Κοιτάζοντας το βλέμμα του «μικρού Χριστού»
Αν δεν πιστεύετε στον Χριστό, επιλέξτε αντί ευχών να κοιτάξετε κατάματα τους μυριάδες μικρούς Χριστούληδες που θα αντικρίσετε αυτές τις ημέρες των γιορτών.
Δεν είμαι καλός στις ευχές. Δεν μπορούσα να φανταστώ ότι πέραν από τα συνήθη «Καλά Χριστούγεννα», παχιά και … καλοσούσουμα, ή «ευτυχία, γαλήνη και μακροημέρευση» θα έδινα σε κάποιον να νιώσει καλύτερα ή να τον εντάξω στο πνεύμα των γιορτινών ημερών.
Πριν από μερικά χρόνια παραμονή Χριστουγέννων μου χτύπησαν το κουδούνι για τα κάλαντα.
Μολονότι, ακόμη κι αυτό το έθιμο ξεθωριάζει – ολοένα και λιγότερα κουδουνίσματα μετρώ πια – εντούτοις, κάτι σα να ένιωσα να σκιρτίζει μέσα μου ανοίγοντας την πόρτα. Τέσσερα παιδιά, το ένα ελληνόπουλο, που έδινε τον τόνο ήταν και το μοναδικό που «τραγουδούσε». Τα τρία απλά κοιτούσαν. Μου έμοιαζαν με ξένα, ντυμένα λιτά έως και φτωχικά, αλλά καθαρά. Όπως και το βλέμμα τους. Δεν μιλούσαν τη γλώσσα, δε με ήξεραν, δε θα με γνώριζαν ποτέ κι όμως ένιωθα σα να ήξεραν από γεννησιμιού τους. Τους χαμογέλασα εξακολουθώντας να ακούω το ελληνόπουλο εωσότου τελειώσει.
«Από που είναι οι φίλοι σου» ρωτώ. «Από τη Συρία, είναι προσφυγόπουλα» μου απαντά…
Μα βέβαια. Δε θα μπορούσε να είναι τίποτα άλλο. Το μυαλό μου ταξίδευε. Παράλληλα με το ταξίδι των παιδιών αυτών που Κύριος Οίδε τι θα είδαν μέχρι να φτάσουν στην Ελλάδα από την πολεμοκρατούσα πατρίδα τους. Δε μιλούσαν αλλά το βλέμμα τους ήταν εικόνα που ξεπερνούσε το έργο ενός Μπαλζάκ. Κάποιου ντοκιμαντέρ, ενός αποκλειστικού ρεπορτάζ, ή κειμένου που θα κοσμούσε το πρωτοσέλιδο της μεγαλύτερης σε κυκλοφορίας εφημερίδας του κόσμου. Η μελωδία της Άγιας Νύχτας και του μικρού τυμπανιστή συνάμα. Το θαύμα που περιμένεις να σου διώξει τη λύπη από το συνθετικό της χαρμολύπης και να σου μείνει η χαρά.
Κάποτε συζητούσα με τον αείμνηστο πρόεδρο της ΕΣΗΕΜΘ Δημήτρη Γουσίδη με τον οποίο είχα την τιμή να συνεργαστώ για 14 χρόνια έως το θάνατό του, περί της… δημοσιογραφίας. Σε μια εποχή που φαινόταν ότι η τεχνολογία συνέτριβε τις τεχνικές, όχι τις αρχές της… Μου χε πει ότι «όλους τους έρωτες κάποτε τους ξεπερνάς. Η δημοσιογραφία είναι έρωτας που δεν ξεπερνιέται ποτέ…». Ουδέποτε ένιωσα κοσμοκαλόγερος της δημοσιογραφίας, αλλά τον θυμήθηκα κρατώντας εκείνο το βλέμμα των παιδιών.
Δεν ξέρω γιατί αλλά έχω την αίσθηση ότι αν επέλεγα κάτι άλλο να κάνω στη ζωή μου ίσως να μην «ένιωθα» εικόνες απλά κοιτώντας ένα παιδί που έρχεται από μακριά. Ούτε θα είχα τη δυνατότητα να μοιραστώ με άλλους το απροσδιόριστο εκείνο συναίσθημα της ανταλλαγής βλεμμάτων. Δε χρειάζεται να μιλήσει σε κάποιον, ούτε να του ευχηθείς «Καλά Χριστούγεννα». Ασε τη μοίρα να παίξει το παιχνίδι της. Απλά κοίταξε το παιδί κι εσύ στα μάτια, θα του πεις τα πάντα και σε «ακούσει» με τον ίδιο τρόπο που το … άκουσες κι εσύ.
Αν δεν πιστεύετε στον Χριστό, επιλέξτε αντί ευχών να κοιτάξετε κατάματα τους μυριάδες μικρούς Χριστούληδες που θα αντικρίσετε αυτές τις ημέρες των γιορτών. Θα δείτε, ότι έστω πρόσκαιρα, ίσως μόνο στιγμιαία αλλά πάντως θα συμβεί: Θα νιώσετε κι εσείς Θεάνθρωπος για λίγο, εισπράττοντας την καλύτερη ευχή που σας έχουν δώσει ποτέ. Και θα είναι μοναδική…
ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ ΤΗΣ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑΣ KARFITSA