Όταν η τάση της παρακμής γραπώνεται από τον τουρισμό και εκπέμπει ένα normal βίο.
Ρεπορτάζ: Φιλίππα Βλαστού
Οι μουτζούρες είναι ένα αστικό φαινόμενο σε έξαρση. Τοίχοι κτιρίων, παγκάκια, δρόμοι, εξώπορτες πολυκατοικιών, τζαμαρίες και στόρια καταστημάτων, γίνονται εξιλαστήρια θύματα της απεγνωσμένης ανάγκης μερικών βάνδαλων να ασχημαίνουν λίγο περισσότερο το γκρίζο τοπίο των πόλεων.
Στην Ελλάδα συνηθίζουμε να γκρινιάζουμε για τις μουτζούρες που θα δούμε στο δρόμο μας, όμως τίποτα δεν συγκρίνεται με πόλεις που έχουν πνιγεί από τέτοιες άναρχες κινήσεις. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα πόλης όπου οι μουτζούρες την έχουν κυριεύσει είναι η Νάπολη, της Ιταλίας.
Οι μουτζούρες δεν είναι απλά αυθόρμητοι τρόποι έκφρασης. Στοιχεία όπως η φτώχεια, οι παράνομες δραστηριότητες που λαμβάνουν χώρα στην περιοχή, η ατιμωρησία συμβάλουν στην εξάπλωση του φαινομένου και η Νάπολη έχει και τα τρία αυτά χαρακτηριστικά. Σε ένα μεγάλο βαθμό κάποιες μουτζούρες σχετίζονται με παράνομες ομάδες και τις δραστηριότητες τους.
Πριν από 30 χρόνια η Νάπολη δεν εμφάνιζε μουτζούρες, ούτε σε νέα κτίρια, ούτε σε ιστορικά, κάτι το οποίο στις μέρες μας έχει εξαπλωθεί στο κέντρο της και σε άλλες περιοχές κυρίως κακόφημες, συγκεκριμένα όσες εκτείνονται στις περιφερειακές γειτονιές της Νάπολης προς την ανατολική πλευρά της, όπως επίσης η υποβαθμισμένη Σκαμπία. Στον αντίποδα βέβαια υπάρχει και ο άλλος κόσμος, ένας κόσμος με βίλες, καθαριότητα, ασφάλεια. Οι αναβαθμισμένες περιοχές είναι, μεταξύ άλλων, η Κοστιέρα Αμαλφιτάνα που προσελκύει και υψηλού επιπέδου τουρισμό, το Βόμερο και το Ποζίλιπο. «Εκεί δεν θα δεις μουτζούρες, ούτε σκουπίδια στους δρόμους», περιγράφει ο καθηγητής του Τμήματος Ιταλικής Γλώσσας και Φιλολογίας του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Ηλίας Σπυριδωνίδης, εξηγώντας την περίεργη σύνθεση του κοινωνικού ιστού λέγοντας πως και στις υποβαθμισμένες περιοχές και στις high μένουν μέλη της μαφίας.
Σύμβολα μιλούν στους τοίχους
Ψάχνοντας τα αίτια εξαιτίας των οποίων η πόλη μοιάζει με ένα απέραντο ημερολόγιο με πάσης μορφής γραφές στους τοίχους της αντιλαμβάνεται κανείς ότι οδηγείται σε μια απάντηση που περιπλέκεται από ένα σύνθετο ζήτημα. «Εκτός από τα murals, τις τοιχογραφίες και τα έργα που στέλνουν κάποιο κοινωνικό μήνυμα, υπάρχουν οι μουτζούρες, τις οποίες σε καμία περίπτωση δεν μπορούμε να τις ονομάσουμε τέχνη», εξηγεί ο καθηγητής. Ανάμεσα στις μουτζούρες, ωστόσο, εντοπίζονται σύμβολα που έχουν να κάνουν με τον έλεγχο των περιοχών από τις συμμορίες που υπάρχουν και δρουν στην Ιταλία. «Κάθε συμμορία ελέγχει τους δικούς της δρόμους και γειτονιές. Οι συμβολισμοί – μουτζούρες σε τοίχους κάνουν ξεκάθαρο ποια συμμορία δραστηριοποιείται στην εκάστοτε περιοχή», αναφέρει.
Στην Ιταλία υπάρχουν τέσσερις μεγάλες μαφίες: η Σάκρα κορόνα ουνιτά με έδρα την Απούλια, η Καμόρα και ξένες μαφίες που διαχειρίζονται δραστηριότητες και ελέγχουν περιοχές στη Νάπολη, η Ντρανγκέτα με την έδρα της στην Καλαβρία και η Κόζα Νόστρα στην Σικελία. Οι οργανώσεις πέρα από τις ιστορικές έδρες τους δραστηριοποιούνται σε όλη την Ιταλία, την Ευρώπη και τον υπόλοιπο κόσμο.
