Η ανακοίνωση της κυβέρνησης για την επιστροφή ενός ενοικίου στους ενοικιαστές φέτος προκάλεσε ανάμικτα αισθήματα. Ενώ η «ανάσα» που προσφέρει είναι αδιαμφισβήτητα απαραίτητη για πολλούς, η ερώτηση παραμένει: πόσο πραγματικά αγγίζει το πρόβλημα της στέγης, ειδικά για τους νέους;
Το μέτρο, που στοχεύει σε όσους ήδη έχουν σπίτι, αγνοεί τους χιλιάδες νέους που προσπαθούν να βρουν στέγη σε μια αγορά με εξωφρενικές τιμές και ελάχιστη προσφορά. Η εισβολή κρατικών χρημάτων χωρίς έλεγχο της αγοράς κινδυνεύει να εντείνει τον πληθωρισμό των ενοικίων, καθώς οι ιδιοκτήτες μπορεί να αντισταθμίσουν την «έκπτωση» με νέες αυξήσεις. Επιπλέον, η έλλειψη μακροπρόθεσμων συμβολαίων αφήνει τους ενοικιαστές σε μόνιμη αβεβαιότητα, με κίνδυνο εκτοπισμού κάθε τριετία.
Ο πρωθυπουργός μίλησε για «ασπρίσματα» και «ρεαλισμό», αλλά η πραγματικότητα είναι πως η στέγη παραμένει προνόμιο, όχι βασικό δικαίωμα. Για μια γενιά που αντιμετωπίζει ανασφάλεια εργασίας και χαμηλούς μισθούς, η αδυναμία εύρεσης σταθερής στέγης αποτελεί ακόμη ένα εμπόδιο στη δημιουργία οικογένειας ή στην ανεξαρτητοποίηση. Η κυβέρνηση, αν και αναγνωρίζει το πρόβλημα, φαίνεται να προτιμά ημιμέτρα που δεν αγγίζουν τις ρίζες της κρίσης:
- Χρυσή Βίζα και Airbnb, που μετατρέπουν σπίτια σε επενδυτικά προϊόντα, εξαφανίζοντας οικιστικές μονάδες.
- Έλλειψη κοινωνικής στέγης και έμφαση σε επιδοτήσεις αντί σε δομικές παρεμβάσεις.
- Απουσία προστασίας των ενοικιαστών από αισχροκέρδεια, με συμβόλαια που θυμίζουν «λύτρα».
Αν η κυβέρνηση θέλει πραγματικά να πείσει τους νέους, πρέπει να σταματήσει να αντιμετωπίζει τη στέγη ως επιχειρηματική ευκαιρία και να τη δει ως κοινωνική υποδομή. Μέχρι τότε, τα μέτρα της θα μοιάζουν με αναψυκτικό σε έναν καύσωνα, δροσιστικά ίσως, αλλά ανεπαρκή για να σβήσουν μια φωτιά.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΤΥΠΗ KARFITSA