Ρεπορτάζ: Παναγιώτης Μανής
Με κατάλληλη εκπαίδευση οι σκύλοι μπορούν να «μυρίσουν» και να εντοπίσουν τη διαφορά των καρκινικών κυττάρων από τα υγιή λειτουργώντας ως ανιχνευτές της ασθένειας και μάλιστα σε πρώιμο στάδιο, υποστηρίζουν οι φοιτήτριες της κτηνιατρικής σχολής Καρδίτσας, Μαρία Αναστασία Βεργολιά και Αποστολία Ρουκά, σε εργασία τους που παρουσιάστηκε στο 13ο πανελλήνιο και 1ο πανευρωπαϊκό συνέδριο φοιτητών κτηνιατρικής που έγινε στη Θεσσαλονίκη. Τι λένε στην «Κarfitsa».

Το τμήμα της κτηνιατρικής σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας
«Τα καρκινικά κύτταρα υφίστανται κάποιες χημικές μεταβολές διότι παράγουν πτητικές ενώσεις και αυτό ο σκύλος μπορεί να το οσμιστεί γιατί διαθέτει πολύ μεγαλύτερη οσφρητική ικανότητα από τον άνθρωπο. Δηλαδή, όταν ο άνθρωπος διαθέτει 5 με 6 εκατομμύρια οσφρητικούς υποδοχείς ο σκύλος φτάνει ως και τα 300 εκατομμύρια. Επιπλέον διαθέτει έναν οσφρητικό λοβό πάρα πολύ πιο ανεπτυγμένο από του ανθρώπου» ξεκινούν να αναλύουν την εργασία τους στην «Κ» οι δύο φοιτήτριες και εξηγούν: «Με αυτές τις ικανότητες, ο σκύλος μπορεί να οσμιστεί εξαιρετικά και να καταλάβει εύκολα τη διαφορά ενός υγιούς δείγματος σε σύγκριση με ένα καρκινικό. Επειδή αυτές οι πτητικές ενώσεις (των καρκινικών κυττάρων) υπάρχουν στο αίμα, στην αναπνοή , στα κόπρανα, στα ούρα, στο σάλιο, στις εκκρίσεις, στον ιδρώτα μπορούμε πάρα πολύ εύκολα να συλλέξουμε δείγματα και ένας σκύλος έπειτα από κατάλληλη εκπαίδευση να τα μυρίσει και να τα εντοπίσει».
Η διαφορά ανάμεσα στο smelling και στο sniffing
Οι δυο κοπέλες στην εργασία τους ανέλυσαν τη διαφορά μεταξύ του smelling (μυρίζω) και του sniffing (οσφραίνομαι) που θα προκύψει μέσα από την εκπαίδευση των ζώων. «Το πρώτο είναι μια σιωπηρή, ασυνείδητη, αβίαστη, μη γνωστική διαδικασία που συνοδεύει την αναπνοή και φέρνει προαιρετικά το οποιοδήποτε ερέθισμα στην προσοχή του σκύλου. Από την άλλη, το δεύτερο είναι μια ρητή, επίπονη, συνειδητή και επαναλαμβανόμενη εισροή μικρών ποσοτήτων αέρα που βοηθάει τον σκύλο να αναλύσει την πηγή την ποιότητα, την κατεύθυνση της οσμής και είναι αξιοθαύμαστο κα αξιοσημείωτο ότι λόγω του ευαίσθητου οσφρητικού του συστήματος μπορεί να απομονώσει και να αναγνωρίσει μια οσμή ακόμη και όταν υπάρχει ανάμεσα σε άλλες πιο ισχυρές οσμές» λένε τα δυο κορίτσια στην «Κ» τονίζοντας ότι αυτή η διαφορά μπορεί να γίνει «δεύτερη φύση» του σκύλου έπειτα από σκληρή εκπαίδευση, όπως γίνεται άλλωστε με τους σκύλους της αστυνομίας που εντοπίζουν ναρκωτικά ή με τους σκύλους που μαθαίνουν να βρίσκουν τις τρούφες ,τα πανάκριβα και πολύτιμα μανιτάρια που αναπτύσσονται υπογείως. «Είναι κάτι που τα σκυλιά μπορούν να κάνουν αλλά αρχικά δεν καταλαβαίνουν ακριβώς τι μυρίζουν. Κατανοούν μόνο τη διαφορετικότητα. Οπότε πρέπει να εκπαιδευτούν για να μας δίνουν τα αποτελέσματα που θέλουμε. Η βασική εκπαίδευση ξεκινάει όταν είναι μόλις 8 εβδομάδων και η διάρκειά της μπορεί να κυμανθεί από λίγες εβδομάδες ως και 5 χρόνια ανάλογα με τη δυσκολία. Η εκπαίδευση αρχίζει αρκετά απλά με έναν χειριστή ο οποίος κρατάει δύο φιαλίδια στα χέρια του. Το ένα θα έχει υγιές δείγμα και το άλλο θα έχει καρκινικό ιστό. Τα σκυλιά θα μυρίσουν και τα δύο δείγματα αλλά θα αντιδράσουν μόνο όταν θα μυρίσουν το καρκινικό και στην ουσία θα δώσουν και το σήμα στον χειριστή με ό,τι έχουν μάθει να κάνουν. Είτε να κάτσουν, είτε να το μυρίσουν παρατεταμένα, είτε να κουνήσουν την ουρά τους. Με την πάροδο του χρόνου και με πολλές ασκήσεις μαθαίνουν να διακρίνουν αυτή τη μοναδική μυρωδιά του καρκίνου» σύμφωνα με τις δυο φοιτήτριες

