Η ενσωμάτωση μεταναστών σε καμία περίπτωση δεν ‘αντικαθιστά’ τη γονιμότητα, αλλά αποτελεί αναγκαίο τμήμα μιας ρεαλιστικής απάντησης στη δημογραφική συρρίκνωση
Συνέντευξη στον Γ. Κατσιάνη
Μια σειρά από μέτρα που μπορούν να συμβάλλουν στην αντιμετώπιση του δημογραφικού προβλήματος, προτείνει ο Νικόλας Καρανικόλας. Η αύξηση των δεικτών απασχόλησης, κυρίως για τις γυναίκες και τους νέους, μέσω ευέλικτων και ασφαλών μορφών εργασίας, η παροχή κινήτρων παραμονής στην εργασία για τους μεγαλύτερους σε ηλικία, ανθρώπους και η τεκμηριωμένη υποστήριξη γεννήσεων, αποτελούν μεταξύ των πολιτικών που σύμφωνα με τον κ. Καρανικόλα μπορούν να λειτουργήσουν αντισταθμιστικά στην μείωση του πληθυσμού.
Κύριε Καρανικόλα, θεωρείτε ότι τα πρόσφατα μέτρα που έλαβε η κυβέρνηση επαρκούν για την αντιμετώπιση του δημογραφικού προβλήματος;
«Τα πρόσφατα μέτρα κινούνται προς τη σωστή κατεύθυνση αλλά δεν μπορώ σε καμιά περίπτωση να τεκμηριώσω ότι επαρκούν ούτε σε εύρος, ούτε σε βάθος. Το δημογραφικό δεν είναι μόνο η σημερινή υπογεννητικότητα, το πρόβλημα στην επιστήμη της δημογραφίας είναι τριπλό:
-Η χαμηλή γονιμότητα,
-Η γήρανση του πληθυσμού,
-Η μετανάστευση των νέων.
Απαιτείται λοιπόν μία συνεκτική, πολυετής πολιτική με διακομματική συμφωνία, δεσμευμένη σε ορίζοντα τουλάχιστον 10–15 ετών. Σήμερα βλέπουμε διάσπαρτα μέτρα (επιδόματα, λειτουργία βρεφονηπιακών σταθμών, φοροελαφρύνσεις) αλλά υπολείπεται στην Ελλάδα η ολιστική αρχιτεκτονική:
-μια καθολική πρόσβαση σε ποιοτική προσχολική φροντίδα,
-συνεχής και σταθερή στήριξη του ζητήματος της στέγασης,
-εργασία-γονεϊκότητα με ευελιξία (τηλεργασία, μερική απασχόληση χωρίς ‘ποινές’ καριέρας),
-αναβάθμιση της μαιευτικής/περιγεννητικής φροντίδας,
-πολιτικές ισότητας φύλων ιδιαίτερα στον ιδιωτικό τομέα.
Επίσης, απουσιάζουν οι σοβαρές περιφερειακές στοχεύσεις κυρίως στην επαρχία και ένα ισχυρό πλαίσιο επιστροφής της τελευταίας γενιάς των αποδήμων. Χωρίς αυτά, τα μέτρα μοιάζουν περισσότερο ανακουφιστικά παρά μετασχηματιστικά».
Η παροχή κινήτρων από την πλευρά της Πολιτείας, όπως για παράδειγμα οι ενισχυμένες επιδοτήσεις για την απόκτηση παιδιού και τα άτοκα δάνεια για την αγορά πρώτης κατοικίας σε νέα ζευγάρια, μπορούν να συμβάλλουν στην καταπολέμηση της υπογεννητικότητας;
«Τα οικονομικά κίνητρα βοηθούν αλλά σε καμία περίπτωση δεν αρκούν όταν δρουν μεμονωμένα. Η διεθνής εμπειρία μας δείχνει ότι τα εφάπαξ επιδόματα ή τα άτοκα δάνεια έχουν ίσως βραχύβιο αποτέλεσμα αν δεν συνδυάζονται με σταθερές υπηρεσίες και προβλέψιμο εισόδημα ζωής. Τα διεθνή παραδείγματα της Ουγγαρίας, της Ιαπωνίας και της Σιγκαπούρης αποδεικνύουν ακριβώς αυτό το φαινόμενο. Η απόφαση για πρώτο ή δεύτερο παιδί επηρεάζεται από τη διαθεσιμότητα βρεφονηπιακών σταθμών, το ωράριο και το κόστος φροντίδας, την εργασιακή ασφάλεια των γονέων και τις διαθέσιμες επιλογές φθηνής κατοικίας κοντά σε σχολεία και υποδομές μεταφορών. Άρα, μπορούμε να πούμε ‘ναι’ στις ενισχύσεις και στα στεγαστικά μέτρα, αλλά ως μέρος ενός ευρύτερου ‘πακέτου’:
-μακροχρόνιο επίδομα τέκνων κλιμακωτό,
-πλήρης κάλυψη 0–3 ετών,
-φορολογικά κίνητρα για εργοδότες που υιοθετούν family-friendly πολιτικές,
-στοχευμένα στεγαστικά μέτρα σε περιοχές με υψηλές τιμές.
Σημαντικό επίσης είναι να μην δημιουργούνται με τις ασκούμενες πολιτικές φούσκες των τιμών των ακινήτων ή αποκλεισμοί για όσους δεν πληρούν τραπεζικά κριτήρια. Ιδιαίτερα το τελευταίο είναι κρίσιμο σε περιόδους ακρίβειας. Υπάρχει πάντα ο κίνδυνος να ρίξουμε λάδι στην φωτιά και να οδηγηθούμε σε αντίθετα αποτελέσματα».
