Η πικρή αλήθεια πίσω από τον καλλιτεχνικό κόσμο
Συνέντευξη στη συντάκτρια του «Π» Φωτεινή Παπαδάκη
Φωτογραφίες: Ευαγγελία Σπηλιωτοπούλου
«Στο καφενείο μουσικών σήμερα θα τα πιούμε, Σατωβριάνδου 29 παλιά να θυμηθούμε και θα παίξουν τα μπουζούκια και θα πέσουν οι πενιές και με λαϊκά τραγούδια θα καεί ο καφενές».*
Αυτό είναι το καφενείο των μουσικών, που στέκει ολόρθο με καμάρι στην οδό Σατωβριάνδου 29 και μέχρι σήμερα διασκεδάζει με λαϊκά τραγούδια τους περαστικούς, ενώ παραμένει ένα ζωντανό μουσείο γεμάτο από φωτογραφίες μεγάλων τραγουδιστών. Εκτός όμως από μουσείο είναι και το στέκι των παλιών μουσικών που «κουρνιάζουν» στα σπλάχνα του και αναβιώνουν παλιές μνήμες.
Η συνέντευξη που θα διαβάσετε είναι ένα ταξίδι στο τότε και στο σήμερα, είναι μια κατάθεση ψυχής από παλιούς και αξιόλογους καλλιτέχνες, είναι μια μαρτυρία για όλα όσα υπομένει ο κόσμος των καλλιτεχνών, η αληθινή ιστορία ανθρώπων που έζησαν μεγάλες στιγμές, άφησαν το στίγμα τους και υπηρέτησαν με πάθος και καρδιά την ελληνική λαϊκή και δημοτική μουσική.
Ο Σπύρος Πανάγου, ιδιοκτήτης του καφενείου των μουσικών μας μίλησε για την ιστορία του μαγαζιού.
Το καφενείο αυτό υπάρχει εδώ και 60 χρόνια. Από εδώ έχουν παρελάσει πολλοί μικροί και μεγάλοι μουσικοί. Εγώ στην αρχή δούλευα ως γκαρσόνι και όταν μετά από χρόνια πωλήθηκε η επιχείρηση την πήρα εγώ.
Ήταν ανέκαθεν το στέκι των μουσικών;
Ανέκαθεν γινόντουσαν μουσικές συναντήσεις σε αυτό τον χώρο. Από εδώ πέρασαν μεγάλα ονόματα, όπως ο Στράτος Διονυσίου που ξεκίνησε από το καφενείο αυτό, η Ρόζα Εσκενάζυ, ο Καζαντζίδης και η Σωτηρία Μπέλλου.
Παρατηρώντας κανείς το μαγαζί στο εσωτερικό του θα δει μια πληθώρα φωτογραφιών να στέκουν «ηρωικά» στους τοίχους θυμίζοντας τις ένδοξες στιγμές αυτού του καφενείου. Θα έλεγε κανείς ότι πρόκειται για ένα μικρό μουσείο.
«Ασφαλώς . Είναι ένα ζωντανό μουσείο. Στο μουσείο Μπενάκη άμα πάτε θα δείτε φωτογραφίες από το καφενείο μας», είπε χαρακτηριστικά ο κ. Σπύρος.
Στην παρέα μας κάθισε ο Ευάγγελος Σαγάνης, μουσικός στο δημοτικό τραγούδι και μεγάλος τεχνίτης στο κλαρίνο. Ο ίδιος μας κατέθεσε την εμπειρία του από το χώρο της δημοτικής μουσικής.
«Έχω σαράντα χρόνια περίπου στον καλλιτεχνικό χώρο. Παλιά ήταν ωραία, αλλά τώρα τα πράγματα άλλαξαν για εμάς τους μουσικούς», τόνισε ο ίδιος.
Σήμερα όπως είπατε τα πράγματα έχουν αλλάξει. Εάν θα έπρεπε να συγκρίνετε κ. Σαγάνη την τότε με την τώρα εποχή ποιες διαφορές θα διακρίνατε;
«Τότε θα έλεγα ήταν πολύ καλύτερα. Τώρα έχουν βγει πολλοί νέοι τραγουδιστές που μας έκαναν να χάσουμε τις παραδόσεις μας, το δημοτικό μας τραγούδι», απαντά.
Ο Πέτρος Μαργέτης, από τις μεγαλύτερες λαϊκές φωνές στο χώρο εξέφρασε το παράπονο και την πικρία του από τον καλλιτεχνικό χώρο.
Όπως είπε χαρακτηριστικά: «Δεν φταίνε οι νέοι, αλλά οι εταιρείες, που κοιτάνε πόσο φουσκωμένη τσέπη έχεις και όχι αν έχεις ταλέντο».
