Το τελευταίο δεκαπενθήμερο η πίεση έχει αυξηθεί στα ελληνοτουρκικά σύνορα – Τα τρία αγαπημένα περάσματα των παράνομων μεταναστών
Ρεπορτάζ: Φανή Χαρίση
Με τα κύματα των παράνομων μεταναστευτικών ροών να συνεχίζονται σε Γαύδο, Κρήτη και άλλα νησιά, τις τελευταίες δύο εβδομάδες, σύμφωνα με απόλυτα έγκυρες πηγές της «Κ» έχει αυξηθεί η πίεση στον Έβρο, δηλαδή στα χερσαία σύνορα με την Τουρκία.
Παρότι, τα τελευταία χρόνια στα ελληνοτουρκικά σύνορα του Έβρου έχουν μειωθεί σημαντικά οι παράνομες μεταναστευτικές ροές οι οποίες είναι αισθητά μειωμένες, το τελευταίο δεκαπενθήμερο η «κάνουλα» άνοιξε και πάλι με συνέπεια οι ροές των παράνομων μεταναστών να είναι αρκετά αυξημένες.
Στα σημεία του βόρειου και νότιου Έβρου η ύπαρξη του φράχτη λειτουργεί εξαιρετικά αποτρεπτικά έναντι των προθέσεων των διακινητών παράνομων μεταναστών και κυριολεκτικά δεν μπορεί κανείς να εισέλθει στην χώρα μας από αυτά τα σημεία, ωστόσο η συνοριογραμμή της χώρας με την Τουρκία είναι δεκάδων χιλιομέτρων και οι παράτυποι μετανάστες μπορούν να εισέλθουν από πολλά σημεία παρά την έντονη παρουσία των Συνοριακών Φυλάκων κατά μήκος των συνόρων. Ας μην ξεχνάμε επίσης ότι τέτοια εποχή και με παρατεταμένη ανομβρία το νερό στον ποταμό Έβρο είναι ελάχιστο.
Σύμφωνα με έγκυρες πηγές σήμερα τρία είναι τα σημεία στα οποία δεν υπάρχει φράχτης και από τα οποία οι παράτυποι μετανάστες προσπαθούν, επιτυχώς πολλές φορές, να εισέλθουν στην Ελλάδα.
Συγκεκριμένα, οι διαδρομές που προσπαθούν να εισέλθουν από την Τουρκία στην Ελλάδα είναι από Ορεστιάδα, Σουφλί και Διδυμότειχο. Όπως ανέφεραν πηγές της Αστυνομίας στην «Κ» οι παράτυποι μετανάστες με το που εισέρχονται στην χώρα «κυρίως από αυτές τις περιοχές» και στην συνέχεια είτε επιβιβάζονται σε οχήματα των διακινητών και εξαφανίζονται, είτε πεζή ακολουθώντας διαδρομές ερημικές προσπαθούν να φτάσουν στα σύνορα της Ελλάδας με τη Βόρεια Μακεδονία προκειμένου να συνεχίσουν το ταξίδι τους προς τη Βόρεια Ευρώπη.
Οι ίδιες πηγές ανέφεραν στην «Κ» ότι οι παράνομοι μετανάστες αποφεύγουν να καταφτάσουν όπως έκαναν παλιότερα στη Θεσσαλονίκη η οποία όπως τόνισαν «έχει καθαρίσει από παράνομους μετανάστες αφού τους συλλαμβάνουμε αμέσως» και ως εκ τούτου «φοβούνται ότι αν έρθουν στη Θεσσαλονίκη θα συλληφθούν αμέσως και για το λόγο αυτό δεν έρχονται εδώ».
Έτσι οι παράνομοι μετανάστες είτε με οχήματα των διακινητών είτε πεζή μέσω διαδρομών σε ορεινές και ημιορεινές περιοχές καταφέρνουν και φτάνουν στους Ευζώνους και από εκεί περνούν χωρίς καμία ενόχληση τα σύνορα με τη γείτονα χώρα και συνεχίζουν το ταξίδι τους προς την Ευρώπη.
Η ανθρωπογεωγραφία των μεταναστών και η νέα αυστηρή νομοθεσία – Νεαροί στην πλειονότητά τους από χώρες της Αφρικής και της Ασίας
Η πλειονότητα των παράνομων μεταναστών που καταφτάνει στην Ελλάδα είναι άνδρες, νεαρής ηλικίας από 17 έως 25 ετών από διάφορες χώρες της Αφρικής, το Νεπάλ κ.α. καθώς και πολλοί Άραβες.
Από την αρχή του έτους έως τις αρχές Σεπτεμβρίου εισήλθαν στην χώρα έφτασαν περίπου 32.000 παράνομοι μετανάστες ενώ για όσους καταφτάνουν στην Γαύδο και την Κρήτη ισχύει για τρεις μήνες η απαγόρευση να κάνουν αίτηση παροχής ασύλου ενώ πολλά πλέον αλλάζουν όσον αφορά την παραμονή τους στην χώρα μας.
Εξάλλου, όπως έχει ξεκαθαρίσει ο υπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου, Θάνος Πλεύρης «θα είμαστε η πρώτη ευρωπαϊκή χώρα με το πιο αυστηρό πλαίσιο για την παράνομη είσοδο. Όποιος δεν δικαιούται άσυλο, η διαδρομή θα είναι φυλακή ή επιστροφή».
Με τον νέο νόμο του υπουργείου πλέον δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στην ποινικοποίηση της παράνομης διαμονής και στην αύξηση των επιστροφών καθώς ξεκαθαρίζεται ότι όσοι δεν μπορούν να λάβουν άσυλο θα βρίσκονται αντιμέτωποι με το αδίκημα της παράνομης παραμονής στη χώρα. Αυτό σημαίνει ότι είτε θα δικάζονται και θα φυλακίζονται από 2 έως 5 χρόνια είτε θα δέχονται να επιστρέψουν οικειοθελώς στην χώρα τους αξιοποιώντας τη δυνατότητα που δίνεται μέσω της ΕΕ και του Διεθνούς Οργανισμού Μετανάστευσης λαμβάνοντας μάλιστα και οικονομική στήριξη για την επιστροφή τους.
Ωστόσο, η νέα νομοθεσία που από πολλούς κρίνεται ότι είναι στην σωστή κατεύθυνση μέχρι ώρας πάσχει όπως λέγεται σε υποδομές δηλαδή τους χώρους φυλάκισης που σήμερα είναι λίγοι αλλά και σε ανθρώπινο δυναμικό που θα κληθεί να παρέχει υπηρεσίες.