, Παρασκευή
21 Μαρτίου 2025

search icon search icon

Δ. Λιγνάδης στην Karfitsa: «Το κοινό της Θεσσαλονίκης μ’ αρέσει πιο πολύ από της Αθήνας»

Συνέντευξη στη Φιλίππα Βλαστού

Η καινούργια «αληθινή ζωή» μπορεί να αρχίσει μονάχα όταν κατανοήσει κάποιος ότι όλη η περασμένη του ζωή είναι «κάτι άλλο», σύμφωνα με τον Λέων Τολστόι και στη νουβέλα του «Αφέντης και δούλος» αυτό αποτυπώνεται με τον καλύτερο τρόπο. Το διήγημα του κλασικού συγγραφέα επανέφερε στο θεατρικό σανίδι ο Γιώργος Νανούρης, ο οποίος το διασκεύασε και το σκηνοθέτησε με τον Δημήτρη Λιγνάδη στο ρόλο του Αφέντη και τον ίδιο στο ρόλο του Δούλου και παρουσιάζεται στο θέατρο ΑΘΗΝΑΙΟΝ κατακτώντας από την πρώτη στιγμή το κοινό. «Το έργο θα είναι πάντοτε επίκαιρο, τουλάχιστον σε μια δυτική κοινωνία που είναι κλεισμένη στον εαυτό της, συνεργάζεται και συμβιώνει με τον άλλο, αλλά δεν συνυπάρχει», είπε σε συνέντευξη του στην Karfitsa ο Δ. Λιγνάδης, ο οποίος μεταξύ άλλων αναφέρθηκε στο κατά πόσο τον έχει επηρεάσει ο ρόλος, για το αίσθημα της εγωκεντρικότητας και για το κοινό της Θεσσαλονίκης.

Τι είναι αυτό που σας κίνησε το ενδιαφέρον να παρουσιάσετε αυτό το έργο στο κοινό;

Καμιά φορά το ενδιαφέρον δεν υπάρχει συνειδητά, αλλά ασυνείδητα. Πρωτίστως ήταν η επιθυμία μου να συνεργαστώ με τον Γιώργο Νανούρη. Έτσι ο Γιώργος βρήκε το συγκεκριμένο έργο, το οποίο μόλις το διάβασα συγκινήθηκα και αυτό για εμένα είναι ένας πάρα πολύ καλός οιωνός. Τώρα που βλέπω τα πράγματα και από μια απόσταση υπήρχε μια ακόμη επιθυμία μου, να κάνουμε ένα απλό έργο και να ξανασυστηθούμε με το αυτονόητο θεατρικά. Να πάρουμε μια απλή ιστορία να την πούμε με απλό τρόπο στον θεατή και εκείνος με πολύ απλό τρόπο να βγάλει τα συμπεράσματά του, χωρίς εξυπνακισμούς, χωρίς σκηνοθετισμούς κτλ.

Το έργο είναι επίκαιρο;

Εμένα η επικαιρότητα ενός έργου, με τη στενή της έννοια, δεν με αφορά καθόλου. Για παράδειγμα, υπάρχουν ζωγραφικά ή ποιητικά αριστουργήματα, όπου αν τα κοιτάξει κανείς, όπως τη Μόνα Λίζα δεν έχει κάτι άμεσα επίκαιρο κι όμως είναι και παραμένει ένα αριστούργημα. Από την άλλη, ένα έργο τέχνης επειδή μας ευαισθητοποιεί σημαντικά μέρη της ψυχής μας μας αφορά πάντοτε. Πέραν του ότι ο Τολστόι είναι ένας κλασικός συγγραφέας, που σημαίνει ραδιενεργός, δηλαδή εκπέμπει συνέχεια ανά τους αιώνες, το «Αφέντης και δούλος», επειδή μιλάει για την ανάγκη του άλλου, την ανάγκη του «εσύ» και όχι του «εγώ», από μόνο του αυτό το θέμα δυστυχώς θα είναι πάντοτε επίκαιρο, τουλάχιστον σε μια δυτική κοινωνία που είναι κλεισμένη στον εαυτό της, συνεργάζεται και συμβιώνει με τον άλλο, αλλά δεν συνυπάρχει.