Η ενσωμάτωση μεταναστών στην ελληνική κοινωνία μπορεί να αποτελέσει λύση για την μείωση του πληθυσμού;
«Η ενσωμάτωση μεταναστών σε καμία περίπτωση δεν ‘αντικαθιστά’ τη γονιμότητα, αλλά αποτελεί αναγκαίο τμήμα μιας ρεαλιστικής απάντησης στη δημογραφική συρρίκνωση και στις ελλείψεις εργατικού δυναμικού που αντιμετωπίζουμε σήμερα. Προϋπόθεση βέβαια είναι οι πολιτικές ένταξης με αμοιβαίες υποχρεώσεις:
-γλωσσικά και πολιτισμικά προγράμματα,
-αναγνώριση των προσόντων,
-πρόσβαση στην εκπαίδευση των παιδιών,
καθώς και οδός σε νόμιμο καθεστώς για όσους εργάζονται σε κρίσιμους παραγωγικούς κλάδους και τομείς της χώρας (αγροτοδιατροφικός τομέας, φροντίδα, κατασκευές, τουρισμός, ψηφιακή οικονομία). Παράλληλα, απαιτείται ενεργή πολιτική χωρικής κατανομής και αποφυγή γκετοποίησης, με συμμετοχή και της αυτοδιοίκησης. Η ένταξη μπορεί να στηρίξει την παραγωγικότητα, να ανανεώσει το ηλικιακό μίγμα και να σταθεροποιήσει σχολεία και υπηρεσίες σε περιοχές με πληθυσμιακή φθορά. Σε καμία περίπτωση όμως δεν είναι ‘μαγικό ραβδί’. Αλήθεια είναι επίσης ότι χωρίς αυτήν, η οικονομία θα στερηθεί δεξιότητες και η γήρανση θα επιταχύνει την αποδιάρθρωση του κοινωνικού κράτους. Ένα καλό παράδειγμα αποτελεί η Ιταλία και οι πολιτικές που έχει εφαρμόσει για την έλξη μεταναστών από άλλες χώρες της Ε.Ε. εξειδικευμένων προσόντων».
Ποιες επιπτώσεις έχει το δημογραφικό στην ανάπτυξη και την ασφάλεια της χώρας;
«Οι επιπτώσεις είναι πολλαπλές και αλληλένδετες. Στην ανάπτυξη, η μείωση του ενεργού πληθυσμού και της εργασιακής ηλικίας πιέζει την προσφορά εργασίας, ανατρέποντας την περιφερειακή ισορροπία της χώρας (βιώνουμε ήδη την ερήμωση περιοχών και την υπερσυγκέντρωση σε μητροπολιτικά κέντρα) και νομοτελειακά περιορίζει τη δυναμική της καινοτομίας και της επιχειρηματικότητας. Στην ασφάλεια, η αποψίλωση συνοριακών περιοχών επιβαρύνει την επιτήρηση και την ανθεκτικότητα των υποδομών ενώ η γήρανση αυξάνει την τρωτότητα σε φυσικούς κινδύνους (π.χ. καύσωνες) και υγειονομικές κρίσεις. Δημοσιονομικά, η συρρίκνωση της φορολογικής βάσης δυσχεραίνει τις δημόσιες επενδύσεις. Αντιμετώπιση σημαίνει στρατηγική περιφερειακής συνοχής (στέγαση, τηλεργασία, υποδομές υγείας και εκπαίδευσης), αναβάθμιση δεξιοτήτων, στοχευμένη αγροτική, μεταποιητική και βιομηχανική πολιτική και πολιτικές επιστροφής των νέων που εγκατέλειψαν την χώρα. Η ασφάλεια ενισχύεται τελικά όταν διατηρούμε βιώσιμους ‘ζωντανούς’ οικισμούς και κρίσιμες υπηρεσίες στην εγγύτητα αυτών».
Θεωρείτε ότι το δημογραφικό αποτελεί «βόμβα» και για το ασφαλιστικό σύστημα;
«Ναι, το δημογραφικό είναι σήμερα ‘βόμβα’ για το ασφαλιστικό εάν δεν αλλάξουν οι τάσεις. Σε διανεμητικά συστήματα όπως το ελληνικό, ο λόγος εργαζομένων προς συνταξιούχους είναι καθοριστικός. Με την σημερινή γήρανση και την χαμηλή γονιμότητα, οι εισροές μειώνονται ενώ οι δαπάνες αυξάνονται (μακροβιότητα, υγεία, φροντίδα, μακρύτερες περίοδοι συνταξιοδότησης). Η λύση δεν είναι μία αλλά και εδώ απαιτείται πλέγμα πολιτικών, όπως:
1.Αύξηση των δεικτών απασχόλησης-ιδίως των γυναικών και των νέων-μέσω ευέλικτων και ασφαλών μορφών εργασίας,
2.Παραγωγικότητα με χρήση της τεχνολογίας και διά βίου κατάρτιση,
3.Κίνητρα παραμονής στην εργασία για μεγαλύτερες ηλικίες χωρίς τιμωρητικούς όρους,
4.Τεκμηριωμένη υποστήριξη γεννήσεων,
5.Ένταξη μεταναστών στην επίσημη οικονομία,
6.Ενίσχυση συμπληρωματικών πυλώνων κεφαλαιοποίησης με ισχυρούς κανόνες.
Χωρίς συνεκτικό μίγμα πολιτικών, θα απαιτούνται συνεχείς ‘πυροσβέσεις’ με αυξήσεις εισφορών ή μειώσεις παροχών—μια αδιέξοδη τροχιά στην οποία έχουμε ήδη μπει ως χώρα και η οποία στο μέλλον θα θέσει σε σημαντικό κίνδυνο το όποιο κοινωνικό κράτος υφίσταται σήμερα».