‘Οταν η σκατοψυχιά υπερτερεί της καλοσύνης
Σε πολυκατάστημα Σάββατο μεσημέρι ο κόσμος παχτωμένος σαν σαρδέλες. Στα ταμεία σχηματίζονται ουρές σε σημείο να απορείς αν στις μπουτίκ τρελάθηκαν τ’ αφεντικά και τα δίνουν τζάμπα. Μια κυρία με εμφανές κινητικό πρόβλημα και μπαστούνι, στέκεται πίσω -πίσω περιμένοντας καρτερικά τη σειρά της. Το κοινό μπροστά της στην πλειονότητά του πιτσιρικαρία 18-25.
Κανείς δεν κοιτά πίσω και κανείς μπροστά. Τα μούτρα πεσμένα στην οθόνη του κινητού, άλλος μηνύματα, άλλος, ΤΙΚ ΤΟΚ, να περάσει η ώρα. Κάποια στιγμή φτάνω στο ταμείο σχεδόν μαζί με την κυρία με το πρόβλημα. Πίσω από τα ταμεία, μια ταμπέλα αρκετά μεγάλη γράφει: Τα ΑμεΑ και όσες κυρίες βρίσκονται σε εγκυμοσύνη θα εξυπηρετούνται κατά προτεραιότητα… Απευθύνομαι στην ταμεία: «Καλό θα ήταν να κοιτάτε λίγο και το κοινό μπροστά σας, είναι βάναυσο να περιμένει κάποιος με κινητικό πρόβλημα, άλλωστε το γράφει και η πολιτική της επιχείρησής σας…». «Κύριε, δεν την είδα, να είστε σίγουρος ότι αν την έβλεπα θα την εξυπηρετούσαμε αμέσως» μου απαντά κάπως ενοχλημένη αλλά με σαφές απολογητικό ύφος. «Μα αν δε σηκώνετε και λίγο το κεφάλι δεν πρόκειται να δείτε κανέναν πελάτη…».
Η κυρία μου έγνευσε να μην το συνεχίσω… «Δεν πειράζει… Αλλωστε είμαι μαθημένη σε τέτοιου είδους συμπεριφορές»… Ώστε, μαθαίνεται και η σκατοψυχιά, έτσι;
Τα γράφω αυτά γιατί παρακολουθώ με θλίψη τις προεκλογικές εκστρατείες των ανθρώπων που τρέχουν ως υποψήφιοι σύμβουλοι παρατάξεων. Τα τελευταία χρόνια όχι μόνο δεν έγινε τίποτα για την διευκόλυνση των ΑμεΑ αλλά η προσβασιμότητα έχει καταντήσει ανέκδοτο ειδικώς για τα άτομα με κινητικά προβλήματα. Κι αν ποτέ διαμαρτυρηθείς, παραπονεθείς, τότε βρίσκεις και τον μπελά σου; Αραγε ο κόσμος ήταν εκ γενετής σίχαμα ή έγινε σιγά σιγά; Πότε ακριβώς τον κέρδισε η μιζέρια, πότε ακριβώς η σκατοψυχιά; Αυτές οι κατάρες και οι «καρκίνοι» ανέκαθεν υπήρχαν, ή μήπως το Διαδίκτυο τα ανέδειξε σε υπερθετικό βαθμό;
Το μίσος φαίνεται παντού. Δεν είναι βαριά κουβέντα. Μισούν, πια τον συνάνθρωπο. Δεν είναι απλή αδιαφορία. Κυριακή μεσημέρι, δυο νεαροί πλακώθηκαν στο ξύλο για μια θέση πάρκινγκ! Δηλαδή, φεύγεις από το σπίτι σου κουκλεντές στο κέντρο να απολαύσεις με την παρέα σου έναν καφέ, ή ποτό και κινδυνεύεις να καταλήξεις σε κάποιο νοσοκομείο γιατί ο κόσμος λάλησε… Μισούν τον τουρίστα, τον καθηγητή, τον πιτσιρικά, τον παπού, τον ηλικιωμένο, τον ΑμεΑ και τελικά το ίδιο το παιδί τους. Μισούν ό,τι κινείται.
Είναι όλοι αυτοί. Κι είμαστε κι όλοι εμείς που το ανεχόμαστε για να μην μπλέξουμε. Μην ακούς, μη μιλάς. Σαν το νόμο της μαφίας ένα πράμα αλλά στην καθημερινότητά μας. Και χωρίς να διακυβεύεται «μαύρο χρήμα».
Δεν μπαίνω στη διαδικασία της νοσταλγολαγνίας για να υπερθεματίσω για τα χρόνια ταρομαντικά που πέρασαν. Μπορεί να ήταν και χειρότερα για κάποιους. Αν όμως κάτι διαιωνίζεται, είναι αυτή η δυστοπική κοινωνία μιας σιωπηρής συναίνεσης.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ ΤΗΣ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑΣ KARFITSA