Η φοιτήτρια κτηνιατρικής, Αποστολία Ρουκά

Η φοιτήτρια κτηνιατρικής, Μαρία Αναστασία Βεργολιά
Ποιες ράτσες σκύλων είναι οι «ιδανικές» για ανιχνευτές του καρκίνου
Η «ιδέα» για αξιοποίηση των σκύλων των εντοπιστών του καρκίνου προήλθε από ένα άρθρο που δημοσιεύτηκε σε ξένο περιοδικό στο οποίο δύο δερματολόγοι περιέγραψαν πώς ένας σκύλος μύριζε πάντα πάρα πολύ έντονα μια χρωματιστή κάκωση στο μηρό της ιδιοκτήτριάς του και προσπαθούσε πάρα πολύ έντονα να τη δαγκώσει σε εκείνο το σημείο. Η ιδιοκτήτρια ανησύχησε πήγε σε γιατρούς και τελικά αποδείχθηκε ότι ήταν κακοήθες μελάνωμα. Επειδή λοιπόν, όπως αναφέρουν στην εργασία τους οι δύο κοπέλες, «οι σύγχρονες μέθοδοι ενάντια στον καρκίνο είναι πάρα πολύ ακριβές, δεν εφαρμόζονται σε πρώιμο στάδιο και απαιτείται εξειδικευμένο προσωπικό, συγκρίναμε όλο αυτό με τη μέθοδο εντοπισμού του καρκίνου στην οποία χρησιμοποιούνται σκύλοι. Με τους σκύλους έχεις μη επεμβατική μέθοδο, ανώδυνη, εύκολα προσβάσιμη από τους ασθενείς και φυσικά διάγνωση σε πρώιμο στάδιο». Ωστόσο επειδή η εκπαίδευση είναι απαιτητική είναι καλύτερα να χρησιμοποιούνται συγκεκριμένες ράτσες σκύλων σύμφωνα με τις φοιτήτριες.
«Κάποιες ράτσες έχουν πολλούς περισσότερους οσφρητικούς υποδοχείς όπως τα beagles ή τα labrador retriever. Aυτοί οι σκύλοι συνδυάζουν και κάποια χαρακτηριστικά που μας βοηθάνε στην εκπαίδευση, δηλαδή, το γεγονός ότι είναι πιο συνεργάσιμοι, επίμονοι, ήρεμοι, οξυδερκείς, ευφυείς, πειθαρχημένοι διευκολύνουν την όλη διαδικασία» υποστηρίζουν η Μαρία-Αναστασία Βεργολιά και η Αποστολία Ρουκά και εξηγούν ότι σύμφωνα με μελέτες τα ποσοστά «εντοπισμού» του καρκίνου από σκύλους είναι εξαιρετικά υψηλά: «Στον καρκίνο του πνεύμονα, έχουμε ευαισθησία 96,7% στον καρκίνο του προστάτη ξεπερνά το 90% και στον καρκίνο του μαστού η ειδικότητα αγγίζει το 100%» μας λένε.
Στο εξωτερικό υπάρχουν αυτή τη στιγμή δυο τέτοια προγράμματα σε ερευνητικό ακόμη στάδιο σε πανεπιστήμια της Γαλλίας και του Ηνωμένου Βασιλείου ωστόσο οι φοιτήτριες υποστηρίζουν ότι τέτοια προγράμματα μπορούν να εφαρμοστούν εύκολα και σε σύντομο χρονικό διάστημα και χώρα μας. Σε συνδυασμό μάλιστα με τις εφαρμογές και της τεχνητής νοημοσύνης. «Θα μπορούσαμε να έχουμε μια ανάλυση δεδομένων η οποία θα μπορεί να εντοπίζει το μοτίβο συμπεριφοράς του σκύλου οπότε δε χωρά και ανθρώπινο σφάλμα διότι όταν θα υπάρχουν αισθητήρες και θα βλέπουμε στον σκύλο αυξημένο καρδιακό ρυθμό όταν μυρίζει το καρκινικό δείγμα ή θα βλέπουμε μια πολύ έντονη κίνηση της ουράς και διαφορά στη συμπεριφορά θα καταλαβαίνουμε ότι όντως πρόκειται για καρκινικό κύτταρο. Επίσης θα μπορέσουμε να δημιουργήσουμε εξειδικευμένα πρωτόκολλα εκπαίδευσης για κάθε σκύλο γιατί κάθε σκύλος είναι διαφορετικός και έτσι θα έχουμε και τις μέγιστες επιδόσεις».




