θέλουν τελικά με κάποιον τρόπο αυτό το μόρφωμα να βρεθεί στο Κοινοβούλιο. Θέλω να θυμίσω, στο παρελθόν, όποτε χρειαζόταν, συμπορεύτηκε μαζί τους. Μαζί ψήφισαν τότε για να πέσει η κυβέρνηση του Αντώνη Σαμαρά. Και για τις αλλαγές του εκλογικού νόμου μαζί είχαν συμπορευτεί», πρόσθεσε ο πρωθυπουργός, τονίζοντας ότι στο Κοινοβούλιο κρύβονται οι πραγματικές προθέσεις και όχι στα λόγια με αφορμή τη σημερινή ψήφιση της τροπολογίας.
Την ώρα που το βλέμμα όλων στρέφεται στις εξελίξεις που αφορούν τη συμμετοχή του κόμματος Κασιδιάρη στις εκλογές, τα κομματικά επιτελεία καταρτίζουν τη στρατηγική τους για την τελική ευθεία της προεκλογικής περιόδου και επεξεργάζονται τα σενάρια της επόμενης μέρας μετά την εκλογική αναμέτρηση της 21ης Μαΐου. Τα ποσοστά των κομμάτων στις εκλογές, σε συνδυασμό με το ποσοστό των κομμάτων που δεν θα φτάσουν το όριο του 3% για την είσοδό τους στη Βουλή, είναι οι δύο παράμετροι που θα κρίνουν τη δυνατότητα σχηματισμού αυτοδύναμης κυβέρνησης, κυβέρνησης συνεργασίας ή την ανάγκη για μια δεύτερη εκλογική αναμέτρηση έπειτα από μια περίοδο περίπου 40 ημερών, πιθανότατα στις 2 Ιουλίου.
Στο μικροσκόπιο βρίσκονται τρεις υποθέσεις εργασίας:
Πρώτη υπόθεση εργασίας, από την κάλπη της 21ης Μαΐου να προκύψει αυτοδύναμη κυβέρνηση, σενάριο που από τη φύση της απλής αναλογικής καθίσταται ανέφικτο. Δεύτερη υπόθεση εργασίας, να επιχειρηθεί η δημιουργία ενός «μεγάλου συνασπισμού», με τη συμμετοχή του πρώτου και του δεύτερου κόμματος, δηλαδή Νέας Δημοκρατίας και ΣΥΡΙΖΑ, που επίσης αυτή την ώρα μοιάζει εντελώς ανεδαφικό, καθώς δεν τίθεται καν υπό συζήτηση από την κυβέρνηση και την αξιωματική αντιπολίτευση. Τρίτη υπόθεση εργασίας, να επιχειρήσει το πρώτο κόμμα να σχηματίσει κυβέρνηση συνεργασίας χωρίς τη συμμετοχή του δεύτερου κόμματος. Στην περίπτωση που η Νέα Δημοκρατία είναι πρώτη, το σενάριο αυτό μοιάζει να συγκεντρώνει αυτή την ώρα ελάχιστες πιθανότητες υλοποίησης.
Οι «κεντρικοί» δρόμοι την επομένη των εκλογών, ανάλογα με την ετυμηγορία του ελληνικού λαού, είναι τρεις: ή αυτοδυναμία ή κυβέρνηση συνεργασίας (ΝΔ – ΠΑΣΟΚ) ή προοδευτική διακυβέρνηση (ΣΥΡΙΖΑ – ΠΑΣΟΚ – ΜέΡΑ25). Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει κάνει σαφές σε κάθε τόνο ότι στοχεύει σε μια αυτοδύναμη κυβέρνηση, επιδιώκοντας το υψηλότερο δυνατό ποσοστό, που θα δίνει τη δυναμική της αυτοδυναμίας σε μια δεύτερη εκλογική αναμέτρηση.
