, Δευτέρα
24 Μαρτίου 2025

search icon search icon

Θεσσαλονίκη: Ξεσκονίζοντας όνειρα σε ένα ρετρό κατάστημα ανταλλακτικών ηλεκτρικής σκούπας πάνω στη Μητροπόλεως

Όνειρα μέσα σε πλαστικές σακούλες που έχουν γίνει κίτρινες από το πέρασμα του χρόνου, λογότυπα που η gen Z δεν θα μπορούσε να αναγνωρίσει, εξαρτήματα που σε πολλούς θα έμοιαζαν εξωγήινα. Αυτά συνθέτουν το κατάστημα της κας. Λίλας Λυγιδάκη στο κέντρο της Θεσσαλονίκης, το οποίο εμπορεύεται ανταλλακτικά, εξαρτήματα και σακούλες ηλεκτρικής σκούπας.

Ρεπορτάζ: Ελίνα Τουκουσμπαλίδου

Πολλοί δεν θα έχουν ξανακούσει για ένα τέτοιο κατάστημα. Κι όμως, καταμεσής της Μητροπόλεως, δίπλα στα μοντέρνα καταστήματα ρούχων, τα πολυσύχναστα καφέ και τη λάμψη της ακριβής οδού της Θεσσαλονίκης, στεγάζεται σαν να έπεσε από χρονομηχανή, αυτό το μαγαζί. Πάνω από τη βιτρίνα μια ηλεκτρική σκούπα σαν αυτές των ρετρό διαφημίσεων. Από το 1973 όμως μέχρι σήμερα, το κατάστημα που έφτιαξε με αγάπη και μεράκι ο Γιώργος Λυγιδάκης, ο πατέρας της Λίλας, δεν έχει σταματήσει να κεντρίζει τα βλέμματα και να λειτουργεί απρόσκοπτα.

«Έχω αυτό το μαγαζί προίκα από τη μαμά μου και τον μπαμπά μου. Εμπορευόμαστε κυρίως σακούλες για σκούπες και ό,τι αφορά την ηλεκτρική σκούπα. Δηλαδή φίλτρα, πέλματα, ακροφύσια, τηλεσκοπικούς σωλήνες, αλλά και λάστιχα για χύτρες, κουμπιά από κουζίνες, σιδερόπανα. Σε πολλούς πραγματικά φαίνεται σαν μια ολόκληρη επιστήμη. Παλιότερα περνούσαν έξω από το μαγαζί και αναρωτιούνταν αν όντως υπάρχει μαγαζί που πουλάει πράγματα για τις σκούπες», αναφέρει στην Karfitsa η κα. Λυγιδάκη.

Ανάμεσα σε μοντέρνα καταστήματα με ρούχα σχεδιαστών, ένα μικρό μαγαζί κρύβει τη δική του ιστορία

Μπαίνοντας στον μακρόστενο χώρο, τριγύρω σακούλες και ανταλλακτικά για τις σκούπες και στη μέση η ιδιοκτήτρια, μια μοντέρνα γυναίκα με φλόγα στη ματιά της. Πρόσχαρη και εξυπηρετική. Σαν να παντρεύει το παρελθόν με το σήμερα. «Αυτή η περιοχή το 1973 δεν είχε τίποτα. Μόλις είχε “σηκωθεί” η πολυκατοικία που στεγάζεται το κατάστημα. Λέγεται και Μέγαρο Τουρπάλη από τον εργολάβο της. Ο μπαμπάς μου είχε αυτή την ιδέα γιατί ήταν τεχνίτης πλυντηρίων. Σε ένα ταξίδι του στο εξωτερικό είχε πάει σε μια έκθεση, είδε ανταλλακτικά και σκέφτηκε να τα φέρει στην Ελλάδα. Είχαν ξεκινήσει τότε να έχουν σιγά σιγά πλυντήρια τα σπίτια, αντί για σκάφες. Όταν άνοιξε το κατάστημα υπήρχε αντίκτυπος και η ζήτηση ήταν μεγάλη. Άρχισε να το εξελίσσει, είχε είδη για πλυντήρια, για ψυγεία. Είχε προσωπικό με τεχνίτες. Όσο περνούσε ο καιρός και ο ανταγωνισμός ήταν πολύς, είδε ότι το πιο αναλώσιμο και εμπορεύσιμο είδος ήταν η σακούλα για σκούπα. Αποφάσισε έτσι να εστιάσει εκεί», σημειώνει.