Τα σκουπίδια του ελέγχου
Το πιο κοινό αρνητικό σχόλιο που μπορεί να ακούσει κανείς για τη Νάπολη είναι για την καθαριότητα της. Ιδιαίτερα εάν ένας επισκέπτης δεν είναι προϊδεασμένος για το τι θα αντικρίσει όταν φτάσει στην πόλη του Ιταλικού Νότου.
Η γενικότερη παρακμή που προκύπτει από τα σκουπίδια προέρχεται και από την επιρροή της ναπολιτάνικης εγκληματικής οργάνωσης Καμόρα στη διαχείριση των απορριμμάτων με αποτέλεσμα να προκαλούνται τεράστια προβλήματα, όπως η «Κρίση των Σκουπιδιών» το 2008, όπου τόνοι σκουπιδιών είχαν μείνει στους δρόμους για εβδομάδες, όταν η περισυλλογή τους σταμάτησε διότι οι χωματερές είχαν γεμίσει.
«Ένας τρόπος παράνομου πλουτισμού είναι η διαχείριση των αποβλήτων. Η μαφία δεν λειτουργεί όπως πολλοί νομίζουν, εκφοβίζοντας μόνο πολίτες και καταστηματάρχες. Έχουν επιχειρήσεις, ανώνυμες εταιρείες, που ασχολούνται με σοβαρές δουλειές και μια από αυτές είναι η διαχείριση των αποβλήτων. Μια πρακτική της που είναι γνωστή είναι οι ‘’συμφωνίες’’ της με βιομηχανίες, ώστε η μαφία να εξαφανίζει τοξικά και απόβλητα τους, θάβοντας τα σε παράνομες χωματερές ή καίγοντας τα, χωρίς καμία περιβαλλοντική μέριμνα, με αποτέλεσμα σοβαρές περιβαλλοντικές καταστροφές».
Μάλιστα, όπως προσθέτει ο ίδιος, «όταν η Νάπολη πνίγεται από σκουπίδια είναι γιατί δεν υπάρχει ισορροπία ανάμεσα στη διοίκηση του δήμου και στις ομάδες που ελέγχουν τις περιοχές».
Ο τουρισμός ως αντίδοτο
Η ανάπτυξη του τουρισμού στη Νάπολη αποτελεί το αντίδοτο στη μείωση παράνομων πράξεων. Χαρακτηριστικά, όπως υπογραμμίζει ο κ. Σπυριδωνίδης, πριν από 20 χρόνια ένας επισκέπτης στη Νάπολη είχε περίπου 50% πιθανότητες να πέσει θύμα κλοπής ή ληστείας. Αυτό τα τελευταία χρόνια έχει αλλάξει άρδην. «Η τοπική ηγεσία, αλλά και η μαφία, έχουν δει πως έχουν σημαντικό οικονομικό αποτέλεσμα από τον τουρισμό, οπότε έχουν σταματήσει φαινόμενα που θα προκαλούσαν πρόβλημα στην προσέλκυση τουρισμού», επισημαίνει ο κ. Σπυριδωνίδης.
*κεντρική φωτογραφία: Το άρθρο 41 bis είναι ένας ειδικός κανονισμός της ιταλικής νομοθεσίας, που εφαρμόζεται κατά κύριο λόγο σε επικίνδυνους εγκληματίες, όπως μέλη της μαφίας και τρομοκράτες.
Θεσπίστηκε ως μια σκληρή αντιμετώπιση της οργανωμένης εγκληματικότητας, ειδικά για την καταπολέμηση των μαφιόζικων οργανώσεων στη Νάπολη, όπως η Καμόρα, αλλά και σε άλλες περιοχές της Ιταλίας.
Το άρθρο 41 bis επιτρέπει τον αυστηρό περιορισμό των επικοινωνιών των κρατουμένων με τον έξω κόσμο, ώστε να εμποδιστεί η δυνατότητά τους να δίνουν εντολές ή να συντονίζουν εγκληματικές δραστηριότητες ενώ βρίσκονται στη φυλακή.
Το άρθρο αυτό τέθηκε σε εφαρμογή μετά τις βίαιες μαφιόζικες επιθέσεις της δεκαετίας του 1990, όταν οι ιταλικές αρχές προσπάθησαν να αποδυναμώσουν την επιρροή της μαφίας και να προστατεύσουν την κοινωνία από την εγκληματική της δραστηριότητα.




