Έχω έναν φίλο που με καλεί πάντα εκ των υστέρων. Την πρώτη φορά με κάλεσε σε μία έκθεση του στα Κύθηρα, αυθημερόν των εγκαινίων. Και μάλιστα δεν με προσκάλεσε προσωπικά, αλλά με την μαζική πρόσκληση που στέλνουμε στο facebook. Την πρώτη φορά απλά του επεσήμανα ότι καλό είναι να στέλνει και ένα μήνυμα ταυτόχρονα, επειδή λαμβάνω πολλές μαζικές προσκλήσεις κάθε μέρα. Την επόμενη φορά με προσκάλεσε να συμμετάσχω δημοσιογραφικά σε ένα μακρινό ταξίδι με την Οργάνωση στην οποία είναι επικεφαλής. Του είπα ότι εφόσον μου στείλει εγκαίρως τις λεπτομέρειες, ώστε να κανονίσω την άδεια μου, θα συμμετάσχω με χαρά.
Με πρόσθεσε στο γκρουπ των συμμετεχόντων μία εβδομάδα πριν την προγραμματισμένη αναχώρηση, αλλά στα μηνύματα κατάλαβα πως τελικά όλα είχαν κανονιστεί. Τελικά με ενημέρωσε πως το ταξίδι έγινε αλλά με αναγνωριστική συμμετοχή λίγων εκπροσώπων του πρότζεκτ. Και πάλι δεν το πήρα προσωπικά. Σήμερα με τον τίτλο “Προσωπική πρόσκληση” μου έστειλε και πάλι ένα μήνυμα στο facebook προσκαλώντας με σε μία έκθεση του στην Αθήνα, που ολοκληρωνόταν….σήμερα. Του απάντησα με τον τίτλο “Προσωπική Προσβολή” και του έγραψα ότι καλό είναι να με ενημερώνει εγκαίρως.
Το θέμα είναι: πόσες φορές θα συμβεί το ίδιο και πόσες φορές εγώ θα αντέξω να μην απαντήσω με αγένεια.
Το δεύτερο θέμα είναι πως ξέρω πολύ καλά πως ο συγκεκριμένος φίλος μου με εκτιμά ιδιαίτερα και πως απολαμβάνει την παρέα μου. Απλά είναι έτσι. Το επιβεβαίωσα όταν η διευθύντρια του γραφείου της έτερης ιδιότητας του μου είπε ότι τον έψαχνε για μία υπογραφή στην Αθήνα και τον βρήκε στην άλλη άκρη της γης.
Το τρίτο θέμα είναι πόσο εμείς ξεχειλώνουμε τα όρια μας και πόσο αυτό μας κοστίζει τελικά.
Αν μιλήσετε με μια ψυχολόγο θα σας πει ότι το να μην βάζετε όρια είναι απλά ανασφάλεια. Δεν βάζουμε όρια, διότι ανησυχούμε ότι έτσι θα χάσουμε ανθρώπους που μας είναι πολύτιμοι. Έτσι επιτρέπουμε να μας παραβιάζουνε ανελέητα. Και αν αυτό γίνει πατέντα, συνήθεια, συμπεριφορικό πάτερν, τότε το εφαρμόζουμε σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής μας, στη δουλειά, στα παιδιά, στους γονείς, στους φίλους, στον/ στην σύντροφο.
Το τέταρτο θέμα λοιπόν είναι πώς βάζουμε τα όρια, χωρίς να χάσουμε τους ανθρώπους που είναι σημαντικοί για μας, ή που κρίνουμε πως μπορούν να γίνουν σημαντικοί για μας.
Μία καλή ιδέα είναι να πούμε τι μας ενοχλεί πριν αυτό φουσκώσει και γίνει αβάσταχτο και μας θυμώσει.
Μία δεύτερη καλή ιδέα είναι ταυτόχρονα, να πούμε και το θετικό της υπόθεσης. Δηλαδή στην περίπτωση του φίλου μου. “Θα ήθελα πολύ να έρθω, εάν μου το έλεγες εγκαίρως. Μπορείς να μου πεις γιατί κάθε φορά μου το λες εκ των υστέρων ή εκπρόθεσμα έτσι ώστε να μην μπορώ να έρθω;”
Τώρα που τα έγραψα ίσως μπορέσω και να τα εφαρμόσω.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ ΤΗΣ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑΣ KARFITSA