Η κα. Λυγιδάκη μαθήτευσε δίπλα στον πατέρα της αλλά επισημαίνει πως εκείνος ήταν ο τεχνίτης. Εκείνη, όπως αναφέρει, συνεχίζει την οικογενειακή παράδοση αλλά δεν έχει κατακτήσει την εξειδίκευση του πατέρα της. Όμως ξεκινώντας να μιλάει για την ηλεκτρική σκούπα, είναι σαν να σπούδασε μια μαστορική επιστήμη χωρίς βιβλίο. «Η σκούπα όσο κι αν φαίνεται μικρή, είναι πολύ δύσκολη στην επισκευή της. Τα πάντα είναι micro. Χρειάζεται ειδικά εργαλεία και υπομονή. Οι τεχνίτες δεν δίνουν έμφαση στη σκούπα. Δεν θα αφιερώσουν δύο ώρες σε μια σκούπα, ενώ μπορούν την ίδια ώρα να επισκευάσουν τέσσερα πλυντήρια. Δεν συμφέρει. Εμείς επιδιορθώνουμε σπιράλ. Αυτό που σπάει πιο εύκολα σε μια σκούπα είναι το σπιράλ, ο σωλήνας που είναι σαν φυσούνα. Έχει τύχει να μου φέρουν σκούπα και να μου πουν ότι χάλασαν τα ροδάκια. Δεν υπάρχουν ροδάκια. Πρέπει να βρεις κάποιον τεχνίτη να σου κάνει μια πατέντα για να τσουλάει. Αν υπάρχουν και τα βρεις σε κάποια αντιπροσωπεία θα κοστίζουν 200 ευρώ. Δεν αξίζει τον κόπο».

Η τεχνολογία της ηλεκτρικής σκούπας δεν έχει αλλάξει πολύ με το πέρασμα των χρόνων. «Η ουσία της σκούπας είναι μια. Η τεχνολογία της είναι απλή και συνεχίζει να είναι απλή. Δεν υπάρχει ας πούμε σκούπα με χαμηλότερο ενεργειακό αποτύπωμα, όπως γίνεται ήδη στα πλυντήρια και στα ψυγεία. Είναι στάνταρ γιατί ο πελάτης θέλει ένα δυνατό μοτέρ να κάνει μια δουλειά για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα», αναφέρει.

Ενώ για τις σκούπες ρομπότ: «Τα ρομπότ πάλι έχουν ανταλλακτικά αλλά δεν πουλήθηκαν πολύ. Για τη σκούπα – ρομπότ χρειάζεται ένα μεγάλο σπίτι χωρίς πολλά έπιπλα. Στα σπίτια που έχουμε εμείς στην Ελλάδα σκαλώνουν. Εκτός αν τα βάλεις σε ένα διάδρομο να πηγαίνουν και να έρχονται».

Οι χρυσές εποχές για το κατάστημα ήταν μεταξύ του 1995 και του 2015. Σήμερα όμως βρίσκει κανείς στο μαγαζί σακούλες για σκούπες 50-60 ετών. Ανά διαστήματα, όλο και κάποιος θα ζητήσει κάτι τέτοιο. Ψάχνοντας κάτω από σκονισμένες συσκευασίες, η κα. Λυγιδάκη εντοπίζει σακούλες «αντίκες». «Είχα πάει φέτος για επίσκεψη σε ένα σπίτι – χρονοκάψουλα με αντίκες. Μέσα σε όλα τα έπιπλα και τις παλιές συσκευές, είχε μια σκούπα 60 χρόνων. Μου είπαν ότι δουλεύει αλλά δεν έβρισκαν σακούλα. Τους είπα ότι έχω τέτοια σακούλα στο μαγαζί μου».

O Γιώργος Λυγιδάκης

Η κα. Λυγιδάκη δουλεύει το κατάστημα μόνη της και σε περιπτώσεις που χρειάζεται βοηθάει και η μαμά της, η άλλη ειδικός της οικογένειας. Φυσικά και τα παιδιά της, τα οποία σπουδάζουν, «κρατούν» το μαγαζί όταν χρειάζεται αλλά δεν έχουν τις εξειδικευμένες γνώσεις. Ο Γιώργος Λυγιδάκης δεν βρίσκεται πια στη ζωή. Η Λίλα μιλώντας για τον μπαμπά της κάνει λόγο για έναν άνθρωπο εργατικό που έφτιαξε αυτό το μαγαζί εκπληρώνοντας ένα όνειρο. Σήμερα θα ήταν περήφανος που το κατάστημά του λειτουργεί και εξυπηρετεί το κοινό.

«Ο μπαμπάς μου δούλευε από εννιά χρόνων. Όταν δουλεύεις από τα εννιά -όχι για να είσαι εφοπλιστής, αλλά για να μπορείς να φας- προσφέροντας μετά στο παιδί σου μια δουλειά με βιοτικό επίπεδο, είσαι πολύ χαρούμενος. Ήταν όνειρο ζωής για τον μπαμπά μου. Έμενε σε ένα δωμάτιο όλη η οικογένειά του και μετά μπόρεσε να φτιάξει ένα σπίτι, να φτιάξει ένα μαγαζί. Ήταν ιδιοκτήτης καταστήματος. Μικρό ή μεγάλο δεν έχει σημασία. Ένιωθε ότι ήταν άρχοντας του κόσμου όλου με αυτό το μαγαζί. Και ήταν όντως».

Ακολουθήστε τη Karfitsa στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις από τη Θεσσαλονίκη, την Ελλάδα και τον κόσμο.