Μεταφράζοντας το Ευαγγέλιο στη δημοτική
Ίσως αν ο κόσμος καταλάβαινε πραγματικά τι λέγεται στην εκκλησία, να μην κατέληγε να στέλνει «Χρόνια Πολλά» στη Θεοτόκο τον Δεκαπενταύγουστο, σαν να έχει γενέθλια
Η ελληνική γλώσσα είναι ένα θαύμα. Από τον Όμηρο μέχρι τον Παπαδιαμάντη, έχει φιλοξενήσει τα μεγαλύτερα αριστουργήματα της ανθρωπότητας. Όμως, ας είμαστε ειλικρινείς: η καθαρεύουσα και τα αρχαία ελληνικά, παρότι γοητευτικά, δύσκολα θα σε πείσουν να περιγράψεις ένα μουστερή να πίνει καφέ τρώγοντας κουλούρι ως «απολαμβάνων ζωμόν καφεΐνης μετά στρογγυλού αρτοσκευάσματος».
Προκύπτει λοιπόν το εύλογο ερώτημα: γιατί δεν μεταφράζουμε το Ευαγγέλιο στη δημοτική, ώστε να μπορεί ο μέσος νέος να το κατανοήσει; Ή, καλύτερα, γιατί ακόμα και σήμερα, που οι ίδιοι οι ιεράρχες έχουν σπουδάσει, έχουν ανοίξει τους πνευματικούς τους ορίζοντες και δεν είναι «δογματικοί» τύπου μακαριστού Αυγουστίνου Καντιώτη, εμμένουμε στα ίδια ακατάληπτα κείμενα;
Προτού απαντήσουμε, ας δούμε την κατάσταση ρεαλιστικά. Οι νέοι σήμερα αποφεύγουν την Εκκλησία όχι επειδή έχουν κάτι προσωπικό με τον Χριστό, αλλά γιατί απλά δεν καταλαβαίνουν τι ακούνε. Λέει ο παπάς: «Χαῖρε, κεχαριτωμένη· ὁ Κύριος μετὰ σοῦ» κι ο πιτσιρικάς ακούει κάτι που μοιάζει με ξόρκι του Χάρι Πότερ. Ίσως αν ο κόσμος καταλάβαινε πραγματικά τι λέγεται στην εκκλησία, να μην κατέληγε να στέλνει «Χρόνια Πολλά» στη Θεοτόκο τον Δεκαπενταύγουστο, σαν να έχει γενέθλια.
Οι πολέμιοι της μετάφρασης θα πουν: «Η γλώσσα του Ευαγγελίου έχει ιερότητα». Σύμφωνοι, αλλά πόσο ιερό μπορεί να είναι κάτι που, αντί να συγκινεί, προκαλεί απορία και αποξένωση; Λένε: «Μα για το θέμα αυτό έχει χυθεί μέχρι και αίμα στα περίφημα «Ευαγγελικά» το 1901 όταν σκοτώθηκαν επτά άνθρωποι και έπεσε μια ολόκληρη κυβέρνηση από τις διαμαρτυρίες για τη μεταγλώττιση του Ευαγγελίου στη δημοτική που επιχείρησε ο Αλέξανδρος Πάλλης». Καταρχάς, η Ελλάδα σήμερα δεν είναι ίδια με αυτήν του 1901, έπειτα για το τελευταίο που θα κατέβαιναν στο πεζοδρόμιο οι φοιτητές του 2025 θα ήταν το γλωσσικό στο Ευαγγέλιο και τέλος η απειλή ενός αναθέματος σήμερα έχει τόση επίδραση στους … αναθεματισμένους, όση η φαγούρα από την αφρικανική σκόνη ανήμερα του Ευαγγελισμού.
Άλλοι θα πουν: «Αν αρχίσουμε να το μεταφράζουμε, τι ακολουθεί; Να κάνουμε emoji την Αγία Γραφή;» Αν και μεταξύ μας, στοιχηματίζω ότι σε μια τέτοια περίπτωση η περιγραφή του Ασώτου στη σχετική παραβολή θα γινόταν viral στο TikTok, εντούτοις ας μην ξεχνάμε πως ακόμα και το «Πάτερ ἡμῶν» το λέμε σε μια τροποποιημένη μορφή ανά τους αιώνες, προτιμώντας την προσθετική εκδοχή του κατά Ματθαίον κι όχι την συνοπτική του κατά Λουκάν, πάντως κανείς δεν το λέει όπως ακριβώς το έλεγαν πριν από 2.000 χρόνια. Η γλώσσα εξελίσσεται, γιατί όχι και ο τρόπος που τη χρησιμοποιούμε στην Εκκλησία;
Και πόσο βλάσφημος θεωρείσαι αν διαβάζοντας τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου από το κατά Λουκάν «καὶ εἰσελθὼν ὁ ἄγγελος πρὸς αὐτὴν εἶπε· χαῖρε, κεχαριτωμένη· ὁ Κύριος μετὰ σοῦ· εὐλογημένη σὺ ἐν γυναιξίν», άκουγες με τον ίδιο γαλήνιο και αφηγηματικό τρόπο «αφού ο άγγελος εισήλθε στο σπίτι, είπε προς αυτήν· “χαίρε συ, που έλαβες μεγάλα και εξαιρετικά χαρίσματα από τον Θεό· ο Κύριος είναι μαζί σου. Είσαι συ ευλογημένη όσον καμία άλλη μεταξύ των γυναικών”;
Αν λοιπόν το Ευαγγέλιο μεταφραζόταν σε μια σύγχρονη, κατανοητή δημοτική, θα είχαμε τα εξής πλεονεκτήματα:
Οι νέοι θα καταλάβαιναν τι ακούνε και δεν θα έβλεπαν την εκκλησία ως μια αρχαία λέσχη φιλολόγων.
Θα σταματούσαμε τις αμήχανες στιγμές τύπου «λέω αμήν γιατί οι άλλοι το λένε».
Θα δημιουργούσαμε μια πιο ζωντανή σχέση με τη θρησκεία μας, όπου η Πίστη δεν θα ήταν κάτι δυσνόητο, αλλά μια εμπειρία προσιτή και ουσιαστική.
Δεν είναι θέμα εκσυγχρονισμού ή συντήρησης της παράδοσης αλλά επικοινωνίας. Κι αν – ρητορικώς – ο ίδιος ο Χριστός ερχόταν – λέμε – σήμερα, θα μιλούσε αρχαία ελληνικά; Ή θα χρησιμοποιούσε τη γλώσσα που μιλάμε καθημερινά; Εμείς γιατί να το αλλάξουμε;
Ίσως λοιπόν, αντί να αναρωτιόμαστε αν η μετάφραση είναι «βλασφημία», να σκεφτούμε μήπως το πραγματικό πρόβλημα είναι το να κρατάμε τα λόγια του Θεού κλειδωμένα σε μια γλώσσα που όλο και λιγότεροι καταλαβαίνουν; Διότι, ως κατακλείδα, το μήνυμα μετράει – και όχι η γλωσσική του διατύπωση.
Μέχρι τότε, ας συνεχίζουμε να ακούμε το Ευαγγέλιο, να κάνουμε πως καταλαβαίνουμε και να λέμε από μέσα μας: «Θεέ μου, συγχώρα με, αλλά τι ακριβώς σημαίνει κεχαριτωμένη;».
ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΤΥΠΗ KARFITSA