Ο κ. Μαργέτης έφυγε απογοητευμένος από τον καλλιτεχνικό χώρο. «Πάνε πενήντα χρόνια από τότε που ξεκίνησα, αλλά έχω σταματήσει 20 χρόνια κοντά γιατί έφυγα πάρα πολύ πικραμένος από τις εταιρείες και όσο αγάπησα το επάγγελμα αυτό τόσο το σιχάθηκα», ήταν τα χαρακτηριστικά του λόγια.
Το παράπονο είναι φωλιασμένο σα σαράκι στην καρδιά του κυρίου Μαργέτη και όπως λέει «τρελάθηκε» όταν του ζήτησαν 200.000 δραχμές τότε για το πρώτο του άλμπουμ.
«Τι λες βρε; Θα πληρώσω εγώ; Όταν το άκουσα τρελάθηκα και βγάζω το συμβόλαιο και το κάνω χίλια κομμάτια», ανέφερε με πόνο ψυχής.
Είχατε λοιπόν άσχημες εμπειρίες από το χώρο. Εσείς πως ασχοληθήκατε με τη μουσική; Υπήρχε μέσα σας από παιδί κύριε Μαργέτη ή απλώς προέκυψε;
«Θα σας πω ένα περιστατικό που μιλάει από μόνο του. Ήμουν ακριβώς έξι χρόνων και πάντρευε η θεία μου την κόρη της και στις αυλές γινόταν ο αρραβώνας. Όταν πήγα στον αρραβώνα βλέπω τη θεία μου από την Αθήνα και πάω δίπλα της και της λέω “να σου πω ένα τραγουδάκι; Και της τραγουδάω το εξής…»
(Ακούστε το ηχητικό με ένα κλικ)
«Αυτό της είπα και της πήρα πολλά λεφτά τότε και πάω στη μάνα μου και της λέω με καμάρι “μαμά έγινα πλούσιος”»!
Λέτε λοιπόν πως το τραγούδι ήταν μέσα σας από μικρό παιδί. Πιστεύετε πως ο καλλιτέχνης γεννιέται με τη φλόγα της μουσικής μέσα του ή γίνεται;
«Γεννιέται, δεν γίνεται με τίποτα», απαντά και προσθέτει πως «στο τραγούδι δεν χρειάζονται σπουδές. Πάρτε για παράδειγμα τον Στέλλιο Καζαντζίδη που ήταν αυτοδίδακτος, όπως είμαι κι εγώ».
Ακόμα ένας ξεχωριστός μουσικός κάθισε μαζί μας για να μας καταθέσει κι εκείνος τη δική του εμπειρία. Ο λόγος για τον Γιώργο Λιγκώνη.
«Είμαι από την Αιτωλοακαρνανία, παίζω ντραμς, τουμπερλέκι και άλλα κρουστά, είμαι πρόεδρος του σωματείου δημοτικών μουσικών», μας συστήθηκε ο ίδιος και σημείωσε πως «πλέον οι παλιοί μουσικοί συγκεντρώνονται στο καφενείο και θυμούνται τα παλιά».
Αριστερά ο κ. Σαράντος Αρβανίτης και δεξιά ο κ. Γιώργος Λιγκώνης
Την παρέα μας ολοκλήρωσε ο εξίσου μοναδικός στο είδος του Σαράντος Αρβανίτης. Ερωτώμενος για το πόσα χρόνια είναι στο μουσικό στερέωμα απάντησε:
«Από μικρό παιδί, πενήντα χρόνια και παραπάνω. Παίζω κυρίως κιθάρα και ασχολούμαι και με το τραγούδι και όπως είπε και ο κύριος Λιγκώνης ερχόμαστε στο καφενείο, την φωλιά των μουσικών».
«Η Σατωβριάνδου κάποτε ήταν χώρος ευρέσεως εργασίας γιατί ερχόντουσαν καταστηματάρχες από τα χωριά και έψαχναν συγκροτήματα και μουσικούς», σημείωσε ο Γιώργος Λιγκώνης.
Τότε βρίσκατε δουλειά, όπως λέτε, σήμερα πως επιβιώνετε σε αυτούς τους χαλεπούς καιρούς;
«Δυστυχώς τώρα έχουν βγει πολλοί νέοι τραγουδιστές με αποτέλεσμα οι παλιοί μουσικοί να μην βρίσκουν δουλειά. Στην Αθήνα τα μαγαζιά κλείνουν, η επαρχία προτιμάει να πάρει τοπικούς και ας μην έχουν το μουσικό ανάστημα το δικό μας και εμείς έχουμε μείνει στην απέξω», σημειώνει ο κ. Λιγκώνης.
Και για να καταλάβετε για τι καλλιτέχνες μιλάμε ακούστε τον Πέτρο Μαρκέτη να τραγουδάει ζωντανά μόνο για εμάς
(Ακούστε το ηχητικό εδώ)
Πόσο δύσκολο είναι για έναν καλλιτέχνη της δικής σας γενιάς να αντιταχθεί σε αυτό το κύμα των νέων τραγουδιστών;
«Δεν μπορούμε να αντιταχθούμε. Φταίνε τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, ό,τι προβάλλουν τα ΜΜΕ αυτό περνάει στον κόσμο», αναφέρει χαρακτηριστικά ο κ. Σαράντος Αρβανίτης.