Τα ποσοστά των κομμάτων είναι το ένα ζητούμενο της νύχτας των εκλογών. Το άλλο είναι το ποσοστό των κομμάτων που θα μείνουν εκτός Βουλής. Όσο μεγαλύτερο το ποσοστό αυτό τόσο μικρότερα ποσοστά απαιτούνται για τον σχηματισμό κυβέρνησης. Σε αυτή την εξίσωση ρόλο αποκτά και το κόμμα Κασιδιάρη, είτε τελικά αποκλειστεί από την εκλογική διαδικασία με απόφαση του Αρείου Πάγου είτε τελικά μετέχει στις εκλογές. Στην πρώτη περίπτωση αποτελεί «γρίφο» για τα κομματικά επιτελεία το ποσοστό που καταγράφει στις δημοσκοπήσεις και ξεπερνά το 3% πώς θα κατανεμηθεί, δηλαδή αν τελικά οι ψηφοφόροι που τον στηρίζουν θα απέχουν ή θα διοχετευτούν σε άλλους κομματικούς χώρους και σε ποιους.
Σπαζοκεφαλιά με Κασιδιάρη
Μία από τις μεγάλες σπαζοκεφαλιές είναι η συμπεριφορά που θα επιδείξει το εκλογικό σώμα με το αποκαλούμενο κόμμα του Ηλία Κασιδιάρη, το Εθνικό Κόμμα «Έλληνες», του οποίου θα ηγηθεί ο πρώην αντεισαγγελέας Αναστάσιος Κανελλόπουλος. Για να επιτύχει αυτοδυναμία η ΝΔ με 37% θα πρέπει τα εκτός Βουλής κόμματα να συγκεντρώσουν ποσοστό περίπου στο 11%. Γίνεται λοιπόν αντιληπτό ότι πολλά πράγματα θα εξαρτηθούν από την απόφαση του Αρείου Πάγου για το αν θα αποκλειστεί ή όχι το κόμμα «Έλληνες». Το πιο δύσκολο ερώτημα είναι «πού θα κινηθεί αυτό το μέγεθος του εκλογικού σώματος, αν ο Άρειος Πάγος αποφασίσει τελικά τον αποκλεισμό του;». Έτσι κι αλλιώς όμως, είτε αποκλειστεί είτε όχι, το συγκεκριμένο κόμμα είναι ένας παράγοντας που θα επηρεάσει τον σχηματισμό οποιασδήποτε κυβέρνησης.
Ο παράγοντας «Βαρουφάκης»
Σε ό,τι αφορά την αποκαλούμενη «προοδευτική διακυβέρνηση», εδώ ο «άγνωστος Χ» δεν είναι τόσο η στάση του Νίκου Ανδρουλάκη αλλά η συμπεριφορά που θα επιδείξει ο Γιάνης Βαρουφάκης. Στον ΣΥΡΙΖΑ οι μισοί δεν θέλουν καμία συνεργασία με τον Βαρουφάκη, ενώ οι άλλοι μισοί το βλέπουν θετικά… Ο δε κ. Ανδρουλάκης έχει δηλώσει ότι δεν πρόκειται σε καμία περίπτωση να συμμετάσχει σε κυβέρνηση με το ΜέΡΑ25. Συνεπώς το αγκάθι εδώ είναι ο Βαρουφάκης και όχι ο Ανδρουλάκης.
Στην περίοδο που απομένει, η κυβέρνηση ρίχνει το βάρος στη συσπείρωση των δυνάμεών της. Στο να φέρει κοντά της όσους απογοητευμένους προστέθηκαν στην «γκρίζα ζώνη» μετά την τραγωδία των Τεμπών και όσους τη στήριξαν το 2019, χωρίς να αποτελούν παραδοσιακούς ψηφοφόρους της, ένα ποσοστό που ίσως και να φτάνει το 9%.
Το δίλημμα που θα θέσουν τα κομματικά επιτελεία και το διακύβευμα της κάλπης που θα διατυπώσουν οι αρχηγοί είναι εκείνα που θα θέσουν το πλαίσιο μέσα στο οποίο οι πολίτες θα κληθούν να πάρουν τις αποφάσεις τους.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΤΗΣ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑΣ POLITICAL




