80.000 κενές θέσεις στον τουρισμό, αλλά οι νέοι δεν λείπουν από τη δουλειά – λείπουν από την κοροϊδία
Προς μεγάλη έκπληξη τουριστικών παραγόντων, ξενοδόχων και καναπεδάτων σχολιαστών στα πρωινά πάνελ, οι νέοι φέτος δεν πήγαν με το ζόρι να σερβίρουν φραπέδες, κοσμοπόλιταν και κρίσεις ταυτότητας σε ανελέητα all inclusive μπαλκόνια. Όχι γιατί βαριούνται. Όχι γιατί “δεν έχουν όρεξη για δουλειά”. Όχι γιατί «δεν αντέχουν τη σκληρή ζωή». Αλλά γιατί πλέον ξέρουν τι αξίζουν. Κι επιτέλους το λένε.
Για να το πούμε όπως το ζουν όσοι έχουν περάσει από τη σεζόν: δεν είναι η δουλειά το πρόβλημα – είναι οι όροι της. Γιατί όταν ο εργοδότης σου φέρεται σαν να είσαι αναλώσιμο καλαμάκι και όχι άνθρωπος, όταν δεν υπάρχει ρεπό ούτε στη θεωρία, όταν κοιμάσαι σε δώμα που μυρίζει υγρασία και πικρία, όταν πληρώνεσαι με μισό χαμόγελο και ένα «θα τα πούμε στο τέλος της σεζόν» – ε, τότε, φυσικά και δεν θα πας.
Γιατί –όπως λέει κι ο σοφός λαός– μπορείς να φτιάξεις έναν εξωτικό παράδεισο, αλλά αν φέρεις τις εργασιακές συνθήκες της Δικτατορίας του Προλεταριάτου, ο παράδεισος γίνεται κάτεργο.
Κι όμως – και αυτό είναι το ωραίο twist της υπόθεσης – οι νέοι πηγαίνουν. Πηγαίνουν και ξαναπηγαίνουν. Φεύγουν απ’ τη Θεσσαλονίκη-φούρνο και από τα γραφεία-δεν-πληρώνουμε-αλλά-είσαι-πρακτική, πάνε στην Αμοργό, στη Χαλκιδική, στα Κουφονήσια, στις Κυκλάδες και στα Δωδεκάνησα. Πάνε για να δουλέψουν. Και δουλεύουν. Σκληρά. Όταν όμως έχουν απέναντί τους εργοδότες με στοιχειώδη ευγένεια, με ξεκάθαρες συμφωνίες, με διαμονή που δεν μοιάζει με κελί απομόνωσης και με μισθό που δεν περιμένεις να καταθέσει η Παναγιά η Εκατονταπυλιανή για να τον πάρεις.
Και ναι, είναι άνθρωποι δικοί μας. Φίλοι, ανίψια, συμφοιτητές, η κόρη της διπλανής – που λέει «ναι, θα πάω να δουλέψω καλοκαίρι γιατί εκεί θα μπορέσω να μαζέψω ένα κεφάλαιο για τον χειμώνα, να αλλάξω πόλη, να σπουδάσω, να ζήσω». Όχι γιατί της αρέσει να πλένει ποτήρια δώδεκα ώρες την ημέρα. Αλλά γιατί έχει σχέδιο. Και δεν αντέχει άλλο να την κοροϊδεύουν με τον βασικό μισθό και την υποσχετική της εμπειρίας.
Απ’ την άλλη, σεζόν δεν σημαίνει μόνο εκμετάλλευση. Σημαίνει και ένα καλοκαίρι αλλιώτικο – αρκεί να υπάρχει σεβασμός. Είναι ένα παράλληλο σύμπαν, που θυμίζει κατασκήνωση για ενήλικες με βάρδιες και φιλοδωρήματα. Είναι σχέσεις σε fast forward, φλερτ πάνω από πάγκους, τσακωμοί στις κουζίνες και ξεσπάσματα στα αποδυτήρια. Είναι εκείνη η πρώτη μπύρα στις 3 το πρωί με τα πόδια να μουδιάζουν από την ορθοστασία, αλλά με τα μάτια να γελάνε γιατί «σήμερα τα πήγα καλά».
Οπότε ναι – οι θέσεις είναι κενές. Αλλά όχι επειδή οι νέοι δεν θέλουν. Επειδή απλώς δεν είναι ηλίθιοι.
Και όσο κι αν αυτό ξενίζει τους εκπροσώπους του παλιού «δουλειά να ’ναι κι ό,τι να ’ναι», η αλήθεια είναι απλή σαν μονότονη παραγγελία: όταν προσφέρεις σεβασμό, ανταπόδοση και ένα καθαρό στρώμα, γεμίζεις και τις 80.000 θέσεις – και το μπαρ σου.
Ίσως τελικά η κρίση δεν είναι εργατική. Είναι εργοδοτική. Καιρός να το γράψουμε στα κατάστιχα – δίπλα στα ονόματα όσων πλήρωσαν το δωδεκάωρο με μερίδα πατάτες.