Βλέποντας πόσο πολύ τους απασχολεί η είσοδος των νέων στο χώρο, θέλησα να μάθω αν μπορεί να συνυπάρξει αρμονικά το νέο με το παλιό στο καλλιτεχνικό στερέωμα
«Είναι πολύ δύσκολο, διότι οι νέοι με τους μεγάλους έχουν 100% διαφορετική νοοτροπία», δηλώνει ο κ. Λιγκώνης.
Από την πλευρά του, ο κ. Σαγάνης μας εξέφρασε το παράπονό του για την αποστροφή των νέων από τα δημοτικά τραγούδια.
«Οι νέοι έχουν μια τάση φυγής από το δημοτικό τραγούδι και πλέον προτιμάνε το τσιγγάνικο».
Ο κύριος Σπύρος το αποκαλεί «λαϊκογύφτικο». ..
«Σε καμιά περίπτωση δεν είναι δημοτικά τα τραγούδια που ακούνε σήμερα, είναι «δημοτικολαϊκογύφτικα», λέει χαρακτηριστικά «τα δημοτικά τραγούδια είναι η παράδοση, αυτά με τα οποία μεγάλωσαν οι γονείς μας και αργότερα τα παιδιά τους», σημειώνει.
Λέτε λοιπόν πως οι νέοι έχουν απομακρυνθεί από την παράδοση. Πώς θα επιστρέψουν σε αυτήν;
«Το δημοτικό τραγούδι πρέπει να σηκωθεί πάλι για να το βιώσει, να το ακούσει ο νέος και να το αισθανθεί», τονίζει ο Γιάννης Βρεττός δημοτικός τραγουδιστής, σημειώνοντας πως «εμείς δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι».
Δηλαδή παλιοί καλλιτέχνες, όπως εσείς δεν μπορούν να κάνουν τίποτα για να αναβιώσουν και να επαναφέρουν τη νεολαία στην παράδοση;
«Οι καλλιτέχνες αναγκάζονται να παίξουν τα γύφτικα γιατί τους τα ζητάνε», λέει χαρακτηριστικά ο κ. Βρεττός. «Εάν όμως η τηλεόραση καλέσει ένα συγκρότημα όπως εμείς να τραγουδήσουμε γνήσια λαϊκά τραγούδια σιγά σιγά θα επανέλθει».
«Το κατεστημένο δυστυχώς δεν θέλει την ιστορία και την παράδοση. Θέλει να τα σβήσει όλα», καταγγέλλει η Έλενα Καραγιάννη, 30 χρόνια λαϊκή ερμηνεύτρια.
Η οικογένεια τι ρόλο παίζει στη διαφύλαξη της παράδοσης;
«Από το σπίτι ξεκινάει η διαπαιδαγώγηση. Οι γονείς θα πρέπει να ενθαρρύνουν το παιδί τους να ενταχθεί σε μια σχολή παραδοσιακών χορών ή τραγουδιών», αναφέρει ο κ. Λιγκώνης, τονίζει όμως πως «λίγα παιδιά μεγαλώνοντας μένουν σε αυτά, καθώς επηρεάζονται από άλλους παράγοντες».
Κλείνοντας, τι μήνυμα θα στέλνατε σε έναν νέο της δικής μας εποχής που τώρα ανακάλυψε το ταλέντο του και επιθυμεί να ασχοληθεί με το τραγούδι;
«Εάν δεν έχει χρήματα είναι χαμένος από χέρι», αναφέρει ο κ. Μαργέτης λακωνικά, παραδειγματιζόμενος από τα δικά του άσχημα βιώματα.
Μπορεί οι καλλιτέχνες μας να δηλώνουν πικραμένοι από τον καλλιτεχνικό κόσμο, όμως έχουν και καλές μνήμες, τις οποίες επαναφέρουν στο μυαλό τους κάθε φορά που ξανασμίγουν στο καφενείο των μουσικών, ένα καφενείο που όπως είπε ο κ. Σπύρος θα συνεχίσει να ζει και να δίνει πνοή στο λαϊκό και δημοτικό τραγούδι.
«Εγώ ως ιδιοκτήτης του ιστορικού αυτού καταστήματος, θα κάνω ότι μπορώ για να κρατηθεί ζωντανή η παράδοσή μας και μάλιστα καλώ όλους τους παλιούς βετεράνους και μη να προσέλθουν στο μαγαζί μας», αναφέρει ο Σπύρος Πανάγου.
Μπορείτε να επισκεφτείτε το «καφενείο των μουσικών» στην Ομόνοια Σατωβριάνδου 29 και να επικοινωνήσετε με τον υπεύθυνο στο τηλέφωνο 2105240724
*στίχοι από το τραγούδι: «Το καφενείο των μουσικών»