Το salotto του Μιλάνου (aka η πλατεία Ντουόμο) είναι στην κορυφή της must see λίστας για κάθε τουρίστα – ταξιδιώτη που επισκέπτεται την πόλη της Ιταλίας.
Ο εμβληματικός καθεδρικός ναός του Ντουόμο και η εντυπωσιακή εμπορική στοά Galleria Vittorio Emanuele II συγκεντρώνουν το ενδιαφέρον.
Το τελευταίο διάστημα, μόλις κάποιος περπατήσει για να επισκεφθεί αυτό το κοσμοπολίτικο πυρήνα του Μιλάνου θα δει πως στον Καθεδρικό Ναό Ντουόμο, ο οποίος είναι ένα από τα πιο εμβληματικά μνημεία της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς, πραγματοποιούνται εργασίες. Ίσως όμως και να μην το παρατηρήσει, γιατί είναι με τέτοιο δεξιοτεχνικό τρόπο καλυμμένες οι σκαλωσιές που δεν γίνεται εύκολα αντιληπτό. Έχουν σκεπάσει τις σκαλωσιές με ένα γιγαντιαίο πανό, το οποίο αποτυπώνει το Ναό όπως θα φαινόταν αν δεν υπήρχαν οι σκαλωσιές, διατηρώντας έτσι την αρχική αισθητική.

Αυτό που κάνει κλικ στο μάτι είναι ότι πάνω σε αυτό το πανί έχουν τοποθετήσει μια μεγάλη ψηφιακή οθόνη που προβάλει διαφημίσεις μεγάλων εταιρειών. Κάτω από την οθόνη υπάρχει η υπογραφή της Urban Vision, της εταιρείας που αναλαμβάνει την αποκατάσταση σημαντικών αρχιτεκτονικών μνημείων και μέσα από τις διαφημίσεις έχουν την δυνατότητα χρηματοδότησης, πλήρως ή μερικώς, των εργασιών.
Επάνω λοιπόν σε έναν από τους μεγαλύτερους καθεδρικούς ναούς στον κόσμο και στον μεγαλύτερο γοτθικό ναό στην Ιταλία, βλέπουμε να παίζονται σε λούπα, από νωρίς το πρωί μέχρι αργά το βράδυ, διαφημίσεις. Η χρήση διαφημίσεων σε ιστορικά κτίρια αποτελεί μια στρατηγική που επιτρέπει τη χρηματοδότηση της αποκατάστασης χωρίς αποκλειστική εξάρτηση από δημόσιους πόρους. Εταιρείες διαφημίζονται, αποκομίζοντας τεράστια οφέλη προβολής, ενώ ταυτόχρονα εξασφαλίζεται η διατήρηση σημαντικών μνημείων.

Μια σκέψη 2310
Αν και αυτή η πρακτική συναντάται σε πολλές ευρωπαϊκές πόλεις, η σκέψη να δούμε κάτι τέτοιο στην Ελλάδα και ειδικότερα στη Θεσσαλονίκη προκαλεί έντονο προβληματισμό και ερωτήματα, για το τι θα γινόταν αν συνέβαινε.
Πόσες αντιδράσεις θα ξεσπούσαν από τους γνωστούς-άγνωστους «ευαίσθητους»;
Ας φανταστούμε, λοιπόν, μια μεγάλη διαφημιστική πινακίδα να καλύπτει ένα τμήμα της Ροτόντας, της Αψίδας του Γαλερίου, τα Κάστρα στην Άνω Πόλη, το Λευκό Πύργο ή την πλατεία Αριστοτέλους, κατά την αποκατάστασή τους. Η αντίδραση θα ήταν σχεδόν δεδομένη: διαμαρτυρίες από πολίτες, αρχιτέκτονες και ιστορικούς, αρνητικά σχόλια στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και πιθανές πολιτικές αντιπαραθέσεις.
Κι όμως, η ανάγκη για χρηματοδότηση των αποκαταστάσεων είναι ένα σημαντικό ζήτημα. Οι περιορισμένοι δημόσιοι πόροι και η γραφειοκρατία καθυστερούν σημαντικά έργα που θα μπορούσαν να αναδείξουν την πολιτιστική αξία της Θεσσαλονίκης – και όχι μόνο.
Οι διαφημίσεις, όσο αμφιλεγόμενες κι αν είναι, θα μπορούσαν να προσφέρουν μια λύση και σίγουρα πρέπει να μπουν στο «κόλπο» της ανάδειξης – συντήρησης μνημείων ή ιστορικών κτιρίων, ενσωματωμένες πάντα στο αστικό τοπίο με μια καλαίσθητη και μελετημένη εφαρμογή.