Το έργο σας έχει επηρεάσει και με ποιον τρόπο;

Ο ηθοποιός οποιοδήποτε έργο και να κάνει το «φέρνει» πιο κοντά του και πηγαίνει και εκείνος λίγο πιο κοντά στο έργο. Είναι μια αμφίδρομη πορεία, που σημαίνει ότι ανιχνεύει κομμάτια μέσα του που μπορεί να μοιάζουν με τον χαρακτήρα. Αλλά ας μην ξεχνάμε ότι είμαι επαγγελματίας ηθοποιός και μπορεί αύριο να παίξω σε μια κωμωδία του Μολιέρου που να μην έχω καμία ομοιότητα με τον χαρακτήρα, ωστόσο θα προσπαθήσω να τη φέρω στα μέτρα μου.

Όσον αφορά στον «Αφέντη και δούλο», φυσικά οτιδήποτε μας ερεθίζει τις εγωκεντρικές  πτυχές του χαρακτήρα μας, δηλαδή το ίδιο στοιχείο που μπορεί να αφοράσ τον θεατή, όπως ένας εγκλωβισμός στο «εγώ» από αυτό το έργο, το ίδιο στοιχείο μπορεί να αφορά και εμένα, γιατί πολλές φορές είμαστε εγωκεντρικοί, όχι εγωιστές, εγωκεντρικοί δηλαδή να κάνουμε τα πάντα γύρω από το εγώ μας.

Έχετε βρεθεί ποτέ σε μια από τις δυο θέσεις;

Νομίζω όλος ο κόσμος, γι’ αυτό και τον αφορά το έργο. Να σας θυμίσω μια ρήση του Αριστοτέλη στο περί ποιητικής για τον ορισμό της τραγωδίας: «η τραγωδία προκαλεί τον έλεο και τον φόβο», δηλαδή την λύπη για αυτό που βλέπουμε, αλλά και τον φόβο μήπως συμβεί σε εμάς, οπότε κάθε μεγάλο δραματικό έργο δημιουργεί αυτά τα δυο συναισθήματα. Σας απαντάω έτσι για το αν αυτό μπορεί να συμβεί σε εμένα. Ακόμα και να μην έχει συμβεί σ’ εμένα ο φόβος μήπως το πάθω και εγώ, αμέσως κάνει το έργο να με αφορά όπως και τον θεατή.

Πως σας φαίνεται το κοινό της Θεσσαλονίκης;

Χωρίς ίχνος φιλοφρόνησης το κοινό της Θεσσαλονίκης μ’ αρέσει πιο πολύ από της Αθήνας. Είναι πιο γνήσιο και πιο ειλικρινές, πιο αισθηματικό. Εκφράζεται χωρίς να «μπλέκεται» στο αγκίστρι του αισθητισμού, δηλαδή στην Αθήνα είναι πιο δήθεν. Δεν μ’ αρέσει να κάνω διαχωρισμούς, γιατί κι εγώ Αθηναίος είμαι, αλλά αυτήν την εντύπωση έχω αποκομίσει.

«Αφέντης και Δούλος»: Δημήτρης Λιγνάδης & Γιώργος Νανούρης 9, 10 & 11 Μαρτίου επιστρέφουν στο Θέατρο Αθήναιον

Παραστάσεις  :

Παρασκευή  : 9.15 μμ

Σάββατο :  7 μμ & 9.15 μμ

Κυριακή :   6.30 μμ & 8.30  μμ

Τιμές εισιτηρίων : 16 € & 12 €

Ακολουθήστε τη Karfitsa στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις από τη Θεσσαλονίκη, την Ελλάδα και τον κόσμο.