Της Αναστασίας Καρυπίδου
Την 6η Ιουλίου του 1997 τη θυμάμαι σαν χθες. Ήταν βράδυ Κυριακής, από εκείνα τα βαριά απογεύματα επιστροφής από τη Χαλκιδική. Η άσφαλτος έβραζε ακόμα, ο κλιματισμός στα παλιά αυτοκίνητα μετά βίας ανταποκρινόταν, και τα νεύρα δοκιμάζονταν στην ατελείωτη ουρά. Κι ύστερα, λίγο πριν το φανάρι του αεροδρομίου, ήρθε η εικόνα: μια θολή, κόκκινη λάμψη πίσω από τον λόφο. Σαν να έλιωνε η πόλη από μέσα της.
Η είδηση διαδόθηκε από στόμα σε στόμα. Δεν υπήρχαν τότε social media, ούτε live ενημερώσεις και hashtags. Υπήρχε μόνο το ραδιόφωνο του αυτοκινήτου, που μιλούσε για «μεγάλη πυρκαγιά στο Σέιχ Σου». Εκείνη τη στιγμή, όλοι ήξεραν πως δεν επρόκειτο για μια απλή φωτιά. Ήταν το τέλος μιας εποχής.
Καίγονταν τα δέντρα, οι ρίζες, τα πουλιά, οι αναμνήσεις. Ο Κέδρινος Λόφος -το δάσος που κάλυπτε το βορειοανατολικό μέτωπο της Θεσσαλονίκης, που χώριζε φυσικά το κέντρο από το Πανόραμα και τη Χαριλάου από την Πυλαία- μαυριζόταν μπροστά στα μάτια μας. Πάνω από το 50% του Σέιχ Σου κάηκε. Η «νύφη του Θερμαϊκού», όπως κάποιοι την αποκαλούσαν παλιότερα, ξεγυμνώθηκε από το πράσινό της. Και μια πληγή άνοιξε που, ακόμη και σήμερα, δεν έχει επουλωθεί εντελώς.
Από τότε, κάτι άλλαξε στους Θεσσαλονικείς…
Μπορεί να τσακωνόμαστε για τα πάντα – για το μετρό, για τις λαμαρίνες, για τα σκουπίδια, για τις ομάδες, για το ποιος φταίει και ποιος δεν φταίει. Αλλά όταν ακούγεται η λέξη «Σέιχ Σου» σε πρόταση με τη λέξη «φωτιά», κάτι μέσα μας παγώνει.
Πριν από λίγα εικοσιτετράωρα, ένας ακόμη ψίθυρος διαπέρασε την πόλη. «Φωτιά στο Σέιχ Σου». Ευτυχώς, ήταν τελικά συναγερμός άνευ πραγματικού κινδύνου. Ένα false alarm. Όμως και μόνο η αναφορά ήταν αρκετή για να σηκώσει τους παλμούς. Να μας θυμίσει πόσο εύθραυστη είναι η σχέση αυτής της πόλης με το δάσος της. Όχι γιατί το αγαπήσαμε όλοι –αλήθεια να λέμε, το θεωρούσαμε δεδομένο για χρόνια– αλλά γιατί το χάσαμε για λίγο. Και τότε καταλάβαμε.
Γιατί το Σέιχ Σου δεν είναι μόνο πράσινο. Είναι μνήμη. Είναι παιδικές βόλτες με ποδήλατο, είναι σκυλιά που τρέχουν ανάμεσα στα πεύκα, είναι ένα πικνίκ που δεν έγινε ποτέ. Σήμερα, το Σέιχ Σου είναι το μοναδικό περιαστικό δάσος μιας πόλης που πνίγεται από παντού. Και ίσως, το μόνο «μέτωπο» που μας ενώνει πραγματικά. Σε όλα τα άλλα έχουμε μάθει να διαφωνούμε με πάθος – στις εκλογές, στις δημοτικές αποφάσεις, στις καθημερινές επιλογές. Αλλά όταν απειλείται το δάσος μας, δεν υπάρχουν στρατόπεδα. Υπάρχει μόνο εκείνο το βράδυ του ’97 στη μνήμη όλων μας.
Ίσως τελικά να είναι ευλογία, που ένα δάσος μπορεί να μας κάνει -έστω για λίγο- να λειτουργούμε ως κοινωνία. Με κοινή μνήμη και κοινό σκοπό. Να μην το ξαναχάσουμε.
Γιατί το Σέιχ Σου είναι κάτι παραπάνω από ένα δάσος. Είναι ο καθρέφτης του τι είμαστε ικανοί να υπερασπιστούμε, όταν το πάρουμε προσωπικά.